Πέθανε πριν από τρεις μέρες ο τελευταίος της σκληροπυρηνικής παρέας των χουντικών, ο Παττακός. Το «μυστρί» της χούντας, αυτός που προσωποποίησε με τον πιο εξόφθαλμο τρόπο τη ρήση του Πλάτωνα ότι οι τύραννοι εδραιώνονται γιατί μπορούν να πείθουν κάποιους ότι είναι σωτήρες. Πριν από κάποια χρόνια αυτό πιθανότατα θα περνούσε ως μια συμβολική αναφορά στις εφημερίδες όπως είχε συμβεί με τον θάνατο του Μακαρέζου. Σήμερα όμως, στην εποχή του διαδικτυακού παραληρήματος, οι αναφορές στα social media –από τα «καλό ταξίδι» των χρυσαυγιτών και τις αποτιμήσεις φιλοχουντικών περί οικονομικής ευμάρειας εκείνα τα χρόνια έως τις κατάρες και τα virtual περιττώματα –ανέδειξαν τις παθογένειες μιας κοινωνίας πρόθυμης να παραδοθεί στην ευκολία του προσχηματικού και συνθηματικού πολιτικού λόγου με όλους τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται.

Είναι αυτή η λεπτή, αδιόρατη γραμμή που ενώνει το «εκείνοι τουλάχιστον δεν έκλεψαν» με το ανιστόρητο και εκτρωματικό σύνθημα του αχταρμά των Αγανακτισμένων: «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία – η χούντα δεν τελείωσε το ’73». Βούτυρο στο ψωμί των νοσταλγών της χούντας η εξίσωσή της με τη Μεταπολίτευση. Και, ακόμη περισσότεροι η διαμονοποίησή της, αφού και οι ίδιοι στον «μεταπολιτευτικό βόθρο» αναφέρονται. Αλλά και (δηλητηριώδης) μαρμελάδα η ταύτιση των δημοκρατικών ελευθεριών με την οικονομική ευμάρεια των πολιτών. Η δημοκρατία ούτε τότε χόρταινε με χάρισμα δανείων και μοίρασμα αδειών για περίπτερα ούτε σήμερα, σε περίοδο οικονομικής κρίσης, με επίφαση κοινωνικής πολιτικής. Η δημοκρατία δεν δίνει μόνο φαγητό στους αναξιοπαθούντες αλλά δικαίωμα λόγου σε όλους.