Πριν από μερικά χρόνια η ηθοποιός και σκηνοθέτρια Αννα Κοκκίνου επέλεξε έναν παράξενο τρόπο να παραστήσει τον μονόλογό της «Εγώ ο Θουκυδίδης, ένας Αθηναίος». Με μαύρα δερμάτινα, καθηλωμένη σε αμαξίδιο («μηχανή πολέμου» το περιέγραφε), χειριζόταν με το αριστερό χέρι τα φτερά της και με το δεξί πείραζε μέσω λάπτοπ τους ήχους και τη φωνή της. Εναν χρόνο και μερικές ημέρες από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 η κυβέρνηση Τσίπρα μοιάζει ακινητοποιημένη σε ένα αντίστοιχο όχημα «διαχείρισης – μετασχηματισμού» διατηρώντας τα «φτερά» της διευθέτησης του χρέους.

Οι δημοσιολόγοι όμως που εκτιμούν τη φθορά της ως αναπότρεπτη ή καταλυτική για τις πολιτικές εξελίξεις διαπράττουν ένα θεωρητικό σφάλμα. Το επαναλαμβάνουν, δε, από τον Ιανουάριο του 2015. Κωδικοποιούν τον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβερνώσα εκδοχή του με εργαλεία αστικής διαχείρισης. Εδώ όμως ξεκινούν τα προβλήματα ανάλυσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ των 30.000 μελών, της ανοιχτής μάχης μεταξύ των δυνάμεων που τον θέλουν κεντροαριστερό και των δυνάμεων που επιθυμούν μια ολική επαναφορά στην προμνημονιακή – αριστερή ρητορική και πράξη δεν είναι (ακόμη) ένα αστικό κόμμα που εφαρμόζει αστική πολιτική. Είναι ένα κόμμα με σαφή αριστερή αναφορά που εφαρμόζει αστική πολιτική σε συνθήκες επιτροπείας της χώρας. Αυτό το δεύτερο ενισχύεται ως επιχείρημα από τις δυνάμεις εκείνες που συνεχίζουν να βλέπουν το κυβερνητικό πεδίο ως ένα ανοιχτό πείραμα φιλολαϊκής διαχείρισης και ως ενοποιητικό κρίκο ενός σαφούς σχεδίου. Ενός σχεδίου που εκτυλίσσεται στο πεδίο των μνημονιακών δεσμεύσεων αλλά και στο φόντο μιας συλλογικής αμηχανίας και αισθήματος ανάθεσης που επιτρέπει στον ΣΥΡΙΖΑ να δικαιολογεί ακόμη και σήμερα τη συνθηκολόγηση του καλοκαιριού του 2015. Οι τρεις «κουβάδες» του σχεδίου εξάλλου μοιάζουν να έχουν εμπεδωθεί από την κυβερνώσα ομάδα, αν και με δυσκολία έχουν εξηγηθεί στη βάση και στο κόμμα.

Ποιοι είναι αυτοί; Συμφωνία και υποχρεώσεις, συνεχής διαπραγμάτευση και βούληση για το παράλληλο πρόγραμμα που ποτέ δεν εγκαταλείφθηκε ως ιδέα και ως οχυρωματικό έργο στη γενικευμένη δυσαρέσκεια εντός κι εκτός. Ακόμη και σήμερα, και δικαίως εν μέρει, το κεντρικό αφήγημα είναι πως η Αριστερά κατόρθωσε να ανέλθει στην κυβέρνηση αλλά τα κλειδιά ακόμη τα κρατούν άλλοι. «Αλλωστε, φθάνοντας στην κυβέρνηση δεν σημαίνει ότι έχεις την εξουσία αμέσως. Επρεπε να αγωνιστούμε ενάντια στα κυκλώματα της μαφίας, ενάντια στην ολιγαρχία… Σημειώσαμε ήττες και νίκες. Υπάρχει μια αργή ανάκαμψη, εν μέρει γιατί δεν διαπιστώνουμε την απαραίτητη γενναιοδωρία των εταίρων σχετικά με το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους. Αν αρνούνται να προχωρήσουν σε αυτό το ζήτημα, τότε θα είναι δύσκολο και για τη χώρα μου να μπει ξανά σε φορά ανάπτυξης», είπε προσφάτως σε συνέντευξή του στη «Monde» ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας.

