Θα λέγαμε ότι η ιστορία της πρώτης πενταετίας των Μνημονίων θα είναι αμείλικτη με τους πολιτικούς. Αλλά δεν ξέρουμε τι επιφυλάσσει η δεύτερη.

Η περίπτωση του Φώτη Κουβέλη –που επιστρέφει σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ με σκηνικό το 2ο Συνέδριο –είναι χαρακτηριστική. Είναι ο άνθρωπος που μετά τις πρώτες εκλογές του 2012 παραλίγο να γίνει πρωθυπουργός. Αυτόν είχαν στο μυαλό τους στην Προεδρία για μια κυβέρνηση συνεργασίας με αριστερό πρόσημο, έχοντας κάνει την αριθμητική που αθροιστικά έδινε στο ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ ποσοστό μεγαλύτερο και από της ΝΔ και από του ΣΥΡΙΖΑ. Ηταν η αναλαμπή και μαζί η τελευταία ευκαιρία της Κεντροαριστεράς.

Ο Κουβέλης δεν το τόλμησε. Εναν μήνα αργότερα γινόταν ελάσσων εταίρος της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου. Την εγκατέλειψε λόγω της κρίσης της ΕΡΤ το 2013 αλλά, έναν χρόνο αργότερα, το καλοκαίρι του 2014, είχε, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, ακόμη μια ευκαιρία: να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αφού σε αυτόν προσέβλεπαν σε μια κρίση ρεαλισμού η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Ούτε αυτό το τόλμησε.

Δεν είναι βέβαιο ότι η δημόσια ζωή έχασε κάτι είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση. Εκ των υστέρων, όλα φωτίζονται. Τόσο οι αλληλουχίες των γεγονότων όσο και τα μεγέθη των πρωταγωνιστών. Παρ’ όλα αυτά, η επάνοδος Κουβέλη στον ΣΥΡΙΖΑ –από τον οποίο έφυγε στο Συνέδριο του 2010 με το μέτωπο ψηλά ως επικεφαλής των Ανανεωτών –συμβολίζει, έστω και από τη χαμηλή σκοπιά, την ελληνική πολιτική, η οποία στρέφεται γύρω από το τίποτα. Και παραμένει στο ίδιο μηδενικό σημείο, εγκλωβίζοντας, δυστυχώς, σε αυτό και τη χώρα.