Είναι γνωστό σήμερα ότι η υγεία του ενήλικα έχει τις ρίζες της στην υγεία, τις συνήθειες και τις επιδράσεις προηγούμενων σταδίων ανάπτυξης. Σύμφωνα με τον παγκόσμιο οργανισμό υγείας (worldhealthorganization,WHO), τα χρόνια μη-μεταδοτικά νοσήματατης ενήλικης ζωής, αυτά δηλαδή που δεν μεταδίδονται από άτομο σε άτομο και έχουν μεγάλη διάρκεια και αργή εξέλιξη, ευθύνονται για το θάνατο 38 εκατομυρίων ανθρώπων κάθε χρόνo. Τα νοσήματα αυτά περιλαμβάνουν τα καρδιαγγειακά νοσήματα,τους καρκίνους, τα αναπνευστικά νοσήματα και τον διαβήτη.

Οι κύριοι προδιαθετικοί παράγοντες για τα νοσήματα αυτά είναι η μη-υγιεινή διατροφή, οι καθιστικές συνήθειες, η μείωση της σωματικής δραστηριότητας, η χρήση καπνού και αλκοόλ, συνήθειες που κατά κύριο λόγο εδράζονται στην παιδική ηλικία. Οι συνήθειες ή συμπεριφορές αυτές, αλληλεπιδρώντας με γενετικούς/βιολογικούς παράγοντες κινδύνου, οδηγούν στους 4 κύριους μεταβολικούς/παθοφυσιολογικούς παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για χρόνια μη-μεταδοτικά νοσήματα: υπερβαρότητα/παχυσαρκία, αρτηριακή υπέρταση, υπεργλυκαιμία, υπερλιπιδαιμία.

Η έρευνα σήμερα έχει δείξει ότι οι ρίζες των μη-μεταδοτικών χρόνιων νοσημάτων βρίσκονται στην εμβρυική και παιδική ηλικία, ενώ οι συμπεριφορικοί παράγοντες κινδύνου εγκαθίστανται νωρίς στη ζωή και είναι τροποποιήσιμοι. Ένας σημαντικός τρόπος, λοιπόν, να μειώσει κανείς την επίπτωση των νοσημάτων αυτών είναι να εστιάσει στους παράγοντες κινδύνου που συνδέονται με τα νοσήματα αυτά. Οι θετικές συμπεριφορές υγείας που ξεκινούν στην πρώιμη ζωή σχετίζονται με τη διατροφική συμπεριφορά της εγκύου, τις αλληλεπιδράσεις της μητέρας με το βρέφος, τις πεποιθήσεις και τις συνήθειες της οικογένειας αλλά και τα εξατομικευμένα αναπτυξιακά και συμπεριφορικά χαρακτηριστικά των παιδιών ενταγμένα στο οικογενειακό, σχολικό και κοινωνικό πλαίσιο. Τα ατομικά αυτά χαρκτηριστικά, όσο πιο νωρίς ανιχνευτούν στη ζωή, και όσο πιο νωρίς κανείς παρέμβει, τόσο πιθανότερο είναι να τροποποιηθούν.

Με βάση τη σύγχρονη γνώση στους νευροβιολογικούς και συμπεριφορικούς μηχανισμούς που συνδέουν τη συμπεριφορά με την υγεία, έχει φανεί πως η ενσωμάτωση «συμπεριφορικών» τεχνικών στην πρωτοβάθμια υγεία και παιδεία μπορεί να συνεισφέρει ουσιαστικά στην αλλαγή των συνηθειών των ατόμων, παίζοντας σημαντικό ρόλο στην πρόληψη. Η έγκαιρη ανίχνευση τόσο συμπεριφορών όσο και ατομικών χαρακτηριστικών «κινδύνου» αποτελεί ουσιαστικό βήμα στο σχεδιασμό παρεμβάσεων, ενώ η ενσωμάτωση απλών «συμπεριφορικών» τεχνικών στην πρωτοβάθμια υγεία μπορεί να επιφέρει την κινητοποίηση του ατόμου σε αλλαγές του τρόπου ζωής.Είναι εύκολα κατανοητό πως οι γνώσεις και οι στρατηγικές αυτές υγείας πολλαπλασιάζουν την αξία τους όταν απευθύνοναι σε παιδιά και οικογένειες, όπου μπορούν να οδηγήσουν στην εγκατάσταση θετικών συμπεριφορών υγείας από την πρώιμη ζωή.

