Σύμφωνα με μια νέα δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Odoxa που δημοσιεύτηκε χθες, οκτώ στους δέκα Γάλλους θεωρούν πως ο Φρανσουά Ολάντ δεν θα έπρεπε να διεκδικήσει δεύτερη προεδρική θητεία. Και σχεδόν εννέα στους δέκα Γάλλους, το 88%, δεν πιστεύουν πως θα καταφέρει να μειώσει την ανεργία –αναγκαία συνθήκη, σύμφωνα με τον ίδιο τον γάλλο πρόεδρο, μιας νέας υποψηφιότητάς του. Τέσσερις μήνες πριν από την primaire των Σοσιαλιστών, επτά μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές, το κύμα αμφισβήτησης του Ολάντ μοιάζει ψηλότερο από ποτέ. Η ίδια δημοσκόπηση εντούτοις έδειξε πως στα μάτια της πλειοψηφίας των Γάλλων, από όλους τους πιθανούς αντιπάλους του, σε όλο το γαλλικό πολιτικό φάσμα, μόνον ο δεξιός Αλέν Ζιπέ και ο προσφάτως παραιτηθείς υπουργός Οικονομίας Εμανουέλ Μακρόν θα τα πήγαιναν καλύτερα από τον γάλλο πρόεδρο στη μάχη εναντίον της ανεργίας. Και οι δημοσκόποι αποδίδουν στον Ολάντ αυτό που αποκαλούν «στρατηγική της ποντικότρυπας»: «Η στρατηγική της ποντικότρυπας συνίσταται στο να είσαι “το μη χείρον”. Ο Φρανσουά Ολάντ ελπίζει να αντιμετωπίσει έναν αντίπαλο που θα θεωρηθεί ακόμη χειρότερος από εκείνον. Η ελπίδα του είναι ο Νικολά Σαρκοζί» εκτιμούσε χθες ο επικεφαλής του Odoxa Γκαέλ Σλιμάν. Παράλληλα, ωστόσο, ο Ολάντ δεν παύει να υπερασπίζεται τα πεπραγμένα του, τις αξίες του, το όραμά του. Το περιοδικό «Le Débat» δημοσιεύει στο τελευταίο του τεύχος μια μακροσκελή συνέντευξή του στον φιλόσοφο Μαρσέλ Γκοσέ και τον ιστορικό Πιερ Νοβά. Η «Monde» δημοσίευσε μερικά αποσπάσματα.

Για τον σοσιαλισμό

«Ο σοσιαλισμός είναι μια κληρονομιά με βαθιές ρίζες στην ιστορία μας, και είναι πολύ περισσότερο μια ιδέα από ό,τι μια οργάνωση. Είμαι σοσιαλιστής αλλά δεν είμαι υπέρ της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής. Ουδέποτε υπήρξα. Ο σοσιαλισμός είναι περισσότερο φιλοσοφία και λιγότερο δόγμα. Οταν ο Λεόν Μπλουμ μιλάει για αυτό που τον έκανε σοσιαλιστή, λέει πως είναι η ιδέα της δικαιοσύνης αυτή που έπαιξε τον καθοριστικό ρόλο. Σήμερα, επιδιώκω αυτή την ιδέα της δικαιοσύνης διασφαλίζοντας παράλληλα τη θέση ενός έθνους, και όχι ενός οποιουδήποτε έθνους, της Γαλλίας, στον κόσμο. […] Εξακολουθώ να πιστεύω πως ο διαχωρισμός Αριστερά – Δεξιά παραμένει θεμελιώδης αρχή της δημοκρατίας. Πιστεύω πως η κυβερνητική Αριστερά βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με μια πραγματική δυσκολία, διότι αμφισβητείται όχι μόνο από τη Δεξιά, αλλά πλέον και από την Ακροδεξιά γύρω από ζητήματα εθνικής ταυτότητας. Επιπλέον, αμφισβητείται, όπως ίσχυε πάντα, από μια άλλη Αριστερά που έχει απομακρυνθεί από τη διακυβέρνηση του κόσμου».

