Το πλήθος των αριθμών είναι άπειρο. Το ίδιο και η ανάγνωσή τους. Γι’ αυτό και η Φώφη Γεννηματά δεν νιώθει να δεσμεύεται από αυτούς. Οπως για παράδειγμα συνέβη με τη μέτρηση του Πανεπιστημίου Μακεδονίας που δημοσιεύθηκε μεσοβδόμαδα κι έδωσε στη Δημοκρατική Συμπαράταξη το χαμηλό ποσοστό του 5,5%. Η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ εκτιμά πως αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Το συμπεραίνει, στηριζόμενη στα ευρήματα άλλων ερευνών. Σε αυτές τα ποσοστά της Συμπαράταξης είναι πιο ανεβασμένα από το αποτέλεσμα των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 2015. Για παράδειγμα στην τελευταία μέτρηση της ProRata –είδε το φως της δημοσιότητας την τελευταία εβδομάδα του Σεπτεμβρίου –το όριο της εκλογικής επιρροής της Συμπαράταξης φτάνει έως και 12%. To ίδιο διάστημα η εκτίμηση ψήφου που έδωσε η MRB ήταν στο 7%, ενώ στο 7,2% ήταν το ποσοστό σύμφωνα με συνδρομητική έρευνα που έχει σταλεί στα κόμματα από την περασμένη Τετάρτη. Συνεπώς, στη Χαριλάου Τρικούπη θέλουν να βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο και σίγουρα όχι ραγισμένο. Επιπλέον, η επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης επιμένει να ερμηνεύει την αρνητική αριθμητική ως εργαλείο πίεσης προς το ΠΑΣΟΚ με μοναδικό σκοπό να οδηγηθεί αυτό σε αλλαγή στρατηγικής. Να απογοητευθεί και να αναγκαστεί να λειτουργήσει ως συμπλήρωμα της ΝΔ ή του ΣΥΡΙΖΑ. Να πάψει να διεκδικεί την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών και την ενίσχυση της Συμπαράταξης για ένα μεγάλο προοδευτικό ρεύμα πλειοψηφίας.

«Επιχείρηση αφανισμού». Η Γεννηματά δεν αποκλείει ότι πίσω από όλα αυτά θα μπορούσε να υπάρχει μια άτυπη «επιχείρηση αφανισμού» του ΠΑΣΟΚ, η οποία επιδιώκει την εγκαθίδρυση του διπόλου ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ και το σβήσιμο της Συμπαράταξης από τον πολιτικό χάρτη. Αυτό όμως είναι αποφασισμένη να το εμποδίσει και όχι μόνο για λόγους προσωπικής υστεροφημίας. Δεν είναι τυχαίο ότι στις ομιλίες της συχνά υπενθυμίζει πως το ΠΑΣΟΚ ήταν το κόμμα που πέτυχε την εθνική συμφιλίωση, έκλεισε τις πληγές του Εμφυλίου και της μετεμφυλιακής Ελλάδας, συγκρότησε το κοινωνικό κράτος, ενεργοποίησε όλες τις παραγωγικές δυνάμεις και βελτίωσε το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων. «Το ΠΑΣΟΚ έφερε συμφιλίωση κι ανάπτυξη. Σήμερα βιώνουμε το ακριβώς αντίθετο, τον διχασμό και την ύφεση» λέει σε συνομιλητές της, τονίζοντας με έμφαση την ανικανότητα τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και της ΝΔ για την αναστροφή ενός τέτοιου σκηνικού. «Είναι σαν να πηγαίνεις από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη. Η ΝΔ είναι κολλημένη στις περικοπές, ο ΣΥΡΙΖΑ κολλημένος στις φορομπηχτικές πολιτικές» είναι το βασικό σκεπτικό της.