Η αποκρυστάλλωση της «πρώτη φορά Αριστεράς»

Η εξουσία όμως, όπως έλεγε κάποτε ο Φουκό, ούτως ή άλλως, δεν κατέχεται, ασκείται. Ο Τσίπρας δεν μπήκε στη λογική συνέχισης του κράτους. Εδειξε να θέλει να μεταβάλει τους όρους και μόνο ως αποτέλεσμα πίεσης ήθελε να δείξει πως δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Ενας Προμηθέας που επιχείρησε να μεταδώσει ένα όπλο και την πλήρωσε. Αλλά που βλέπει την τιμωρία του ως μετάβαση και ως κάτι παροδικό. Κρατήστε τον όρο «μετάβαση». Ετσι κι αλλιώς, σήμερα βιώνουμε την πρώτη σοβαρή πολιτική αποκρυστάλλωση της «πρώτη φορά Αριστεράς».

Η πρόθεση των κυβερνώντων (πρωταγωνιστής σε αυτό είναι ο Τσακαλώτος, που έχει καθαρή εικόνα του συσχετισμού έξω αλλά και του χρόνου που θα επέλθει το rebound στην ελληνική οικονομία) ήταν απ’ τον Αύγουστο του 2015 να φύγει απ’ το τραπέζι το ενδεχόμενο του Grexit με όρους Σόιμπλε. Από μόνο του κρίθηκε επαρκές για να δώσει ώθηση στο συλλογικό σχέδιο. Αυτό συνέβη αλλά με μια σημείωση που αφορά την πραγματική ζωή και όχι τα σκέτα νούμερα: ακόμη ανάταξη δεν υπάρχει. Υπάρχουν θετικά νούμερα. Κυρίως στα δημόσια έσοδα σήμερα. Υπάρχουν θετικά νούμερα σε αυτό που λέμε βιομηχανικός κλάδος. Υπάρχει πρόθεση και είμαστε κοντά σε restart για τουλάχιστον τρεις βιομηχανίες που ήταν κλειστές έως σήμερα (με συμβολή και επενδυτών). Δεν υπάρχει όμως συλλογική μεταβολή υπέρ του κόσμου της εργασίας και της οικονομίας.

Η αίσθηση της νοµιµότηταςκαι η διαπάλη µε το παλιό

Παρ’ όλα αυτά, το επίδικο της «δίκαιης ανάπτυξης» που θεμελιώθηκε απ’ το τέλος της πρώτης αξιολόγησης παραμένει κεντρικό για την ομάδα Τσίπρα πλάι σε μια ακόμη ενδιαφέρουσα μεταβλητή που μόλις πρόσφατα εικονοποιήθηκε: την αίσθηση της νομιμότητας και τη διαπάλη με το παλιό. Η Εξεταστική για τα δάνεια σε κόμματα και ΜΜΕ, μια προσπάθεια με όρους Γκι Ντεμπόρ και «Κοινωνίας του θεάματος» να εικονοποιηθεί η «ολιγαρχία» και να ανακριθεί για τις «αμαρτίες της», ήταν μία μόνο πλευρά αυτής της επιμέρους υλοποίησης του σχεδίου. Ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες και η συμμαχία με τμήμα του αστισμού για την ηγεμονία σε κομμάτια του εποικοδομήματος όπως η Δικαιοσύνη είναι η άλλη. Παράδοξα αλλά όχι μη ερμηνεύσιμα, το δεύτερο αυτό σκέλος του σχεδίου είναι αυτό που έδωσε την ευκαιρία για αναζωπύρωση ενός νέου πολέμου. Ο νέος δικομματισμός βρήκε σαφές πεδίο να αντιπαρατεθεί. Το αστικό κομπρεμί του ΣΥΡΙΖΑ ήταν λαβή για να συσπειρωθεί εσωτερικά («δεν έχουμε πρόσβαση σε Δικαιοσύνη, θα αποκτήσουμε μέσω άλλου») αλλά και τροφοδότησε το επιχείρημα του βασικού αντιπάλου του που συμπυκνώνεται στο «καθεστώς ΣΥΡΙΖΑ». Οι ίδιοι οι κυβερνώντες πάλι λένε πως απλώς ζούμε την κανονικοποίηση ενός άρρωστου πλαισίου. Τομές απλώς αστικοδημοκρατικές απέναντι σε ένα τοπίο που είχε εκτραπεί για 40 χρόνια.