Για την κυβερνητική Αριστερά

«Η κυβερνητική Αριστερά γίνεται ύποπτη με το που αποκτά ευθύνες και η μοίρα της είναι να κατηγορείται πάντα για προδοσία. Δεν υπάρχει παράδειγμα Αριστεράς στην εξουσία που να μη βρέθηκε υπό την πίεση των εισαγγελέων μιας εναλλακτικής επιλογής. Απέναντι σε αυτή την αέναη καχυποψία η κυβερνητική Αριστερά δεν πρέπει να χαμηλώνει το βλέμμα. Πρέπει να αυτοπροσδιορίζεται ως μια δύναμη διαχείρισης και αλλαγής, η αξία της οποίας δεν μπορεί να αναγνωρίζεται μόνον όταν εγκαταλείπει την εξουσία. Η Αριστερά είναι πάντα ωραία στην αντιπολίτευση, όχι μόνο διότι ξαναβρίσκει τη λευκότητα των χεριών της, αλλά και επειδή μυθοποιεί τις παλιές της μεταρρυθμίσεις, ξεχνώντας πόσο δύσκολο ήταν να πείσει για την ορθότητά τους όταν είχε εκείνη την ευθύνη».

Περί σοσιαλδημοκρατίας και σοσιαλφιλελευθερισμού

«Αν το να είσαι σοσιαλδημοκράτης σημαίνει ότι αποδέχεσαι τον συμβιβασμό, τότε είμαι σοσιαλδημοκράτης. […] Από την αρχή της θητείας μου προσπάθησα να φέρω σε διάλογο μια σύγχρονη εργοδοσία και έναν μεταρρυθμιστικό συνδικαλισμό. Είναι δύσκολο. Υπάρχουν αντιστάσεις. Και τόσο στη Δεξιά όσο και στην Αριστερά υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν ακόμα πως όλα πρέπει να περνούν από το κράτος και τον νόμο. […] Ο σοσιαλφιλευθερισμός; Είναι ο φιλελευθερισμός χωρίς τη βαναυσότητα. Δεν είμαι φιλελεύθερος, με την έννοια εκείνη που θέλει τη λογική της αγοράς υπέρ πάντων. Αντιθέτως, αποδέχομαι σε ορισμένες περιπτώσεις μια πολιτική της προσφοράς. Το 2012, η κατάσταση της χώρας δικαιολογούσε τη στήριξη των επιχειρήσεων ώστε να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητά τους. Αυτή ήταν η έννοια του “συμφώνου ευθύνης”. Ηταν δεξιό, ήταν αριστερό; Ηταν απαραίτητο, και το έκανα».

Για τις προσωπικές του ευθύνες

«Θα ήταν υπερβολικά απλοϊκό να πω πως είμαι θύμα ενός συστήματος που παράγει μηχανικά δυσπιστία. Ισως [αυτή η δυσκολία να πείσω] να οφείλεται σε κάποια επικοινωνιακά λάθη, στην έλλειψη κατανόησης των πολιτών για κάποιες αποφάσεις, ιδίως σε φορολογικά ζητήματα, στις αρχές της θητείας μου, στην επιμονή ενός υψηλού ποσοστού ανεργίας και στους διχασμούς του κυβερνώντος κόμματος. Πιστεύω ωστόσο πως αυτοί οι [δημοσκοπικοί] δείκτες εκφράζουν περισσότερο μια συνολική αμφισβήτηση της εξουσίας παρά μια οριστική ετυμηγορία για τις ιδέες που εκπροσωπώ και τις πράξεις μου. Σε κάθε περίπτωση, η ριζοσπαστικοποίηση της [δεξιάς] αντιπολίτευσης, η παρουσία μιας Ακροδεξιάς γύρω στο 25% δημιουργούν αναγκαστικά μια επικίνδυνη κατάσταση για τον επόμενο πρόεδρο. Ιδίως αν εκλεγεί απέναντι στην υποψήφια του Εθνικού Μετώπου στον δεύτερο γύρο. Οι ψηφοφόροι που θα τον έχουν ψηφίσει δεν θα το έχουν κάνει παρά μόνο για να αποτρέψουν τα χειρότερα. Ερήμην λοιπόν και όχι από πεποίθηση. Η αμφισβήτησή του είναι εγγεγραμμένη προκαταβολικά στα εκλογικά δεδομένα».

