Θα τη χαρακτήριζες ως εξαιρετική τύχη τη δυνατότητα να σχολιάζεται μια ιστορική φωτογραφία από πρόσωπο που συνδέεται με την απεικονιζόμενη μορφή. Οπως συμβαίνει σήμερα, με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να απόκειται στην αναπόληση μιας πολυεδρικής συγγραφικής φυσιογνωμίας, όπως ο Νίκος Δήμου, που υπήρξε φίλος του. Ενώ ο αμερόληπτος τρόπος με τον οποίο ο δημιουργός των «Δρόμων μου» θυμάται τον εθνάρχη από τις Σέρρες επιβεβαιώνει τη διορατικότητα του τελευταίου ως προς τις φιλικές του επιλογές.

Μια παρέα τρωγοπίνει κάτω από μεγάλα δέντρα. Χαμόγελα και χειρονομίες χαράς.

Ενας μόνο δεν συμμετέχει. Κοιτάει αλλού, μακριά. Πέρα και πίσω από τον φωτογράφο. Σε ένα μέλλον που ξέρει ότι θα έρθει, γιατί αυτός το θέλησε.

Το μέλλον αυτό είναι 20 χρόνια μακριά. Βρισκόμαστε στο 1935, πριν από τη δικτατορία του Μεταξά. Είναι μακριά, αλλά για τον άνθρωπο αυτόν είναι ήδη συγκεκριμένο παρόν.

Το βλέμμα του έχει μια αυστηρότητα και αποφασιστικότητα που σε κάνει να ανατριχιάζεις. Είναι η έκφραση του «θέλω». Αλλά (και εκεί η μεγάλη δύναμη) και η έκφραση του «μπορώ».

Χιλιάδες «θέλω» εμφανίζονται κάθε μέρα σε πρόσωπα –και πάνε χαμένα. Ομως τα «μπορώ» είναι σπάνια. Τόσο σπάνια, που ολόκληρες χώρες χειμάζονται από την απουσία τους.

Το «θέλω» είναι η πρόθεση του καθενός. Το «μπορώ» είναι η παρουσία του ηγέτη.

Μπορεί να έχει κανείς όσες αντιρρήσεις θέλει για τον βίο και την πολιτεία του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ακόμη όμως και οι φανατικοί αρνητές του δύσκολα θα του αμφισβητήσουν την ιδιότητα του ηγέτη.

Ηγέτης ίσως με ψεγάδια, ελαττώματα, αδυναμίες; Ηγέτης με σφάλματα; Ναι, αλλά ηγέτης.

Μία μονοκόμματη παρουσία –σαν από γρανίτη.

Και εργασιομανής: από όποιο υπουργείο πέρασε έβγαλε έργο. Αλλαξε τη μορφή της Αθήνας, έδιωξε την ιμπεριαλιστική Πάουερ ξηλώνοντας τις γραμμές των τραμ και στο Δημοσίων Εργων πραγματοποίησε σε δύο χρόνια τα σχέδια δεκαετιών.

Τον κατηγόρησαν για την αντιπαροχή. Αλλά δεν έχω ακούσει για κανένα άλλο εναλλακτικό σχέδιο στέγασης των εκατοντάδων χιλιάδων που συνέρρεαν τότε στην Αθήνα.

Το αντίθετο του λαϊκιστή. Δεν χάιδεψε ποτέ αφτιά. Ή κυβερνούσε –ή έφευγε. Η απόδραση στο Παρίσι δεν ήταν λιποταξία –ήταν συνέπεια. Προς τον εαυτό του. Ξαφνικά βρέθηκε ανάμεσα σε δύο παντοδύναμους αντιπάλους που συνασπίστηκαν εναντίον του. Το Παλάτι και την Ενωση Κέντρου στην απογείωσή της.

