Με την πρώτη ματιά που έριξα στη φωτογραφία γνώρισα ένα παιδί του κόσμου. Από εκείνα που ίσως έχουμε ξεχάσει πως ήταν συνηθισμένο ελληνικότατο καθημερινό θέαμα πριν από πάνω από πενήντα και πλέον χρόνια τώρα. Οι δεκαετίες του ’40, του ’50, ακόμα και του ’60 είχαν πολλά τέτοια παιδιά να μας δείξουν, ξυπόλητα, ρακένδυτα, πεινασμένα, ανασφαλή. Μόνο ένα χαμόγελο όπως αυτό της φωτογραφίας θα μπορούσε να μας θέσει το εύλογο ερώτημα πώς καταφέρνει ένα παιδί του 1943 να γελάει σε έναν κόσμο που έχει γυρίσει ανάποδα! Τα πάνω ήρθαν κάτω και δεν βρίσκω καθόλου τυχαίο ή στημένο το φόντο, με τις διαφημιστικές ταμπέλες ανάποδα. Τίποτα στη θέση του την εποχή του σκότους, του πολέμου και της απειλής του θανάτου από στιγμή σε στιγμή.
Παραμένουν μέσα μου αυτές οι εικόνες, όπως οι χριστιανοί κρατούν τους αγίους ως φυλαχτό ζωής. Για την παιδική, εφηβική και μετέπειτα ηλικία μου κράτησα τους δικούς μου αγίους και με αυτούς πορεύτηκα, αφού όλα αυτά (σαν τη φωτογραφία) τα είδα, τα συναναστράφηκα, τους μίλησα, ταυτίστηκα, με την πείνα τους, την αγωνία, τον φόβο, τον τρόμο και ταυτόχρονα με μια χαρμολύπη ανεξήγητη, παράξενα υπαρξιακή, αλλόκοτα ελπιδοφόρα, στην εποχή του γερμανοϊταλικού φασισμού και της μακάβριας προετοιμασίας των δύο σκληρότατων εμφυλίων που ντρόπιασαν σύσσωμο το ελληνικό έθνος.
Το χαμόγελο αυτό ίσως μας μπερδεύει έως κάποιο σημείο. Συγχρόνως, όμως, μας διδάσκει πως το ενθαρρυντικό αυτό χαμόγελο σηματοδοτεί και την ελπίδα που –ομολογώ –αυτή η χώρα, η Ελλάδα, δεν εγκατέλειψε ποτέ της! Ισως ήταν αυτό το όπλο της μέσα στα δίσεκτα χρόνια που ακολούθησαν.
Η εν λόγω φωτογραφία δεν έχασε ποτέ τη λάμψη και την επικαιρότητά της. Ερχεται και πάλι να μας θυμίσει το ίδιο δράμα, που αυτή τη φορά χτυπάει γειτονικούς λαούς φλεγόμενων εμπόλεμων χωρών της Μέσης Ανατολής, της Ασίας, της Αφρικής. Κατά δεκάδες χιλιάδες εισρέουν στην Ευρώπη και το ολοκληρωμένο δράμα το έχουμε πλέον μπροστά στα μάτια μας, αυτή τη φορά με άλλους πρωταγωνιστές.
Το κοριτσάκι της φωτογραφίας και πάλι είναι «εδώ»! Ενα ελληνάκι που εκδηλώνει μια στιγμιαία αισιοδοξία. Με τα λασπωμένα μποτάκια, φτωχοντυμένο πάλι, στημένο μπροστά στο ανάποδο τοπίο με τις επιγραφές και το χαμόγελο να μας μπερδεύει. Πώς να μην ανακαλέσει την παιδική μου μνήμη; Αναρωτιέμαι ποιες προοπτικές υπάρχουν για ένα παιδικό αισιόδοξο χαμόγελο ενός σημερινού μετανάστη μέσα στο γενικότερο τοπίο του παγκόσμιου αδιέξοδου γρίφου. Η μόνη σκέψη που θα μπορούσα να διατυπώσω είναι η αταβιστική ανάγκη του ανθρώπου να χαμογελάει ακόμα και μπροστά στο χάος και αυτό το διαθέτουν περισσότερο τα παιδιά από τους ενηλίκους. Η αθωότητα εξάλλου πάντα υπάρχει για να απλώνει φως στο γκρίζο τοπίο. Είναι και το μόνο στοιχείο (σημείο) της φωτογραφίας που έχω μπροστά μου που με βγάζει κατά κάποιο τρόπο από την επιστροφή στη σκληρή μνήμη που προανέφερα.
Παρατηρώ στα μεταναστευτικά-προσφυγικά κέντρα τα παιδάκια, δήθεν να αδιαφορούν για το μαρτύριο που βίωσαν από την απειλή της θάλασσας, να μη συνειδητοποιούν ότι επέζησαν και δεν είναι από «εκείνα» που κατέληξαν στον βυθό και παίζουν, γελάνε, ανέμελα δήθεν, μπροστά στο δράμα που αντιμετωπίζουν. Ισως να είναι ανθρώπινη νομοτέλεια: τα παιδιά είναι προορισμένα να συνδέονται με το γέλιο και το αισιόδοξο συναίσθημα. Οχι για το αντίθετο. Μόνο έτσι θα φορτίσουν την ψυχή τους για να αντέξουν την όποια πορεία. Το κοριτσάκι της φωτογραφίας, είτε εδώ είτε οπουδήποτε, χθες, σήμερα, αύριο, πάντα θα μας χαμογελάει για να μας σπρώξει προς τη ζωή και τις καθημερινές δράσεις για το μέλλον. Για να προσπαθήσουμε να το ομορφύνουμε.