Για τη Γαλλία που ανησυχεί

«Η χώρα μας είναι δομικά ανήσυχη. Αμφιβάλλει για τον εαυτό της. Και εντούτοις δεν υπάρχει χώρα στον κόσμο περισσότερο αγαπητή από τη Γαλλία. Τα πλέον εγκωμιαστικά άρθρα μετά τις επιθέσεις της 13ης Νοεμβρίου ήρθαν από τους συνήθεις καταφρονητές μας, Αμερικανούς ή Αγγλους, τους ίδιους μάλιστα που είχαν συντηρήσει αυτάρεσκα το French bashing. Παρ’ όλα αυτά, η Γαλλία δεν καταφέρνει να αγαπήσει τον εαυτό της. Τη στοιχειώνει ο φόβος της παρακμής της, είναι ένας φόβος που έρχεται από πολύ μακριά. Αυτός ο πειρασμός είναι που εκφυλίζεται σε εθνικές περιχαρακώσεις. Η Γαλλία πρέπει να πάψει να ερμηνεύει αυτό που υπήρξε ώστε να πιστέψει σε αυτό που μπορεί να γίνει. Να πάψει να νιώθει ικανοποιημένη μέσα σε αυτό που θεωρεί ως τη δυστυχία της τη στιγμή που φέρει την ιδέα την ίδια της ευτυχίας. Η Ευρώπη είναι μπλοκαρισμένη. Διανύει μια περίοδο κατά την οποία φτάνει σε σημείο να αναρωτιέται αν το σχέδιό της μπορεί να επιβιώσει. Προς τα πού πρέπει να στραφούμε; […] Από τη Γαλλία υπάρχουν οι μεγαλύτερες προσδοκίες σε πολιτικό επίπεδο».

Για την εθνική ταυτότητα

«Δεν αρνούμαι το ζήτημα της εθνικής ταυτότητας με τη δικαιολογία πως το έχουν καταλάβει άλλοι [η Δεξιά και κυρίως η Ακροδεξιά]. Αν την κατέλαβαν, είναι επειδή τους αφήσαμε. Πρέπει όμως να έχει κανείς τον δικό του ορισμό της εθνικής ταυτότητας. Υπάρχει η αρνητική ταυτότητα: “Είμαι αυτός που είμαι επειδή δεν είμαι αυτό που είστε εσείς”. Είναι η πλέον πρωτόγονη μορφή και, για τους υπερασπιστές της, προσδιορίζεται πρωτίστως σε σχέση με το Ισλάμ. Αυτό είναι που συνδέει όλες τις ακροδεξιές της Ευρώπης και όχι μόνο: η απόρριψη μιας θρησκείας που υποτίθεται ότι θέλει να επιβάλλει τους δικούς της κανόνες, τα δικά της ήθη όσον αφορά την ένδυση ή το φαγητό. Γι’ αυτό παρουσιάζουν αυτήν τη δυναμική οι λαϊκιστές στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, λόγω αυτού του φόβου. Για τη Δεξιά, η εθνική ταυτότητα είναι αμυντική. Στο όνομα της χριστιανικής κληρονομιάς και της γαλλικής χοάνης. Για την Αριστερά, πρέπει να είναι θετική. Να δείξει πως η Γαλλία είναι μια ιδέα. Μια ιδέα που επέτρεψε σε πολίτες με πολλές διαφορετικές ρίζες, πολλές διαφορετικές διαδρομές, να συγκροτήσουν ένα έθνος ενωμένο με βάση ορισμένες αξίες και ένα συλλογικό σχέδιο».

