Σε μαύρο σημείο της Αθήνας έχει μετατραπεί τους τελευταίους μήνες το Πεδίον του Αρεως, εκεί όπου στοιβάζεται η ανθρώπινη αθλιότητα. Ανάμεσα σε χρήστες ουσιών και αστέγους, οι πρόσφυγες είναι οι τελευταίοι κάτοικοι ενός κατ’ ευφημισμόν πάρκου.

Δύο νεαροί πρόσφυγες, όχι μεγαλύτεροι από 20 χρονών, κάθονται σ’ ένα παγκάκι μέσα στο Πεδίον του Αρεως. Κοιτούν το κινητό τους. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς πως δεν αναζητούν πόκεμον αλλά ρίχνουν κλεφτές ματιές σε όποιον περνάει από δίπλα τους. Το πάρκο εδώ και αρκετό καιρό είναι απαγορευμένη ζώνη για τους περιοίκους και τους τουρίστες.

Οχι όμως για τους νεαρούς πρόσφυγες. Αρκετοί έχουν γίνει μάρτυρες της απόγνωσης των ανθρώπων που μένουν εγκλωβισμένοι στη χώρα μας. Περιγράφουν έναν υπαίθριο χώρο πορνείας όπου εκδίδονται μικρής ηλικίας πρόσφυγες με στόχο να εξασφαλίσουν χρήματα για να συνεχίσουν το ταξίδι τους στην Ευρώπη.

Ποιοι είναι αυτοί; Είναι αόρατοι για την Πολιτεία; Δημοσίευμα της γερμανικής «Bild», τις προηγούμενες ημέρες, ξανάφερε στην επικαιρότητα το θέμα των χαμένων προσφύγων. Στο άρθρο της η εφημερίδα υποστηρίζει πως η ελληνική κυβέρνηση δεν ανακοινώνει τον πραγματικό αριθμό των προσφύγων που αγνοούνται.

Πώς γίνεται οι πρόσφυγες και μετανάστες να χάνονται όταν τα σύνορα της χώρας είναι κλειστά; Είναι περίπου 8.000, όπως το ίδιο το υπουργείο τούς υπολογίζει; Ή είναι ένας πολύ μεγαλύτερος αριθμός;

Σύμφωνα με τον πρόεδρο των Γιατρών του Κόσμου Ελλάδας Νικήτα Κανάκη, κανείς πραγματικά δεν ξέρει πόσοι είναι αυτοί οι πρόσφυγες και μετανάστες που βρίσκονται εκεί έξω χωρίς να το γνωρίζει η Πολιτεία. «Ο μεγαλύτερος αριθμός αυτών είναι που έχει βρει καταφύγιο στην Αθήνα, έχει νοικιάσει διαμερίσματα –όσοι έχουν ακόμη την οικονομική δυνατότητα –ή μένουν σε σπίτια φίλων και συγγενών. Κάποιοι μένουν σε ένα σπίτι πολλοί μαζί. Είναι γενικά άνθρωποι που έφυγαν από τα κέντρα κράτησης από τον φόβο μήπως παραμείνουν εκεί για μήνες. Παράλληλα, όμως κατάλαβαν ότι είναι πλέον εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα και άρα θα πρέπει να βρουν δουλειά, να εξασφαλίσουν τα προς το ζην για τις οικογένειές τους. Ολες αυτές οι κατηγορίες ανθρώπων είναι εκτός καταγραφής, είναι ένας πληθυσμός άγνωστος. Και κατά τη γνώμη μου αυτός ο αόρατος πληθυσμός συνεχώς αυξάνεται».

Ο κίνδυνος. Τι μεσολάβησε από πέρυσι έως τώρα; Την άνοιξη του 2015 κυβερνητικά στελέχη δήλωναν ότι οι πρόσφυγες «λιάζονταν» στις πλατείες, αναφερόμενοι στους ίδιους ανθρώπους που πλέον αγνοούνται εντός της χώρας. Η διαπίστωση του Νικήτα Κανάκη ότι μοιραία οι δρόμοι του trafficking και της μετανάστευσης κάποια στιγμή θα συναντηθούν ίσως απαντά εν μέρει.

«Η μαφία του trafficking θα εκμεταλλευτεί τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Κι αυτό θα το βρούμε εκτιμώ μπροστά μας. Ακόμη και παιδιά 13 και 14 ετών θα γίνουν θύματα. Σε αυτές τις ηλικίες οι έφηβοι μπορεί να κάνουν τα πάντα. Εχουμε δει τέτοιες περιπτώσεις. Οταν η μαφία κάνει μια “εναλλακτική πρόταση” στους ανθρώπους αυτούς και στα παιδιά πιο ελκυστική από αυτή που δίνει το ελληνικό κράτος είναι βέβαιο πως θα έχουμε την άγρια εκμετάλλευσή τους».

Οι δομές φιλοξενίας ανά τη χώρα –παρά τις όποιες προσπάθειες –είναι αφιλόξενες. Και η Πολιτεία φάνηκε ότι αιφνιδιάστηκε από το προσφυγικό τσουνάμι.

