Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πήρε τον λόγο στη Βουλή έχοντας ως γνώμονα ότι την προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση για την Παιδεία την είχε ζητήσει ο ίδιος. Συνεπώς, δεν είχε κανέναν λόγο να αποφασίσει να αλλάξει γήπεδο και να υποβαθμίσει ένα θέμα που θεωρεί κεφαλειώδους σημασίας για το μέλλον της χώρας, μετά τα Μνημόνια και την έξοδο από την κρίση. Το παράδειγμα της Φινλανδίας που από την οικονομική κρίση του 1992 δημιούργησε ένα απο τα κορυφαία εκπαιδευτικά συστήματα παγκοσμίως, είναι ο δικός του οδηγός –και ένα μοντέλο στο οποίο έχει ήδη εντρυφήσει η ομάδα που προετοιμάζει το γαλάζιο κυβερνητικό πρόγραμμα.

Στη βάση αυτή, όπως εκτιμούν στην οδό Πειραιώς, ο Αλέξης Τσίπρας έχασε χθες τον δρόμο, επιλέγοντας και πάλι έναν κλεφτοπόλεμο για τη διαπλοκή και τα συμφέροντα, προκειμένου να ξεφύγει από τη ζοφερή πραγματικότητα σε όλα τα πεδία της κυβερνητικής διαχείρισης. Ο αρχηγός δεν ακολούθησε από επιλογή –παρά τις εισηγήσεις βουλευτών και στελεχών να μπει στη μονομαχία με τους όρους Τσίπρα. Σύμφωνα με την εικόνα που καταγράφουν στο γαλάζιο επιτελείο για τη χθεσινή συζήτηση, ο Πρωθυπουργός έμεινε μόνος την περισσότερη ώρα να απολογείται και να αναζητεί μια πειστική γραμμή άμυνας για θέματα όπως ο Καλογρίτσας και η διαχείριση της Τράπεζας Αττικής, για τα οποία η λαϊκή ετυμηγορία είναι μάλλον αμετάκλητη. Ταυτόχρονα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης απέμεινε μόνος «στη γραμμή της σοβαρότητας και υπευθυνότητας», όπως ακριβώς επιδίωκε, ενώ ο Πρωθυπουργός εξακολουθούσε να συγκρούεται με την «κοινή λογική».

Στενοί συνεργάτες τους σημειώνουν ότι όχι μόνον ήταν από την αρχή ξεκάθαρη η τακτική Μητσοτάκη («δεν θα μπω στον πειρασμό να αποπροσανατολίσω τη συζήτηση», διεμήνυσε στο ξεκίνημα της ομιλίας του), αλλά αποδέκτης του μηνύματος ότι η χθεσινή αντιπαράθεση αφορούσε αποκλειστικά την Παιδεία ήταν και ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος θα έπρεπε να αντιληφθεί ότι το θέμα επέτρεπε την αναζήτηση μιας μίνιμουμ, έστω, συναίνεσης. Ο Πρωθυπουργός επέλεξε και για την Παιδεία τον δρόμο της σκληρής πόλωσης, απομακρύνοντας ακόμη περισσότερο το μετριοπαθές ακροατήριο και τη λεγόμενη μεσαία τάξη, ανεξάρτητα αν στην πολιτική κλίμακα κινείται στην κεντροδεξιά ή την κεντροαριστερά. Είναι πρωτίστως το κοινό στο οποίο απέβλεπε χθες ο πρόεδρος της ΝΔ, αποδίδοντας νέα εύσημα και στον νόμο Διαμαντοπούλου. Ισορροπιστής εμφανίστηκε μόνον στο ζήτημα των Θρησκευτικών, προκρίνοντας αλλαγές στη διδασκαλία του μαθήματος, αλλά μέσα από διάλογο με την επίσημη Εκκλησία –την ίδια ώρα, όμως, που ο Τσίπρας εμφανιζόταν να αναδιπλώνεται και να σύρεται πίσω από έναν «τροπαιούχο» Πάνο Καμμένο.

«ΔΙΧΑΖΕΙ». Η βασική εκτίμηση στο γαλάζιο επιτελείο είναι ότι ο Πρωθυπουργός με λόγο και εικόνα απώλεσε τα όποια ψήγματα αξιοπιστίας διέθετε για τους χειρισμούς στον χώρο της Παιδείας, επιβεβαιώνοντας την κεντρική θέση του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι «σκοπός του κ. Τσίπρα είναι να διχάσει και στην Παιδεία» και πως σε αυτόν τον ευαίσθητο χώρο «συντελείται καθημερινά μια καταστροφή για λόγους βαθιά ιδεοληπτικούς». Κατά τα ίδια στελέχη, ακόμη και την ώρα της προσωπικής επίθεσης στον αρχηγό της ΝΔ για τις σπουδές τους στις ΗΠΑ, ο Πρωθυπουργός «κατάφερε να αυτοπαγιδευθεί», επιτρέποντας στον Κυριάκο Μητσοτάκη να αναδείξει τον «υποκριτή Τσίπρα», με την υπενθύμιση της εγγραφής των παιδιών του σε ιδιωτικό σχολείο.