Το 1916 ήταν για την Ελλάδα annus horribilis. Η εισβολή των Βουλγάρων στην Ανατολική Μακεδονία και το Κίνημα της Εθνικής Αμύνης του Ελευθέριου Βενιζέλου, που έβλεπε την πικρή δικαίωσή του στη διάσταση με τον βασιλιά Κωνσταντίνο για την εξωτερική πολιτική, σηματοδοτούσαν μια χρονιά πολλαπλά μεταβατική. Οι θεσμικές απαιτήσεις της Βιομηχανικής Επανάστασης ή τα τρεκλίσματα παλιών δυνάμεων άνοιγαν νέους δρόμους στις νοτιοευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες, αν και βρίσκονταν λίγο πίσω πολιτειακά ή οικονομικά, δύσκολα απέφευγαν εσωτερικές διαμάχες. Το εξηγεί καλύτερα ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου, καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών: «Μιλάμε για μια περιοχή που από τα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου κυβερνιέται από αυτοκρατορίες και τώρα προσαρμόζεται στην εποχή των εθνών – κρατών». Κάπως έτσι ο Εθνικός Διχασμός έφερε σε σύγκρουση δύο ολόκληρους κόσμους: «Και οι δύο πιστεύουν στη Μεγάλη Ιδέα, ο μεν Βενιζέλος όμως τείνει προς τις δυτικές δημοκρατίες, ο δε Κωνσταντίνος προς τις κεντρικές αυτοκρατορίες, τις πιο αυταρχικές. Τον έναν υποστηρίζουν δυναμικά αστικά στρώματα, τον άλλον όσοι βασίζονται στις λειτουργίες του κράτους όπως είχε διαμορφωθεί και που οι αλλαγές τούς απειλούν» εξηγεί ο ιστορικός.

Το συμπόσιο «Η κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης: Η κορύφωση της σύγκρουσης δύο κόσμων –Ιστορική αποτίμηση, 100 χρόνια μετά» διερευνά αυτήν ακριβώς την αντιπαράθεση στην πολιτική, διπλωματική και στρατιωτική διάστασή της, αναδεικνύοντάς την τόσο σε επίπεδο ιδεολογικών αρχών όσο και επιλογών εξωτερικής πολιτικής. Ενα πρώτο επίτευγμά του είναι η συνδιοργάνωσή του από τρεις εξέχοντες φορείς: το Ιδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, το Ιδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου και το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος». Χώρια οι συνεδρίες που, σύμφωνα με τον Χατζηβασιλείου, «φανερώνουν δυνατότητα για σοβαρή επιστημονική δουλειά σε ζητήματα που λόγω μεγάλης έντασης συχνά επιχρωματίζονται πολιτικά». Σταχυολογώντας, ο αναπληρωτής καθηγητής του ΑΠΘ Σπύρος Σφέτας θα μιλήσει για τις «Γερμανικές και βουλγαρικές αντιδράσεις στην Προσωρινή Κυβέρνηση Θεσσαλονίκης», ενώ ο μητροπολίτης Ανδρέας Νανάκης θα επιχειρήσει μια «Προσέγγιση στο “Ανάθεμα” κατά του Ελ. Βενιζέλου». Η εισήγηση του επίκουρου καθηγητή του ΕΚΠΑ Σπύρου Πλουμίδη έχει τίτλο «Συντηρητισμός εναντίον ριζοσπαστισμού: Η γλώσσα του Εθνικού Διχασμού», ενώ εκείνη του ομότιμου καθηγητή του ΑΠΘ Γεώργιου Νάκου καταπιάνεται με τον «Μεταβολισμό της αγροτικής ιδιοκτησίας ως πολιτική της Προσωρινής Κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης». Ο επίκουρος καθηγητής του Παναπιστημίου Μακεδονίας Στράτος Δορδανάς καταπιάνεται με τον «Γερμανικό παράγοντα και τις εμφύλιες συγκρούσεις στη Μακεδονία της Εθνικής Αμυνας» και η ιστορικός Στέλλα Αλιγιζάκη με τον «Διχασμό και την ελληνική διανόηση της εποχής».