Ας κάνουμε μια υπόθεση: ισχυρός σεισμός σαρώνει την Ελλάδα. Οι πολίτες μιας περιοχής είναι μόλις 60.000. Τα σπίτια τους καταστρέφονται ολοσχερώς. Παιδιά, ηλικιωμένοι, ασθενείς μένουν στον δρόμο. Πώς θα αντιμετώπιζε η Πολιτεία μια τέτοια κρίση;

Η απάντηση δεν είναι θεωρητική. Οι εμπλεκόμενοι φορείς για την αντιμετώπιση του προσφυγικού κύματος –που το τελευταίο διάστημα φουσκώνει και πάλι –χρησιμοποιούν συχνά το παράδειγμα αυτό στις υπουργικές ή υπηρεσιακές συσκέψεις, επιμένοντας πως είναι ό,τι πιο κοντινό στην κρίση που καλούνται να αντιμετωπίσουν.

Το καμπανάκι των γιατρών. Η επιχείρηση συντονισμού όμως αποδεικνύεται στην πράξη ελλιπής, γεγονός που διαφαίνεται και από τα κενά που παρατηρούνται σε ό,τι αφορά τη διαφύλαξη της δημόσιας υγείας.

Τα κρούσματα ηπατίτιδας Α επιβεβαιώνουν τις άθλιες συνθήκες που επικρατούν σε κάποιες δομές. Η πρόσφατη καταγγελία του Ιατρικού Συλλόγου Αττικής είναι ενδεικτική: «Τριάντα δύο περιστατικά εμφανίστηκαν μόνο στη Ριτσώνα Ευβοίας όπου υπήρξε καθυστέρηση στους εμβολιασμούς. Επίσης εκδηλώθηκαν περισσότερα από 13 κρούσματα της νόσου στη Νέα Καβάλα Κιλκίς, εκ των οποίων το ένα αφορούσε υπάλληλο στην εταιρεία που διαχειρίζεται τις χημικές τουαλέτες, γεγονός που εγείρει σοβαρά ερωτηματικά για το κατά πόσον ελέγχονται εάν τηρούν τον νόμο οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στα κέντρα φιλοξενίας».

Την ίδια ώρα, σημεία του ελληνικού χάρτη είναι στο κόκκινο με τους πρόσφυγες εκεί να στοιβάζονται σε κέντρα κράτησης, με χωρητικότητα πολύ μικρότερη των πραγματικών αναγκών. Στη Λέσβο φιλοξενούνται όπως όπως περισσότεροι από 5.800 άνθρωποι, όταν σύμφωνα με τις προδιαγραφές δεν θα έπρεπε να ξεπερνούν τους 3.500.

Στα όρια είναι και οι δομές στον Σκαραμαγκά, στον Ελαιώνα, στην Κω, στις Θερμοπύλες. Ιδια η εικόνα και στη Θεσσαλονίκη, όπου οι περιγραφές των ειδικών κάνουν λόγο για τις πλέον άθλιες συνθήκες.

«Σε όλους τους χώρους υπάρχει συγχρωτισμός εκατοντάδων ανθρώπων σε ενιαίους χώρους, χωρίς επαρκή εξαερισμό, με συσσώρευση απορριμμάτων και αποβλήτων, κακές συνθήκες υγιεινής, ανεπάρκεια στη χορήγηση πόσιμου νερού και κυμαινόμενη ποσότητα και ποιότητα τροφίμων» αναφέρεται μεταξύ άλλων στη γνωμάτευση του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) για τα κέντρα φιλοξενίας στη Βόρεια Ελλάδα στα τέλη Ιουλίου.

Στην ίδια έκθεση δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην αποθήκη – πρώην βυρσοδεψείο Καραμανλή, όπου ο αέρας είναι «μολυσμένος» από αμίαντο και το πόσιμο νερό από υψηλές συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων.

Αγνόησαν τις συστάσεις. Αιχμές αφήνει ο αντιπρόεδρος του Κέντρου, καθηγητής Υγιεινής, Κοινωνικής Φροντίδας και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, Αλέξης Μπένος –υπογράφει τη γνωμάτευση –για την άναρχη χωροθέτηση των δομών φιλοξενίας, αφού δεν ζητήθηκε η γνώμη των υγειονομικών υπηρεσιών. Για την ιστορία ωστόσο αναφέρεται ότι το υπουργείο Υγείας εξέδωσε επίσημα οδηγίες – κριτήρια χωροθέτησης για τα κέντρα φιλοξενίας προσφύγων με στόχο την αποφυγή της εξάπλωσης της ελονοσίας, μόλις τον περασμένο Μάιο (20 Μαΐου).

Πηγές ωστόσο αναφέρουν ότι είχαν προηγηθεί προφορικές συστάσεις από την πλευρά των υγειονομικών φορέων που, όπως φαίνεται, δεν ελήφθησαν υπόψη.

Πάντως, όποια και να είναι η αλήθεια, είναι αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι μια μερίδα των προσφύγων αναζητά τρόπο διαφυγής από τους χώρους φιλοξενίας παίρνοντας την τύχη στα χέρια τους, ακόμη κι αν δεν μπορούν να κάνουν πραγματικότητα το αρχικό τους σχέδιο –να φύγουν δηλαδή το συντομότερο από την Ελλάδα.