1 Στις αιτήσεις ακυρώσεως κατά πράξεων της διαδικασίας παραχωρήσεως αδειών εκπομπής τηλεοπτικού προγράμματος που δικάστηκαν στις 4.7.2016 στην Ολομέλεια του Συμβουλίου Επικρατείας (τις λεγόμενες και «δίκες των καναλιών») τη Διοίκηση εκπροσώπησαν, κατά τρόπο άρτιo, δύο μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ). Ωστόσο, για πρώτη φορά στα χρονικά του Δικαστηρίου, τη Διοίκηση εκπροσώπησαν και δυο δικηγόροι, μετά από υπουργική απόφαση που εκδόθηκε με επίκληση την παράγραφο 15 του άρθρου 13 του ν. 3790/2009. Τα ζητήματα νομιμότητας εκπροσωπήσεως της Διοικήσεως, εκτός από μέλη του ΝΣΚ, και από δικηγόρους και της πληρεξουσιότητάς τους, θα είναι από τα πρώτα που θα εξετάσει το Δικαστήριο, και μάλιστα αυτεπάγγελτα.

2 Σύμφωνα με το άρθρο 100Α του Συντάγματος: «Στην αρμοδιότητα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ανήκουν ιδίως η δικαστική υποστήριξη και εκπροσώπηση του Δημοσίου και η αναγνώριση απαιτήσεων κατά του Δημοσίου ή ο συμβιβασμός σε διαφορές με αυτό». Η δε παράγραφος 15 του άρθρου 13 του ν. 3790/2009, με επίκληση της οποίας φέρεται να εκδόθηκε η υπουργική απόφαση «διορισμού» των δικηγόρων, ορίζει ότι: «Σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις άκρως δυσχερών και περίπλοκων υποθέσεων που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία λόγω της φύσεως του αντικειμένου τους, δύναται να ανατίθεται η δικαστική υποστήριξη του Ελληνικού Δημοσίου και σε δικηγόρους, με τη μορφή της παροχής συνδρομής στο μέλος ή στα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που χειρίζονται την οικεία υπόθεση. Η ανάθεση της υπόθεσης κατά το προηγούμενο εδάφιο γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ύστερα από γνώμη του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους».

3 Από τη συνταγματική διάκριση των εννοιών της «δικαστικής υποστήριξης» και της «δικαστικής εκπροσώπησης», τις ειδικές διατάξεις του ν. 3086/2002 για το διορισμό δικηγόρων μόνον στις επαρχίες όπου δεν λειτουργούν υπηρεσιακές μονάδες του ΝΣΚ και την εξειδίκευση της έννοιας της «δικαστικής συνδρομής» στην ίδια την παράγραφο 15 του άρθρου 13 του ν. 3790/2009 και την αιτιολογική της έκθεση, προκύπτει, ευθέως το συμπέρασμα ότι στις δίκες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, η Διοίκηση παρίσταται αποκλειστικά με μέλη του ΝΣΚ και όχι με δικηγόρους ή και με δικηγόρους.

4 Από τις ίδιες διατάξεις προκύπτει, επίσης, ότι στην περίπτωση που ανακύπτει ανάγκη για το Δημόσιο να λάβει «συνδρομή» από δικηγόρο με «εξειδικευμένες γνώσεις» και «εμπειρία», ώστε να προετοιμαστεί κατάλληλα για το χειρισμό της υπόθεσης στο δικαστήριο, η διαδικασία που νομιμοποιεί την τελική απόφαση εκκινεί, κατά νομική και λογική αναγκαιότητα, από το πρόσωπο που διαπιστώνει την ανάγκη, δηλαδή από το χειριζόμενο την υπόθεση μέλος του ΝΣΚ. Ομοίως, και η διαδικασία επιλογής του «εξειδικευμένου» και «έμπειρου» δικηγόρου, πρέπει να διεκπεραιώνεται από το ΝΣΚ, με την εφαρμογή των αρχών της διαφάνειας, της δημοσιότητας και της ίσης μεταχείρισης όπως προβλέπουν οι πάγιες διατάξεις του ν. 4270/2014 περί Δημοσίου Λογιστικού και του π.δ/τος 60/2007. Και αυτό γιατί, εκτός των άλλων, μόνο το ΝΣΚ μπορεί να διασφαλίσει τόσο την ύπαρξη των εξειδικευμένων γνώσεων, όσο και την απουσία κωλυμάτων στο πρόσωπο του δικηγόρου.

