Το «μενού» της πρόσφατης συνάντησης των προέδρων των ανώτατων δικαστηρίων με τον Πρωθυπουργό, όπως φαίνεται, δεν είχε μόνο συζητήσεις επί των μισθολογικών θεμάτων, αλλά στο τραπέζι του Μεγάρου Μαξίμου έπεσε και η πρόταση για την παράταση του ορίου ηλικίας των ανώτατων δικαστών, παρά τη ρητή πρόβλεψη του Συντάγματος που θέτει ως «κόκκινη γραμμή» το 67ο έτος της ηλικίας των δικαστικών λειτουργών.

Η ανακίνηση του σοβαρού αυτού θεσμικού ζητήματος, όπως λένε δικαστικές πηγές, «έρχεται να ανοίξει ένα νέο μέτωπο στον χώρο της Δικαιοσύνης, που ήδη μετρά πολλά, τα οποία συνδέονται με την ανεξαρτησία των δικαστών και το κύρος του ίδιου του θεσμού».

Σύμφωνα με πληροφορίες, η ίδια η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου ενημέρωσε τους συναδέλφους της στο Εφετείο της Αθήνας για την παράταση του ορίου ηλικίας των ανώτατων δικαστών. Ενδεχόμενο που, κατά την ενημέρωσή της, βρίσκει τον Πρωθυπουργό «πολύ θετικό».

Αξίζει να σημειωθεί ότι το Σύνταγμα στο άρθρο 88 παράγραφο 5 ρητά ορίζει ότι οι ανώτατοι δικαστές υποχρεωτικά αποχωρούν από το δικαστικό σώμα με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας τους.

Σε περίπτωση πάντως που –άγνωστο πώς –αρθεί η συνταγματική πρόβλεψη, τότε η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, η οποία με βάση τα σημερινά δεδομένα αποχωρεί τον Ιούνιο του 2017 από τη θέση της, θα μπορέσει να παραμείνει για άλλα τρία χρόνια.

Βασικό επιχείρημα για τη νομοθετική ρύθμιση, όπως ειπώθηκε στην Ολομέλεια του Εφετείου, συνιστά η εξής ερμηνεία: ότι το όριο των 67 ετών που θέτει το Σύνταγμα αποτελεί προστατευτικό τείχος για τους ίδιους τους δικαστές, ώστε να μην μπορεί κανείς να τους δείξει νωρίτερα την πόρτα της εξόδου. Αν όμως, οι ίδιοι επιθυμούν να παραμείνουν στην ενεργό δράση, τότε με νόμο μπορεί να δοθεί παράταση, θέση που φαίνεται να ενστερνίζεται και η Βασιλική Θάνου καθώς το θέμα αυτό έχει ήδη τεθεί, όπως είπε, ως «αίτημα πολλών δικαστικών».

Επιπλέον, οι υποστηρικτές της άποψης περί παράκαμψης της συνταγματικής απαγόρευσης επικαλούνται το γεγονός πως στα ευρωπαϊκά δικαστήρια δεν υπάρχει για τους δικαστικούς όριο ηλικίας.

Η ενημέρωση αυτή πάντως, όπως λένε οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ, δεν βρήκε ευήκωα ώτα στο δικαστικό σώμα. Κι αυτό, γιατί ακόμα και όσοι δικαστικοί λειτουργοί συμφωνούν με την παράταση του ορίου ηλικίας, επισημαίνουν ότι μια τέτοια αλλαγή δεν μπορεί να γίνει παρά με απόλυτο σεβασμό και τήρηση του Συντάγματος, όπως είναι αυτονόητο ακόμα και για έναν πρωτοετή φοιτητή της Νομικής.

Μια τέτοια νομοθετική λύση λοιπόν, όπως λένε οι δικαστικοί λειτουργοί, εύλογα εγείρει ενστάσεις συνταγματικές. Προσθέτουν δε με νόημα πως σε μια τέτοια περίπτωση εκτός από τους προέδρους των Ανώτατων Δικαστηρίων θα παραμείνουν αμετάβλητες και οι Ολομέλειές τους.

ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ. Πάντως, η επίμαχη συνάντηση των προέδρων των ανώτατων δικαστηρίων με τον Αλέξη Τσίπρα εξακολουθεί να προκαλεί αντιδράσεις στον χώρο των δικαστικών ενώσεων.

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ενωσης Δικαστικών Λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου με ανακοίνωσή του εκφράζει τον προβληματισμό του για το γεγονός ότι εδώ και πέντε μήνες, που εκκρεμεί αίτημα του συνόλου των δικαστικών ενώσεων της χώρας για συνάντηση με τον Πρωθυπουργό, δεν κατέστη δυνατό να βρεθεί διαθέσιμος χρόνος προκειμένου οι δημοκρατικά εκλεγμένοι εκπρόσωποι του συνόλου των δικαστικών λειτουργών να τον ενημερώσουν για τα τρέχοντα ζητήματα που απασχολούν τη Δικαιοσύνη και να ενημερωθούν με σαφήνεια για το σχεδιαζόμενο από την κυβέρνηση νέο μισθολόγιό μας.

Η Ενωση του Ανώτατου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου επισημαίνει μάλιστα ότι «ουδέποτε ζητήσαμε ούτε επιθυμούμε αυξήσεις εν μέσω κρίσης», προσθέτοντας ότι «οι δικαστικοί λειτουργοί δεν διεκδικούν τίποτε περισσότερο από αυτό που ισχύει σε κάθε ευνομούμενη πολιτεία. Τον σεβασμό δηλαδή του Συντάγματος, το οποίο κατοχυρώνει την ανεξαρτησία της δικαστικής λειτουργίας, έκφανση της οποίας είναι όχι μόνο η θέσπιση αλλά και η διατήρηση μισθολογίου ανάλογου προς το δικαστικό λειτούργημα».