Μιας δημοσιογραφικής αποκάλυψης δημοσιογραφικός εμφύλιος έπεται. Μετά τη δημοσιοποίηση της έρευνάς του για την πραγματική (;) ταυτότητα της Ελενα Φεράντε ο ιταλός δημοσιογράφος Κλάουντιο Γκάτι μπήκε στο στόχαστρο του έγκυρου λογοτεχνικού περιοδικού «Times Literary Supplement», επειδή έθιξε την ιδιωτικότητα της συγγραφέως. Ο Γκάτι ανέτρεξε σε φορολογικούς ελέγχους και παρακολούθησε τα μητρώα τόσο του ιταλικού εκδοτικού οίκου ο οποίος διαχειριζόταν τα πνευματικά δικαιώματα και τις μεταφράσεις των μυθιστορημάτων της Φεράντε όσο και της μεταφράστριας Ανίτα Ράγια, την οποία ταύτισε τελικά με τη συγγραφέα – φάντασμα. Το βρετανικό περιοδικό έριξε τις πρώτες ρουκέτες κάνοντας λόγο για «νέο είδος δημοσιογραφίας» –το οποίο πάντως φιλοξενήθηκε στο επίσης έγκριτο «New York Review of Books».

Ο λόγος στον αρχισυντάκτη του «TLS» Στιγκ Εϊμπελ λοιπόν: «Αν ο Γκάτι ερχόταν σ’ εμάς με αυτό το ρεπορτάζ θα το εκδίδαμε; Εκτιμώ πως η απάντηση μας θα ήταν όχι, αν και θα μπαίναμε στον πειρασμό να το σκεφτούμε. Η αλήθεια είναι πως λύσεις σε αινίγματα και λογοτεχνικούς γρίφους δεν προσφέρονται συχνά. Και φυσικά, όταν δημοσιεύονται φέρνουν κόσμο στα έντυπα και κλικ στις ιστοσελίδες τους». Ο αρχισυντάκτης εξηγεί πως στην υποτιθέμενη συζήτηση με τον Γκάτι θα προέκυπταν τα ερωτήματα αν μια τέτοια αποκάλυψη ωφελεί τη Φεράντε, τους αναγνώστες της, τους αναγνώστες του «TLS». Για να καταλήξει πως τίποτα καλό για κανέναν δεν θα προέκυπτε από αυτό το άρθρο.

«ΑΝΔΡΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ». «Ως επικεφαλής ενός μέσου που υπερασπίζεται τη σημασία των ανθρωπιστικών σπουδών και της λογοτεχνίας», συνεχίζει ο Εϊμπελ, «γνωρίζω ότι θα ήταν καταστροφικό και επιζήμιο να αγνοήσω τα όρια ενός συγγραφέα ή να προχωρήσω σε τέτοιου είδους αποκαλύψεις χωρίς τη συναίνεσή του. Αλλωστε θα φανέρωνε και την αδιαφορία μου για την πολιτική των δύο φύλων, κάτι που η Φεράντε χρησιμοποιεί ως θεματική των βιβλίων της. Εχει μιλήσει για την ανδρική εξουσία και τους τρόπους –βίαιους ή πιο εξευγενισμένους –με τους οποίους τελικώς επιβάλλεται. Υπάρχει κάτι λυπηρό εδώ… Ισως ποτέ δεν θα μάθουμε τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους η Φεράντε διεκδικούσε με τόσο πάθος την ανωνυμία της, όμως είναι επικίνδυνο να υποθέτουμε ότι αυτοί οι λόγοι ήταν απλοί. Φυσικά και μού είναι εύκολο να τα λέω όλα αυτά τώρα και από τη στιγμή που δεν κληθήκαμε εμείς να αποφασίσουμε αν θα δημοσιεύσουμε αυτή την έρευνα. Ομως σε τελική ανάλυση η δουλειά του Γκάτι δεν ήταν ακριβώς καύχημα για τη δημοσιογραφία: ούτε δεοντολογικά ούτε διανοητικά ούτε καν αισθητικά. Δεν χρειαζόταν να κάνει έρευνα για όλα αυτά που αποκάλυψε. Και το περιοδικό του απλώς δεν χρειαζόταν να τα δημοσιεύσει».

Μία ημέρα πριν ο εκδότης της Φεράντε Σάντρο Φέρι είχε αντιδράσει επίσης στην αποκάλυψη: «Αυτό το είδος ρεπορτάζ, το να παραβιάζεις την προσωπική ζωή ενός συγγραφέα που έχει αποφασίσει να μείνει ανώνυμος, είναι αποκρουστικό».