Η λέξη λιτότητα δεν είναι άγνωστη στην Ιταλία. Θέμα «ισοδυνάμων», πάντως, δεν έθεσε κανένας. Κι έτσι, η κυβέρνηση του Ματέο Ρέντσι εξήγγειλε ένα πακέτο φιλολαϊκών μέτρων για το οποίο το μόνο που μένει να φανεί είναι εάν θα προκαλέσει και ένα νέο μπρα ντε φερ με τις Βρυξέλλες εκτός από το ανακουφίσει εκατομμύρια ιταλούς πολίτες. Τι προβλέπει το πακέτο; Οτι θα δοθεί και 14η σύνταξη στα 3.400.000 εκατ. των συνταξιούχων με απολαβές κάτω των 1.000 ευρώ τον μήνα. Οτι δεν θα φορολογούνται οι συνταξιούχοι των οποίων το ετήσιο εισόδημα δεν ξεπερνά τα 8.000 ευρώ. Και ότι όσοι εργαζόμενοι μπήκαν στον εργασιακό στίβο ανήλικοι θα μπορούν να συνταξιοδοτούνται με πλήρη σύνταξη πριν συμπληρώσουν το 62ο έτος.

Το πακέτο θα επιβαρύνει τα ταμεία του ιταλικού κράτους με 6 δισ. ευρώ σε βάθος τριετίας και, σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας Τζουλιάνο Πολέτι, «πρόκειται για ποσό που μπορεί να χρησιμοποιηθεί χωρίς να χρειάζεται η έγκριση των Βρυξελλών». Σίγουρο κάτι τέτοιο δεν μπορεί να είναι. Το βέβαιο είναι πάντως ότι αυτό το «Ματέο, δώσ’ τα όλα» έχει εκλογικό ορίζοντα. Και αυτός δεν είναι άλλος από το δημοψήφισμα που θα πραγματοποιηθεί στις 6 Δεκεμβρίου για τη συνταγματική αναθεώρηση και το οποίο έχει λάβει χαρακτήρα ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση και στον πρωθυπουργό προσωπικά. Το πακέτο, εξάλλου, είναι το τρίτο μέρος αυτής της εκστρατείας πειθούς. Είχαν προηγηθεί μια πολυδιαφημισμένη σύγκρουση με τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο για την πολιτική της λιτότητας και η εξαγγελία κατασκευής της γέφυρας που θα ενώνει τη Σικελία με την ηπειρωτική Ιταλία, ενός φαραωνικού έργου που έχει εξαγγελθεί πολλές φορές στο παρελθόν και σύμφωνα με τον Ματέο Ρέντσι θα δημιουργήσει 100.000 νέες θέσεις εργασίας.

Το ερώτημα που ανακύπτει τώρα είναι εάν αυτό το μείγμα σύγκρουσης, δημοσίων επενδύσεων και οικονομικών παροχών θα αποδειχθεί αρκετό για να κερδίσει ο Ματέο Ρέντσι ένα δημοψήφισμα από το αποτέλεσμα του οποίου μπορεί να κριθεί το μέλλον του ιδίου αλλά και της Ιταλίας. Αναλυτές εκτιμούν, πάντως, ότι το αποτέλεσμα θα κριθεί και από άλλους παράγοντες. Ενας από αυτούς είναι ο Μπέπε Γκρίλο. Ο ιδρυτής του Κινήματος των 5 Αστέρων, του λαϊκιστικού κόμματος που προηγείται στις δημοσκοπήσεις, είχε απομακρυνθεί από το προσκήνιο για να δώσει στον πολιτικό σχηματισμό του μια πατίνα μετριοπάθειας. Επειτα όμως από την αποτυχημένη αρχή της νέας δημάρχου στη Ρώμη, η οποία είχε εκλεγεί με τη σημαία του M5S, ο κωμικός από τη Γένοβα επέστρεψε ως ηγέτης του Κινήματος.

Τον δικό της ρόλο εκτιμάται ότι θα διαδραματίσει η προσφυγική κρίση. Ο Ρέντσι συγκρούστηκε με τις Βρυξέλλες και σε αυτό το πεδίο από την προσήλωση της Κομισιόν στη δημοσιονομική πειθαρχία. Αυτό που ζητάει ο ιταλός πρωθυπουργός είναι περισσότερη αλληλεγγύη στην αντιμετώπιση ενός προβλήματος που η Ρώμη θεωρεί ότι είναι ολόκληρης της Ευρώπης και όχι μόνο των χωρών υποδοχής. Η συζήτηση αυτή στο εξωτερικό όμως δεν αποσυμπιέζει την κατάσταση στο εσωτερικό. Κι αυτή η πίεση, λένε οι αναλυτές, μπορεί να βγει στις κάλπες. Πας σε πόλεμο όταν έχεις εμφύλιο; Αυτός είναι ένας άλλος κρίσιμος παράγοντας του δημοψηφίσματος. Στο στρατόπεδο του «όχι» έχει συμπαραταχθεί η αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος, με τον πρώην πρωθυπουργό Μάσιμο Ντ’ Αλέμα και ορκισμένο εχθρό του Ρέντσι να διεκδικεί ρόλο σημαιοφόρου. Το ερώτημα που τίθεται, επομένως, είναι εάν ο ηγέτης της ιταλικής Κεντροαριστεράς μπορεί να κερδίσει το δημοψήφισμα με το μισό κόμμα να είναι απέναντί του.

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΗΣ

Σε ποιο ερώτημα θα κληθούν να απαντήσουν;

Ενας ιδιαίτερα κρίσιμος παράγοντας για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος – παρατηρεί η επιθεώρηση «Politico» – ισχύει για όλα τα δημοψηφίσματα: είναι το ίδιο το ερώτημα και πιο συγκεκριμένα ο τρόπος που διατυπώνεται. Ο Ρέντσι έχει δηλώσει ότι με τη διατύπωση θα γίνει απολύτως σαφές στους ιταλούς ψηφοφόρους ότι με τη θετική τους ψήφο θα μειωθεί το λεγόμενο «κόστος της πολιτικής», ενώ θα επέλθει ένα σημαντικό πλήγμα στην «κάστα», όπως αποκαλείται στην Ιταλία η πολιτική τάξη σε συνδυασμό με τα προνόμια και τους υψηλούς μισθούς απολαμβάνει. Για όλα τα δημοψηφίσματα πάντως ισχύει και κάτι άλλο: ότι κανείς δεν ξέρει σε ποιο ερώτημα απαντάει ο ψηφοφόρος την ώρα της κάλπης.