Οι αλλαγές Κατρούγκαλουκαι τα φτωχά στρώματα

Παράλληλα με αυτό και όχι τυχαία, ο Πρωθυπουργός θέτει στο τραπέζι την αναθεώρηση του Συντάγματος. Θα το ξανακάνει. Η πρόθεσή του αυτή αποσκοπεί περισσότερο στην αναζήτηση ενός συνεκτικού αφηγήματος που θα υπενθυμίζει πως η Αριστερά είναι έτοιμη για βαθιές αλλαγές. Προσθέστε εδώ πως στο σχέδιο Τσίπρα, παρότι είναι εκπονημένο και πλέον μπαίνει σε εφαρμογή, δεν υπήρχε πρόληψη για αστάθμητους παράγοντες και πολιτική διαχείριση όπως στο Ασφαλιστικό. Πηγές λένε πως η κυβέρνηση δεν προέβλεψε το σπάσιμο της κοινωνικής συμμαχίας που θα επέφεραν οι αλλαγές Κατρούγκαλου. Δεν προέβλεψε πως θα έβαζε απέναντί της τους επιστήμονες και τους ελεύθερους επαγγελματίες. Και βέβαια δεν αρκούσε να «κλειδώσει» μαζί της τα πιο φτωχά στρώματα και μάλιστα στον βαθμό που και γι’ αυτά δεν μερίμνησε ακόμη και με συνέπεια. Βέβαια, για να είμαστε σοβαροί, η κυβέρνηση Τσίπρα προχώρησε σε επιμέρους τομές αρκετά καθοριστικές για ένα τμήμα του φτωχού κόσμου. Η ορατότητα σε αυτό είναι περιορισμένη κι εξαρτάται από την πλευρά του λόφου στην οποία στέκεται κανείς. Δεν μπορεί για παράδειγμα να αγνοηθεί η περίθαλψη για τους ανέργους, η δωρεάν κάρτα στα μέσα μεταφοράς, η επιδότηση ενοικίου ή τα κοινωνικά τιμολόγια της ΔΕΗ. Προσθέστε εδώ το σήμα που επιχειρήθηκε να σταλεί και στο κομμάτι της δημόσιας διακυβέρνησης με την εξοικονόμηση δαπανών της Βουλής στο ποσό των 4.497.033,44 ευρώ τον τελευταίο χρόνο ή την πρόθεση για πιο ανοιχτή – εξωστρεφή Βουλή στον λαό.