Φυσικά, η Γεννηματά δεν είναι αφελής. Αναγνωρίζει ότι το ΠΑΣΟΚ έχει υποστεί πολιτικά το βαρύτερο πλήγμα της μνημονιακής περιόδου. Η αυτοκριτική έχει γίνει, και τώρα υποστηρίζει ότι είναι ώρα για πράξεις που θα αφορούν πρωτίστως το μέλλον της χώρας και δευτερευόντως το ΠΑΣΟΚ. Προέχει δηλαδή για εκείνη η έξοδος της χώρας από το καθεστώς των Μνημονίων –εξού και το επίμονο αίτημα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης για τη δημιουργία κυβέρνησης εθνικής συνεννόησης. Αφού αυτό επιτευχθεί από μια κυβέρνηση, με χρονικό ορίζοντα περίπου τριετίας, τότε θα μπορούν να κριθούν τα κόμματα από τους πολίτες. Και σε μια τέτοια αναμέτρηση η Γεννηματά είναι ιδιαιτέρως αισιόδοξη για το μέλλον της Συμπαράταξης.

Εμπόδιο οι αρχηγισμοί. Στην προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς, επισημαίνουν πηγές από το ΠΑΣΟΚ, το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι ο αρχηγισμός διαφόρων. Ο υπαινιγμός δεν αφορά, πάντως, δύο διεκδικητές της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, όπως ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος και ο Ανδρέας Λοβέρδος, οι οποίοι θεωρείται ότι δουλεύουν το ίδιο στενά για την ενότητα της παράταξης και την ενίσχυση της Κεντροαριστεράς –στοχεύει σε άλλα πρόσωπα εντός και εκτός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Κι αυτό γιατί, πάντα κατά την ίδια ανάγνωση, οι προσωπικές φιλοδοξίες δημιουργούν προβλήματα και στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς.

Στα σενάρια που διακινούνται περί τυχόν νέων σχηματισμών και στα ονόματα που ακούγονται, η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δηλώνει αδιάφορη. Θεωρεί δηλαδή ότι –πέραν της προσωπικής πολιτικής φιλοδοξίας που μπορεί κάποιος να έχει και είναι θεμιτή –πρόκειται για ζητήματα που δεν απασχολούν τη Συμπαράταξη. Ούτε απειλούν τους στόχους που έχει θέσει. Εκτιμά ότι όλα αυτά συμβαίνουν περισσότερο για να επανέρχονται στο προσκήνιο κάποια πρόσωπα και να γίνεται συζήτηση γύρω από τα ονόματά τους. Αποδίδει δε τέτοιες συμπεριφορές είτε στο ότι ορισμένοι ή ορισμένες επιδιώκουν να γίνουν κάτι σαν «Καμμένος του Μητσοτάκη» είτε στο ότι κάποιοι άλλοι προσπαθούν να επενδύσουν στην πιθανώς επόμενη κυβέρνηση της ΝΔ, ανοίγοντας τον δρόμο για πολιτικές μεταγραφές.

Η πόρτα της επιστροφής. Πάντως, η Φώφη Γεννηματά αφήνει ανοιχτή την πόρτα σε όλους όσοι θέλουν να επιστρέψουν στη Συμπαράταξη. Οχι στους «αριβίστες και τους καριερίστες» που, όπως έχει τονίσει, τους χαρίζει στα νέα κόμματα που επέλεξαν, εγκαταλείποντας στα δύσκολα το ΠΑΣΟΚ. Αλλά σε εκείνους που αποδέχονται το πολιτικό πλαίσιο που έχει θέσει η Συμπαράταξη για την ενοποίηση, ανασύνθεση και μετεξέλιξη του χώρου σε ένα προοδευτικό και μεταρρυθμιστικό ρεύμα της Κεντροαριστεράς. Αυτό που, όπως αναφέρεται στο κείμενο της απόφασης του ΚΣΣ, «θα πρωταγωνιστήσει στην εθνική συνεννόηση και την εθνική γραμμή που έχει ανάγκη η χώρα για να βγει από την κρίση και τα Μνημόνια».