Στόχοι του Προγράμματος

1. Η μετεκπαίδευση των Παιδιάτρων, Ιατρών και λοιπών Επιστημόνων (εκπαιδευόμενων) σε βασικές θεωρητικές γνώσεις για την σχέση συμπεριφορικών παραμέτρων με την παθοφυσιολογία των χρόνιων μη-μεταδοτικών νοσμάτων.

2. Η εξοικείωση των εκπαιδευόμενων με κλινικά περιστατικά (μέσω βιντεοσκόπησης, παρουσίασης περιστατικών και βιωματικής παρακολούθησης).

3. Η εκπαίδευση στη χορήγηση και ερμηνεία ανιχνευτικών εργαλείων που αφορούν την Πρωτοβάθμια Υγεία.

4. Η παροχή κατευθύνσεων και βιβλιογραφικών πηγών που να καλύπτουν τις βασικές έννοιες και γνώσεις στο πεδίο.

5. Η εκπαίδευση σε βασικές δεξιότητες για την ενσωμάτωση των συμπεριφορικών τεχνικών και των τεχνικών κινητοποίησης στην πρωτοβάθμια υγεία και παιδεία.

6. Η εξοικείωση με τη σύγχρονη έρευνα στα γνωστικά αυτά πεδία.

Σε ποιούς απευθύνεται

α. Παιδιάτρους και Ιατρούς άλλων σχετικών ειδικοτήτων (γενικοί ιατροί, παθολόγοι κ.α.), Ειδικούς ή Ειδικευόμενους

β. Επιστήμονες άλλων ειδικοτήτων, όπως ψυχολόγους, διαιτολόγους, εκπαιδευτικούς, ειδικούς παιδαγωγούς, λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, πτυχιούχους ιατρικής σχολής, πτυχιούχους άλλων σχολών με ειδικό ενδιαφέρον στις συμπεριφορικές παραμέτρους της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.

Πρόγραμμα

Περιλαμβάνει 70 Εκπαιδευτικές ώρες εκ των οποίων οι 60 ώρες είναι θεωρία (6 ώρες την εβδομάδα, 10 εβδομάδες) και οι 10 βιωματική μάθηση (παρακολούθηση περιστατικών). Το Πρόγραμμα Βιωματικής Μάθησης περιλαμβάνει παρακολούθηση κλινικών περιστατικών στο Ιατρείο Παιδικής Παχυσαρκίας και στη Μονάδα Αναπτυξιακής & Συμπεριφορικής Παιδιατρικής της Α’ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνων κατα τη διάρκεια της αξιολόγησής τους και/ή μέσω μονόδρομου καθρέφτη ή βιντεοσκόπησης.

Διαδικασία Επιλογής

Οι εκπαιδευόμενοι επιλέγονται μετά απο αίτησή τους με υποβολή βιογραφικού στα e-mailsπου φαίνονται παρακάτω και συνέντευξη. Στο τέλος του προγράμματος, μετά απο εξέταση, χορηγείται Πιστοποιητικό.

Πληροφορίες/αιτήσεις

Γραμματεία Μονάδας Αναπτυξιακής & Συμπεριφορικής Παιδιατρικής (Ώρες 8-2 π.μ.): 210 746 7457

e-mail: dbpediatrics.edu@gmail.com, dbpunit@gmail.com, ppervanidou@gmail.com