Πειράζει που στο νέο πρόγραμμα του μαθήματος των Θρησκευτικών προτείνονται τραγούδια του Νικόλα Ασιμου ή της Ριάνα; Οχι, το αντίθετο. Πειράζει όμως που ο υπουργός Παιδείας θέλει να περιορίσει τη συζήτηση των θεολόγων με τους μαθητές τους στον μπαγάσα που περνάει καλά κει πάνω και πιθανότητα είναι ο Θεός ή στην ομπρέλα κάτω από την οποία καλεί να καθήσουμε η τραγουδίστρια και με λίγη φαντασία μπορεί να θεωρήσει κανείς ότι είναι η θεία σκέπη.

Το πρόβλημα, με άλλα λόγια, βρίσκεται στην εμμονή με τον κεντρικό σχεδιασμό. Βρίσκεται στην πρόθεση της πολιτείας να υποδεικνύει ακόμη και το hit parade των Θρησκευτικών δίνοντας την ευκαιρία ακόμη και σε μια Εκκλησία που φιλοδοξεί να χειραγωγεί τα πάντα να κατηγορεί τον εκπρόσωπό της για λουδοβικισμό. Στην καχυποψία της απέναντι στους διδάσκοντες και την αντίληψή της ότι οι ίδιοι δεν είναι ικανοί να επιλέξουν όχι μόνο ανάμεσα σε μια σειρά από εγχειρίδια αλλά ούτε καν τα τραγούδια που κάνουν τη φλόγα της πίστης να δυναμώνει ή να σβήνει.

Δεν είναι κάτι που ισχύει μόνο με τα Θρησκευτικά. Ισχύει για ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα. Πίσω από τη διακήρυξη του «σχολείου της ισότητας» κρύβεται η αντίληψη του καθολικού ελέγχου και της ιδεολογικής καθοδήγησης. Είναι ο ίδιος ανυπόφορος πατερναλισμός που χαρακτηρίζει διαχρονικά την εκπαιδευτική πολιτική στην Ελλάδα, άλλοτε δεξιός, κάποτε χουντικός, σήμερα αριστερός και πάντοτε εθνικιστικός και εκκλησιαστικός. Το αποτέλεσμα το έχουμε βιώσει ήδη. Και τώρα μπορούμε να το φανταστούμε: ακόμη και το ποπ τραγούδι μιας καλλονής τραγουδίστριας από τα νησιά Μπαρμπάντος θα παίζει στην τάξη και στα αφτιά των βαριεστημένων παιδιών θα ακούγεται σαν θρησκευτικός ύμνος.