Ευλόγως. Διότι, εν τέλει, οι Υπουργοί δεν γνωρίζουν ούτε ποια υπόθεση απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις, ούτε αν τα μέλη του ΝΣΚ τις διαθέτουν, ούτε, εν πάση περιπτώσει, ποιος δικηγόρος διαθέτει τις γνώσεις αυτές.

5 Η παράνομη εκπροσώπηση της Διοίκησης και από δικηγόρους και η χωρίς νόμιμη πληρεξουσιότητα παράστασή τους στις «δίκες των καναλιών» (η οποία επαναλαμβάνεται στις δίκες ενώπιον της Επιτροπής Αναστολών του ΣτΕ), πρέπει να σταματήσει. Υποδηλώνει αδικαιολόγητη έλλειψη πολιτικής ή και επιχειρησιακής εμπιστοσύνης της πολιτικής εξουσίας προς το ΝΣΚ και τους λειτουργούς του, ένα θεσμό με συνταγματική κατοχύρωση από το έτος 2001 και αδιάλειπτο δημόσιο βίο 134 ετών. Η έλλειψη πολιτικής εμπιστοσύνης είναι ασυγχώρητη, γιατί σ’ ένα Κράτος Δικαίου επιβάλλεται η Κυβέρνηση να αδιαφορεί για τις πολιτικές απόψεις των λειτουργών και των υπαλλήλων. Εκείνο που πρέπει να την ενδιαφέρει, και που της επιτρέπεται να ελέγχει, είναι αν εκτελούν επαρκώς και νομίμως τα καθήκοντά τους. Ομοίως αδικαιολόγητη είναι και η έλλειψη εμπιστοσύνης ως προς την επιχειρησιακή επάρκεια του ΝΣΚ. Γιατί στον μακρύ θεσμικό του βίο το ΝΣΚ έχει ανταποκριθεί απόλυτα στις ανάγκες δικαστικής υπεράσπισης των πράξεων της Διοίκησης. Αλλωστε οποιαδήποτε επιχειρησιακή αδυναμία κι αν διαπιστώνεται στη λειτουργία κάθε θεσμού, αυτή πρέπει να αντιμετωπίζεται με μέτρα θεραπείας και, πάντως, όχι με την παράκαμψη και την επιτασσόμενη κηδεμονία του. Ιδίως τα τελευταία χρόνια, το ΝΣΚ αντιμετώπισε με επιτυχία πρωτόγνωρες και πραγματικά δυσχερείς δικαστικές υποθέσεις με σοβαρό πολιτικό διακύβευμα, όπως τις δίκες για τα μνημόνια ή το «κούρεμα» των ομολόγων, χωρίς ούτε το ΝΣΚ να ζητήσει, ούτε η τότε Κυβέρνηση να επιδιώξει τον διορισμό δικηγόρων για τη δικαστική εκπροσώπηση της Διοίκησης. Η «ανάθεση» και άσκηση αρμοδιοτήτων, που κατά το Σύνταγμα και τους νόμους ασκούνται αποκλειστικά από το ΝΣΚ, σε πρόσωπα της αυθαίρετης επιλογής της πολιτικής εξουσίας είναι παράνομη και δεν πρέπει να επαναληφθεί.

Οπως έχει διδαχθεί, κανείς μέσα στην πολιτική κοινωνία δεν μπορεί να απαλλαγεί από τους νόμους της. Πρωτίστως η Κυβέρνηση.

Ο Τάσος Μπάνος είναι μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Οι απόψεις που εκτίθενται ανωτέρω είναι προσωπικές και δεν απηχούν αναγκαίως τις επίσημες θέσεις του ΝΣΚ