Τα όρια των συμμαχιών καιτων καιροσκοπικών επιδιώξεων

Αρκούν αυτά για το εγχείρημα της «πρώτη φορά Αριστεράς»; Οχι. Περισσότερο μοιάζουν με επιμέρους κινήσεις κατευνασμού και διαχείρισης πλήθους παρά με ριζικές τομές. Το μπρος – πίσω κυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει ακόμη διαποτισμένο από την υπαρκτή επιτροπεία της χώρας. Αν συμφωνήσουμε πως το καλοκαίρι και μέχρι σήμερα ζούμε το ελληνικό «Μπρεστ-Λιτόφσκ», δηλαδή μια άτακτη συνθηκολόγηση, θα πρέπει να υποσημειώσουμε πως το κόμμα του Λένιν ήταν κάτι εξωπραγματικά διαφορετικό. Η μηδαμινή σήμερα λαϊκή παρέμβαση, η αίσθηση πως ΣΥΡΙΖΑ και κυβέρνηση λειτουργούν αυτοτελώς, η αίσθηση πως δεν συγκροτούνται διεθνείς συμμαχίες αλλά μόνο συγκολλήσεις με αντίστοιχους στριμωγμένους σοσιαλδημοκράτες αποτελούν προνομιακό πεδίο για προσωπικές στρατηγικές. Για την αίσθηση πως τμήματα της κυβέρνησης αυτονομούνται και έχουν δική τους ατζέντα χωρίς να λογοδοτούν. Η περίπτωση Καλογρίτσα δείχνει τα όρια των συμμαχιών και των καιροσκοπικών επιδιώξεων για διαμόρφωση ενός φιλικού αστικού περιβάλλοντος. Η απουσία κόμματος και οργανώσεων από τον έλεγχο του απαράτ είναι δομική. Θα έλεγε κάποιος πως η αμηχανία της διάσπασης του καλοκαιριού του 2015 (αν και η βάση έμεινε στο κόμμα) αλλά και η απειρία ενός αριστερού κόμματος να δρα πλάι σε δική του κυβέρνηση είναι τα κλειδιά τού «ένα βήμα μπρος – δύο πίσω». Η πραγματική αντίθεση όμως είναι συχνά μεταξύ υπουργείων και κόμματος και όχι Μεγάρου Μαξίμου και κόμματος. Η γκρίνια επιτείνεται απ’ το γεγονός πως δεν συνεδριάζει ποτέ η Κοινοβουλευτική Ομάδα και δεν υπάρχει η εικόνα ενιαίου κέντρου. Σήμερα η κυβερνώσα ομάδα και βέβαια η καθοριστική τάση των 53 διατηρούν ως άγιο δισκοπότηρο και ως ύστατο αφήγημα το χρέος και τη διευθέτησή του. Ισως και πάνω απ’ την πύρινη καθημερινότητα μιας μετέωρης κοινωνίας. Η υπόθεση φαίνεται πως δρομολογείται. Ο αμερικανικός παράγοντας έχει πει το ΟΚ. Μένει το ESM και η εντός του αντιπαράθεση. Οι πηγές λένε για νίκη στο πεδίο των βραχυπρόθεσμων ρυθμίσεων και μείωση του ρίσκου του χρέους. Η κουβέντα γίνεται για το μακροπρόθεσμο πεδίο. Τον χρόνο που θα δοθεί ως αποπληρωμή και ως αναγκαία προϋπόθεση για «επενδύσεις». Οχι τυχαία, τμήμα της αριστερής πτέρυγας δεν έβαλε σοβαρά εμπόδια ακόμη και σε μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις, «κλειδωμένη» από το αφήγημα του χρέους, ως προϋπόθεση ενός συλλογικού κοινωνικoύ restart. Οι πρόσφατες δηλώσεις Δραγασάκη δεν ήταν απλώς υπενθύμιση της φωνής της λογικής από έναν πεπειραμένο. Είναι χείρα βοηθείας προς τον Τσίπρα να εμφανίσει με διαβάθμιση ρεαλισμού την απόσπαση διαβεβαιώσεων για διευθέτηση του χρέους και όχι για το κούρεμά του με αναλογικούς όρους. Ας σημειωθεί πάντως πως οι δηλώσεις δεν άρεσαν και πολύ σε μέρος του «απαράτ». Ας σημειωθεί επίσης, πως ο «κακός τραπεζίτης» (βλέπε Στουρνάρας) δεν αντιμετωπίζεται ενιαία. Η μία γραμμή θέλει να υπενθυμίζει μόνιμα το πολιτικό του παρελθόν. Η δεύτερη αναζητεί ένα modus vivendi. Η ύπαρξη Στουρνάρα ενισχύει πάντως το αφήγημα του αμετάβλητου των συσχετισμών και δίνει επιχείρημα στην κυβερνώσα ομάδα πως το τοπίο παραμένει ξένο και εχθρικό για την ίδια.

Το κρας τεστ της δεύτερης αξιολόγησης

Σε αυτό το πλαίσιο οι κυβερνώντες επιμένουν για εκλογές τέλη 2018 ή 2019. Χαρακτηριστικά, η ατάκα είναι πως «αν δεν έχουμε ανάκαμψη της οικονομίας» δεν θα έχουμε εκλογές. Η φυγή προς τα μπρος αποτελεί σήμερα το στρατήγημα του ΣΥΡΙΖΑ. Προσθέστε εδώ πως η έξοδος από την επιτροπεία της χώρας εξετάζεται ως «απαγκίστρωση». Ως κάτι μεταβατικό. Ως κάτι που επέρχεται με βήματα. Η επερχόμενη δεύτερη αξιολόγηση θα αποτελέσει κρας τεστ στο πεδίο των εργασιακών που είναι ταυτοτικά για πρωτοκλασάτα στελέχη της κυβέρνησης. Αν υπάρξει δυσμενής συμφωνία εις βάρος του κόσμου της εργασίας και όχι του κεφαλαίου θα πυροδοτηθούν εξελίξεις. Μια τέτοια ρήξη εξάλλου θα αποτελέσει και την εφεδρεία του νέου ΣΥΡΙΖΑ. Υποθετικό σενάριο, βέβαια. Η δεύτερη αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί.

Η κυβερνώσα ομάδα θα τρέξει να προλάβει τις δεξιές στροφές σε Γαλλία και Αμερική. Την ίδια ώρα που θα επιχειρήσει να σηκωθεί απ’ το αμαξίδιο που περιγράψαμε στην αρχή του κειμένου.