«Θέλαμε να παρουσιάσουμε τα γεγονότα γυμνά. Οι επιλογές που είχαν τα παιδιά εκείνη την ημέρα ήταν να κρυφτούν, να αποδράσουν ή αλλιώς να χάσουν τη ζωή τους. Επρεπε να πούμε αυτή τη σκοτεινή ιστορία – που όμως είναι και μια ιστορία επιβίωσης». Η δουλειά του αρχιτέκτονα Ερλεντ Μπλάκσταντ Χάφνερ δεν ήταν καθόλου εύκολη – και πάντως δεν συγκρίνεται με τις αντίστοιχες πρεστιζάτες των ομοτέχνων του που δημιουργούν τοπόσημα από το πουθενά. Το έργο που περιγράφει στη βρετανική «Γκάρντιαν» δεν είναι άλλο από το μνημείο για τα 69 θύματα της νορβηγικής Ουτόγια, που δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ από τον Αντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ στις 22 Ιουλίου 2011. Στο επίκεντρο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού στέκει το καφέ (όπου έπεσαν νεκροί οι πρώτοι 19 νέοι) και μέσα σ’ αυτό, το πιάνο (φωτογραφία), πίσω από το οποίο αναζήτησαν κρυψώνα – μάταια – στην απόπειρα να ξεφύγουν από τις σφαίρες του Μπρέιβικ. Η αρχική πρόταση του Χέφνερ στην τοπική κοινότητα και την Ενωση Νέων Εργατών (η οποία στήνει την κατασκήνωσή της στο νησάκι Ουτόγια τα τελευταία 60 χρόνια) ήταν να γκρεμιστούν όλα τα παλιά κτίσματα και να ανεγερθούν νέα. Αλλά η επιθυμία πολλών γονέων που έχασαν τα παιδιά τους ήταν διαφορετική: το τραύμα έπρεπε να διατηρηθεί και μέσα από την αρχιτεκτονική διαρρύθμιση, ώστε να συμβαδίζει με την ανάγκη της επιβίωσης.