«Οποιαδήποτε σκέψη για μεταβολή του ανώτατου συνταγματικού ορίου με τυπικό νόμο προκαλεί τρόμο κυρίως για την ευκολία και την ανεπίτρεπτη προχειρότητα με την οποία επιχειρείται να ξεπεραστούν ανυπέρβλητοι συνταγματικοί φραγμοί».

Με σε τριάντα λέξεις η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων απέκρουσε σκέψεις ή ενδεχόμενες προθέσεις κινούμενες πέραν του Συντάγματος και της αναθεώρησης του καταστατικού χάρτη και ταυτόχρονα έδωσε το στίγμα του δικαστικού σώματος σε τέτοιου είδους κινήσεις, από όπου κι αν αυτές προέρχονται.

Η είδηση περί της ενδεχόμενης αύξησης των ορίων ηλικίας για την αποχώρηση των δικαστών με πυξίδα όχι το Σύνταγμα αλλά κάποια νομοθετική λύση –σύμφωνα με όσα μετέφερε η πρόεδρος του Αρείου Πάγου σε συναδέλφους της στην Ολομέλεια του Εφετείου της Αθήνας αμέσως μετά τη συνάντηση των προέδρων των Ανώτατων Δικαστηρίων με τον Πρωθυπουργό –σκόνταψαν στο τείχος που όρθωσαν οι ίδιες οι δικαστικές ενώσεις.

Τείχος που η πρώτη ύλη του αλλά και το σημείο αναφοράς του είναι το ίδιο το Σύνταγμα, που τους θεσμικούς του ρόλους υπηρετούν όλοι οι δικαστικοί λειτουργοί.

«Αιτία πολέμου»

Για τους δικαστές, πέρα από τα πρόσωπα που τυχαίνει τώρα να εκπροσωπούν συγκεκριμένους θεσμούς στην ηγεσία της Δικαιοσύνης, μια τέτοια κίνηση εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας θα μπορούσε να θεωρηθεί ακόμα και «casus belli». Ως εκ τούτου οι ανακοινώσεις τους δεν είχαν να κάνουν με κανένα πρόσωπο από την πυραμίδα της Δικαιοσύνης. Τα βέλη τους είχαν στόχευση θεσμική και διά αυτής της οδού, όπως έλεγαν δικαστικές πηγές, «το μήνυμα θέλουμε να πιστεύουμε πως ελήφθη. Από όλους».

Αντί άλλου επιχειρήματος, όσοι έστρεψαν τα πυρά τους χθες κατά μιας τέτοιας ρύθμισης επικαλέστηκαν απλώς το άρθρο 88 παράγραφο 5 του Συντάγματος, που η απλή ανάγνωση και η ερμηνεία του δεν αφήνουν χώρο σε αμφισβητήσεις καθώς ρητά αναφέρει πως υποχρεωτικά οι ανώτατοι δικαστές αποχωρούν με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας τους.

Οι δικαστικές ενώσεις (Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων, Ενωση Δικαστικών Λειτουργών Συμβουλίου της Επικρατείας, Ενωση Δικαστικών Λειτουργών Ελεγκτικού Συνεδρίου, Ενωση Διοικητικών Δικαστών και Ενωση Μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους) διατύπωσαν, χωρίς αστερίσκους ή υποσημειώσεις, την κατηγορηματική αντίθεσή τους σε τέτοιου είδους νομοθετικές επιλογές με σκληρές, μάλιστα, ανακοινώσεις. Μετά τον σάλο που προκλήθηκε, το υπουργείο Δικαιοσύνης με μια «πυροσβεστική» ανακοίνωση έσπευσε να καθησυχάσει πως «καμιά μεταβολή, κανείς νεωτερισμός δεν θα προχωρήσει εκτός του θεσμικού πλαισίου της συνταγματικότητας», σε μια προσπάθεια να κλείσει το νέο μέτωπο στον ήδη ταραγμένο χώρο της Θέμιδος.

Λίγη ώρα νωρίτερα οι δικαστές καλούσαν τον υπουργό Δικαιοσύνης και τον Πρωθυπουργό να λάβουν θέση στο ζήτημα που ανέκυψε και να ξεκαθαρίσουν ότι δεν υπάρχει περιθώριο οποιασδήποτε διαφορετικής ερμηνείας της ξεκάθαρης συνταγματικής διάταξης. Σε αντίθετη περίπτωση, «υπάρχει ο κίνδυνος να οδηγηθούμε σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις που θα πλήξουν βαρύτατα τη συνταγματική τάξη και το κράτος δικαίου».

Συνταγματική παραβίαση

Οι δικαστικές ενώσεις ομόφωνα καταδίκασαν μια τέτοια νομοθετική μεταβολή εκτός των ορίων της διάταξης του Συντάγματος που εφαρμόζεται από το 1975 χωρίς κανένας ποτέ να έχει αμφισβητήσει το νόημά της.

«Η συνταγματική αυτή διάταξη, η έννοια της οποίας ουδέποτε αμφισβητήθηκε μέχρι σήμερα, δεν αφήνει κανένα απολύτως περιθώριο παρερμηνείας και επομένως κάθε τροποποίηση του ανώτατου συνταγματικού ορίου ηλικίας των δικαστικών λειτουργών με τυπικό νόμο συνιστά ανεπίτρεπτη παραβίαση συνταγματικών προβλέψεων. Οποιαδήποτε πρόταση για το ζήτημα αυτό μπορεί να τεθεί μόνο στο πλαίσιο συνταγματικής αναθεώρησης, στο πλαίσιο της οποίας θα τοποθετηθούμε μεταξύ άλλων και για το συγκεκριμένο ζήτημα» ανέφεραν χαρακτηριστικά σε κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν οι δικαστικές ενώσεις του ΣτΕ, των Διοικητικών Δικαστών και του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του ΝΣΚ .

Δεν παρέλειψαν μάλιστα να στηλιτεύσουν την άρνηση του Πρωθυπουργού να συναντήσει τους εκπροσώπους των δικαστικών ενώσεων που έχουν υποβάλει αίτημα εδώ και πέντε μήνες.

«Ο Πρωθυπουργός, ενώ συνομιλεί ως έχει δικαίωμα με την ηγεσία της Δικαιοσύνης, αρνείται επί 5 μήνες να συναντήσει τις δικαστικές ενώσεις, παρά τα σχετικά αιτήματα που έχουν υποβάλει, απαξιώνοντας έτσι τους εκλεγμένους εκπροσώπους όλων των κλάδων της Δικαιοσύνης» αναφέρουν χαρακτηριστικά οι πρόεδροι των Ενώσεων Ευθύμιος Αντωνόπουλος – σύμβουλος του ΣτΕ, Ειρήνη Γιανναδάκη – πρόεδρος Εφετών, Ασημίνα Σαντοριναίου – σύμβουλος Ελεγκτικού Συνεδρίου και Χρήστος Μητκίδης– σύμβουλος του ΝΣΚ.