Είναι κάπως σαν τον ανίδεο θεατή. Το να καβγαδίζεις για τις δημοσκοπήσεις μόλις έναν χρόνο μετά τις εκλογές είναι σαν να χειροκροτείς ξεκούδουνα, στη μέση του έργου. Κάπως έτσι –ξεκούδουνος –θα ακουγόταν ο χθεσινός καβγάς για τις δημοσκοπήσεις, αν δεν αφορούσε μια μέτρηση ιδιαίτερη.

Η έρευνα της Public Issue του Γιάννη Μαυρή προσέλαβε περιωπή πολιτικού γεγονότος όχι μόνο για τα ευρήματά της, αλλά κυρίως για τον φορέα που τη δημοσίευσε. Είναι άλλο να φιλοξενούν τα «συστημικά Μέσα» γκάλοπ που δείχνουν κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και άλλο να τα δημοσιεύει η «Αυγή».

Βεβαίως, πλέκονται από χθες σενάρια για τις μύχιες σκοπιμότητες που οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ στην ερμηνευόμενη ως «ομολογία ήττας». Η απάντηση ότι η σύμβαση της κομματικής εφημερίδας με την εταιρεία προβλέπει τη δημοσίευση των περιοδικών σφυγμομετρήσεων –των επονομαζόμενων «βαρόμετρων» –δεν ήταν αρκετή για τα «τζάνκια» της πολιτικής αγοράς. Η απάντηση στηριζόταν και στην επισήμανση ότι ο Μαυρής έχει τη φήμη του δημοσκόπου που συγκρούεται με τα ΜΜΕ, όταν θεωρεί ότι οι μετρήσεις του δεν τυγχάνουν σωστής «φιλοξενίας».

Οι ειδήμονες πάντως δεν ανέλυσαν μόνο το δημοσιευμένο, αλλά και το αδημοσίευτο. Αδημοσίευτη έμεινε η –κατά τη μεθοδολογία του Μαυρή –«εκτίμηση εκλογικής επιρροής». Εκτίμηση που, όπως προκύπτει από τα υπόλοιπα ποιοτικά στοιχεία, θα ήταν πολύ βαριά για να τη σηκώσει το φύλλο του ΣΥΡΙΖΑ.

Αλλωστε, όπως βλέπουν τα έμπειρα «μάτια» της αγοράς, η διακριτική παρασιώπηση της πρόθεσης ψήφου τείνει να γίνει κανόνας για τον φιλοσυριζαϊκό Τύπο, που μοιράζεται με τους αναγνώστες του μόνο τα ψυχαναλυτικά στοιχεία των μετρήσεων –πώς νιώθετε; νιώθετε φόβο; νιώθετε θυμό; σας πέρασε η ελπίδα;

Χωρίς να μπει κανείς στην κουζίνα των δημοσκόπων, το πολιτικό συμπέρασμα είναι ότι η κυβέρνηση παίρνει μηνύματα που καθιστούν απαγορευτική έστω και τη σκέψη της προσφυγής σε πρόωρες κάλπες. Τα δεδομένα αφοπλίζουν ακόμη και το σενάριο της «ελεγχόμενης ήττας». Βρισκόμαστε ήδη στη σφαίρα του μη ελεγχόμενου. Αυτό από μόνο του δεν προδικάζει τη διάρκεια του βίου της κυβέρνησης. Προδικάζει όμως τις συνθήκες υπό τις οποίες μια ανασφαλής εξουσία θα προσπαθεί να επιβιώσει.

Η αλήθεια είναι ότι στις δημοσκοπήσεις δεν πολυπιστεύουν πια ούτε οι ίδιοι οι δημοσκόποι. Παντού στον κόσμο συμβαίνει ό,τι και στην Ελλάδα μετά τον σεισμό του 2012. Το βεληνεκές των ερευνών δεν πιάνει ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος που εμφανίζεται μόνο στην κάλπη –ή δεν εμφανίζεται ούτε στην κάλπη.

Σήμερα περισσότερο παρά ποτέ ισχύει αυτό που είχε γράψει ο «New Yorker» το 1948, όταν χλεύαζε τον Τζορτ Γκάλοπ επειδή είχε αποτύχει οικτρά να προβλέψει τη νίκη του Τρούμαν: «Μπορείς να μετρήσεις τον σφυγμό ενός έθνους, αλλά δεν μπορείς να είσαι βέβαιος ότι το έθνος δεν ανέβηκε μόλις από τις σκάλες τέσσερις ορόφους». Πόσω μάλλον τον σφυγμό ενός έθνους που τσακίστηκε από τις σκάλες –κι ακόμη πέφτει.