Οι ευρωπαϊκές τράπεζες οφείλουν να αναλάβουν άμεσα δράση για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των κόκκινων δανείων και για να αλλάξουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο που απειλεί την κερδοφορία τους, σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Ειδικά όσον αφορά τις ελληνικές τράπεζες, ο υποδιευθυντής του ΔΝΤ Πίτερ Ντάτελς πιστεύει ότι έχουν επαρκή κεφάλαια και ότι πρέπει να προχωρήσουν σε αναδιάρθρωση για να διασφαλίσουν ότι θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν επάρκεια κεφαλαίων, όπως μετέδωσε το Reuters.

Ειδικότερα, το Ταμείο εκτιμά ότι τα κόκκινα δάνεια όλων των ευρωπαϊκών τραπεζών ανέρχονται σε περίπου 900 δισ. ευρώ, παραμένοντας στα ίδια επίπεδα με αυτά του περασμένου Απριλίου. Το ΔΝΤ χτυπά επίσης καμπανάκι αναφέροντας ότι ακόμη και εάν υπάρχει ισχυρή οικονομική ανάπτυξη, η μια στις τέσσερις τράπεζες στις ανεπτυγμένες οικονομίες – εννοώντας κυρίως την Ευρώπη και τις ΗΠΑ – θα εξακολουθήσουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα και να κινδυνεύουν από μελλοντικά σοκ. Συνολικά κινδυνεύουν τράπεζες με στοιχεία ενεργητικού που φτάνουν περίπου τα 12 τρισ. δολάρια. Οι περισσότερες από αυτές τις τράπεζες, με στοιχεία ενεργητικού ύψους 8,5 τρισ. ευρώ, βρίσκονται στην Ευρώπη, αναφέρει το Ταμείο. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ακόμη το ΔΝΤ στην Deutsche Bank επισημαίνοντας ότι η τράπεζα θα πρέπει να πείσει τους επενδυτές ότι το οικονομικό της μοντέλο είναι βιώσιμο.

«Στην ευρωζώνη υπάρχουν υπερβολικά πολλά μη εξυπηρετούμενα δάνεια και διαρθρωτικά προβλήματα που αφορούν την κερδοφορία, τα οποία απαιτούν επειγόντως την ανάληψη συνολικής δράσης» ανέφερε το ΔΝΤ στην έκθεση για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Το Ταμείο προτείνει στις εποπτικές Αρχές της Ευρώπης να ενισχύσουν το ρυθμιστικό πλαίσιο ώστε οι τράπεζες να μπορούν να διευθετούν πιο γρήγορα το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Καλεί ακόμη να βοηθήσουν και οι κυβερνήσεις υιοθετώντας το απαραίτητο νομικό πλαίσιο. Επίσης προτείνεται να συγχωνευτούν οι πιο αδύναμες τράπεζες με πιο ισχυρές. «Υπάρχουν απλά υπερβολικά πολλά τραπεζικά υποκαταστήματα με πολύ λίγες καταθέσεις και υπάρχουν πολλές τράπεζες με κόστος χρηματοδότησης πάνω από αυτό του ανταγωνισμού» αναφέρεται μεταξύ άλλων στην έκθεση.