Ηξερε πως αυτή η παρά φύσιν συμμαχία δεν θα κρατούσε πολύ –όπως και έγινε. Αποστασία –δικτατορία. Αυτός, στο Παρίσι, μελετούσε τα βιβλία που δεν είχε προλάβει να διαβάσει στα νιάτα του. Επέστρεψε σοφότερος, πιο ανεκτικός –αλλά πάντα ηγέτης.

Γνώρισα από κοντά τον Καραμανλή μετά τη Μεταπολίτευση. Υπήρξα μέλος της ετερόκλητης παρέας με την οποία συνέτρωγε τα μεσημέρια της Κυριακής είτε στη Βαρυμπόμπη είτε στη Γλυφάδα. Ηδη και η επιλογή των συνδαιτυμόνων ήταν ένα δείγμα της ψυχοσύνθεσής του. Σχεδόν πάντα παρόντες, ο Τάκης Χορν και ο Μάνος Χατζιδάκις. Κατά καιρούς ο Κάρολος Κουν, ο Αλέξης Μινωτής, ο Πάνος Λουκάκος και άλλοι.

Στα γεύματα ο Καραμανλής έτρωγε λίγο και μιλούσε ακόμα λιγότερο. Αντίθετα, όταν βρισκόμασταν μόνοι (στην Πολιτεία, στην Κέρκυρα κάθε Πάσχα και στο Προεδρικό) μιλούσε ακατάπαυστα. Το αντικείμενο του λόγου του ήταν αναδρομές στην πολιτική του ιστορία με την αγωνία της εξήγησης και της δικαίωσης. Τα τελευταία χρόνια συνέβαινε να επαναλαμβάνεται συχνά.

Ηταν σίγουρα νάρκισσος. Σε κάποια επέτειο της γιορτής μου με πήρε τηλέφωνο να μου πει ότι έχει ένα δώρο για μένα και να ανέβω στην Πολιτεία. Αφησα τη δουλειά μου αμέσως και έσπευσα. Το δώρο ήταν μια καδραρισμένη και υπογεγραμμένη φωτογραφία του. (Δεν την κράτησα)

Ανάμεσα στα πράγματα που με έκαναν να τον εκτιμήσω ιδιαίτερα ήταν η αμέριστη υποστήριξη που έδωσε στον Μάνο Χατζιδάκι τον καιρό που διοικούσε το Τρίτο Πρόγραμμα. Σχεδόν όλη του η κυβέρνηση ήταν αντίθετη, ο αρμόδιος υπουργός Προεδρίας Αθανάσιος Τσαλδάρης (για τους φίλους: «Νανάς») συνεχώς έπαιρνε τηλέφωνα διαβιβάζοντας παρατηρήσεις και εισέπραττε από τον Μάνο ειρωνικές απαντήσεις. Αν δεν είχε τις πλάτες του Μεγάλου, θα είχε απολυθεί πάραυτα.

Ο πείσμων Σερραίος με τη βαριά προφορά.

Οχι, ο Καραμανλής δεν ήταν χαρισματικός. Τίποτα από τα παιχνίδια που έστηνε ο Ανδρέας με το πλήθος. Αυτός ο Μακεδόνας δεν ήταν Αθηναίος –ήταν Σπαρτιάτης. Δωρική φύση. Λακωνικός, κλειστός, φειδωλός.

Ενας σκληρός, μονοκόμματος άνθρωπος, που είχε αίσθηση και συνείδηση της αποστολής του. Δεν τον είδα ποτέ να χαλαρώνει, να ξεχνιέται, να παίζει.

Δεν κάνω εδώ αποτίμηση του έργου του. Ξέρω ότι πολλοί αμφισβητούν την πολιτική του –ελάχιστοι όμως τη συμπαγή παρουσία του.

Σχολιάζω απλώς μία φωτογραφία –και ένα βλέμμα που είχε κλειδώσει επάνω σε 50 χρόνια μέλλον.

Είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο ήταν ηγέτης. Πλήρους και αποκλειστικής απασχολήσεως. Αυστηρός με όλους, αλλά περισσότερο με τον εαυτό του.

Μακάρι να μας τύχαινε άλλος ένας.