Το θέμα της ομιλίας του Χατζηβασιλείου είναι «Εσωτερική σύγκρουση και διεθνείς σχέσεις, 1915-1916». Μότο της το «salus populi suprema lex» («υπέρτατος νόμος η σωτηρία της πατρίδας»), μια αρχή απλώς λογικοφανής κατά τον ιστορικό: από τη στιγμή που ενεργοποιείται, ο κατήφορος βρίσκεται κοντά. Είναι αλήθεια, στη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή παίζεται η επιβίωση του έθνους, η επίκληση της σωτηρίας του όμως ίσως οδηγήσει σε παραβιάσεις του πολιτεύματος, όπως το κίνημα της Εθνικής Αμυνας. Η πρώτη ρήξη βέβαια έρχεται με την άρνηση του Κωνσταντίνου να δεχθεί την ετυμηγορία των εκλογών της άνοιξης του 1915 και την παραίτηση του Βενιζέλου, ο οποίος αντιλαμβάνεται το διεθνές σύστημα και τον κίνδυνο να χαθούν ακόμα και οι προσαρτήσεις των Βαλκανικών –γι’ αυτό λειτουργεί τόσο ρεαλιστικά όσο και ιδεολογικά. Από τη μεριά τους, οι κεντρικές αυτοκρατορίες ενίοτε «πουλάνε» τον Κωνσταντίνο και η Αντάντ, όμως, δεν πάει πίσω: ξέρει ότι η Ελλάδα έχει και βλέψεις εκτός από δυνατότητες. «Το πολιτικό δίδαγμα είναι ότι εκείνες κήδονται των δικών τους συμφερόντων κι εσύ των δικών σου» λέει ο Χατζηβασιλείου. «Είναι μια αρχή του Θουκυδίδη, τον οποίο –θυμίζω –ο Βενιζέλος γνωρίζει καλά. Γι’ αυτό και αναζητεί ένα περιθώριο δικής του αυτενέργειας, με δυνατότητες εξυπηρέτησης του εθνικού συμφέροντος».
ΑΠΗΧΗΣΕΙΣ ΣΤΟ 2016. Το αν όλα αυτά αντηχούν μέχρι σήμερα σε μια αφήγηση λ.χ. με επίκεντρο το «σαράκι του διχασμού», εμφανισμένο τότε, στον Εμφύλιο ή και μεταπολιτευτικά, απαιτεί ένα είδος αποτίμησης που ο Χατζηβασιλείου βλέπει καχύποπτα. Κατά τη γνώμη του, είχαμε να κάνουμε με εκδήλωση του γεγονότος ότι η Ελλάδα, όχι μόνο θεσμικά και πολιτειακά αλλά και κοινωνικοοικονομικά, δεν ήταν πλήρως αναπτυγμένη χώρα. Είναι το πολιτικό σύστημα της εποχής που αδυνατεί να λάβει αποφάσεις όχι ομαλά, αλλά μέσα από συγκρούσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι η κληρονομιά της περιόδου απλώς εξαχνώθηκε. Δεν είναι όλη κι όλη μια στιγμή το 1916, λέει ο ιστορικός. Ακολούθησαν οι εκλογές του 1920, η Μικρασιατική Καταστροφή, οι δικτατορίες του Μεσοπολέμου, εν πολλοίς εκδηλώσεις του Εθνικού Διχασμού. Μια τέτοια ρήξη δεν ολοκληρώνεται και κατόπιν οι άνθρωποι επιστρέφουν στις δουλειές τους. «Υπάρχουν απόψεις ότι τα απόνερα φτάνουν μέχρι και τις δεκαετίες του 1980 ή και του 1990, σε επίπεδο πολιτικής ορολογίας ακόμα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ενώ δεν εξέφραζε τον Εθνικό Διχασμό, θεωρούσε όπως βλέπουμε στη ρητορεία του, ότι συνέχιζε τον αγώνα των δημοκρατικών του Μεσοπολέμου. Αλλες επιρροές ίσως υπάρχουν ακόμα και στον τρόπο που ψηφίζουν σήμερα συγκεκριμένες περιοχές. Οπως η Κρήτη και η Νότια Πελοπόννησος».

INFO

Επιστημονικό Συμπόσιο

«Η Κυβέρνηση

της Θεσσαλονίκης: Η κορύφωση της σύγκρουσης δύο κόσμων – Ιστορική αποτίμηση, 100 χρόνια μετά»,

3 και 4 Οκτωβρίου στη Λέσχη Αξιωματικών Φρουράς Θεσσαλονίκης (Εθνικής Αμύνης 1). Ωρες: 18.30-21.00 και 10.00-21.00. Για λεπτομέρειες: foundation.parliament.gr, imxa.gr, venizelos-foundation.gr