Περί Ισλάμ και ριζοσπαστικοποίησης

«Η ριζοσπαστικοποίηση είναι ένας μείζων κίνδυνος για τα άτομα και ιδίως τους νέους που πέφτουν θύματά της, αλλά και για τη γαλλική κοινωνία που θα μπορούσε να διαλυθεί με βάση την ίδια την ιδέα της συνύπαρξης. Αυτός είναι ο τρομακτικός υπολογισμός των φονταμενταλιστικών ομάδων: να σπείρουν την καχυποψία ώστε να γίνουν αποτελεσματικότερες οι εκκλήσεις τους για αλληλεγγύη των μουσουλμάνων. Εναπόκειται στους γάλλους μουσουλμάνους και τους εκπροσώπους τους να αντιδράσουν στο όνομα της δημοκρατίας, διότι αυτή είναι που τους προστατεύει. Το Ισλάμ δεν επιζητεί να κατακτήσει τη δημοκρατία, αλλά το Ισλάμ, όπως όλα τα δόγματα, πρέπει να είναι εντελώς μέσα στη δημοκρατία. Η Αριστερά έχει την ικανότητα, με τις αξίες που φέρει και την κοσμικότητα που ιστορικά συνετέλεσε για να οικοδομηθεί, να δώσει στο θρησκευτικό ζήτημα τη θέση που του πρέπει. Και να μην παρασυρθεί από αυτό».

Για τη Γαλλία της αδελφοσύνης

«Αυτό που ήθελα περισσότερο από όλα ήταν να μην οξύνω τους διχασμούς, τα τραύματα, τις διαχωριστικές γραμμές που είδα να βαθαίνουν αυτά τα τελευταία χρόνια. Κάποιοι από τους διχασμούς αυτούς επανεμφανίστηκαν, για παράδειγμα με αφορμή τον Γάμο για Ολους. Αλλοι επανεμφανίστηκαν με τις τρομοκρατικές επιθέσεις, και ακόμα πιο έντονα έπειτα από εκείνη στη Νίκαια. Η Γαλλία είναι μια ενιαία χώρα που τρέφει στους κόλπους της τον διχασμό. Κι έπειτα αναφαίνεται, μέσα στις πιο δραματικές συνθήκες, απέναντι σε έναν κίνδυνο, ένα πατριωτικό σκίρτημα. Το είδαμε επί το έργον την 11η Ιανουαρίου. Αυτό είναι που επιτρέπει την επανασύνδεση του συναισθήματος με τη λογική. Που βγάζει ό,τι το καλύτερο μέσα από τον πολίτη. Που περιορίζει εκείνη τη σκοτεινή πλευρά του, την οποία τροφοδοτεί η αίσθηση πως δεν τον ακούνε. Που εξορκίζει εκείνο τον ανείπωτο φόβο μήπως χάσει αυτό που του απομένει, τη γαλλική του ταυτότητα. Ο πατριωτισμός ανυψώνει, δίνει φως και μέσα από την ελπίδα, υπέρβαση και σύνδεση. Η δική μου Γαλλία είναι η Γαλλία της αδελφοσύνης. Ελευθερία, ισότητα, όλοι γνωρίζουν τι σημαίνει. Η αδελφοσύνη είναι μια εφεύρεση που ανακαλύπτουμε ξανά και ξανά, ασταμάτητα. Η αδελφοσύνη δεν είναι η γενναιοδωρία, δεν είναι η αλληλεγγύη, είναι το συναίσθημα του “μαζί”, αδέλφια με κοινό πεπρωμένο. Είναι ό,τι πιο ισχυρό έχει η δημοκρατία».