Μερικές φορές διερωτώμαι εάν εδώ σ’ αυτή τη χώρα διαβάζουμε όλοι τα ίδια κείμενα που εκδίδονται από τους θεσμούς/όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) ή όχι. Εάν π.χ. η κυβέρνηση διαβάζει το ίδιο κείμενο με αυτό που διαβάζουμε οι υπόλοιποι θνητοί για την ελάφρυνση του χρέους που υιοθετήθηκε από το Γιούρογκρουπ (Eurogroup) του περασμένου Μαΐου. Γιατί στο κείμενο αυτό έχει συμφωνηθεί ένας συγκεκριμένος οδικός χάρτης για την ελάφρυνση του χρέους, με τη συγκατάθεση και της ελληνικής πλευράς, που προβλέπει βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα με λίγο – πολύ συγκεκριμένες ρυθμίσεις. Επομένως θέμα «ρύθμισης του χρέους μέχρι τέλους του έτους» δεν υπάρχει. Στην καλύτερη περίπτωση μέχρι τέλους του έτους μπορούν να ληφθούν κάποια από τα βραχυπρόθεσμα μέτρα (σταθερά επιτόκια κ.λπ). Για όλα τα υπόλοιπα μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος (2018), όπως προβλέπει η σχετική απόφαση, και πάντως μετά τις γερμανικές εκλογές. Ως εκ τούτου, καλό είναι η ελληνική πλευρά να μη δημιουργεί «ανεκπλήρωτες προσδοκίες», αλλά να εμμείνει στην υλοποίηση των αποφάσεων του Γιούρογκρουπ (που δεν είναι και τόσο αυτονόητη).

Η μακροχρόνια όμως διευθέτηση του χρέους δεν είναι καθόλου άσχετη με τη γενικότερη αρχιτεκτονική της ευρωζώνης, της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης (ΟΝΕ). Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος ορθώς αναγνώρισε πρόσφατα ότι η ευρωζώνη έχει ατέλειες και ότι θα πρέπει να προβληματιστούμε «για το πού πάει η ευρωζώνη». Οντως να προβληματιστούμε. Αλλά η ίδια η κυβέρνηση έχει προβληματιστεί και ξέρει πού θα ήθελε να πάει η ευρωζώνη; Γιατί μέχρι στιγμής δεν έχουμε διαβάσει κάποια ολοκληρωμένη άποψη, κάποιο ελληνικό σχέδιο για το μέλλον της. Δεν ξέρουμε π.χ. ποια είναι η κυβερνητική αντίδραση στην έκθεση των πέντε οργάνων της Ενωσης για την ολοκλήρωση της ΟΝΕ.

Η ΟΝΕ είναι όντως ένα ημιτελές οικοδόμημα. Στηρίζεται σ’ ένα σκέλος μόνο –τη νομισματική ένωση –και θα πρέπει να ολοκληρωθεί με την οικονομική ένωση, δημοσιονομική ένωση, πλήρη τραπεζική ένωση και τελικά πολιτική ένωση για να επιβιώσει ως ένα αποτελεσματικό και δημοκρατικά νομιμοποιημένο σύστημα. Διαφορετικά η επιβίωσή της στηρίζεται σε εντελώς σαθρές βάσεις. Για να γίνουν όμως όλα τα παραπάνω υπάρχει μια βασική προϋπόθεση: η μεταφορά σημαντικού μέρους εθνικής κυριαρχίας στις Βρυξέλλες. Είναι έτοιμη η κυβέρνηση και ευρύτερα η Ελλάδα να προβεί στην εκχώρηση της κυριαρχίας αυτής προκειμένου π.χ. να δημιουργηθούν η θέση του υπουργού Οικονομικών για την ευρωζώνη και ένα κεντρικό σύστημα κατάρτισης των εθνικών προϋπολογισμών παράλληλα με ένα σύστημα μεταφοράς πόρων, αμοιβαιοποίησης του χρέους, απόκτησης από την ευρωζώνη «δημοσιονομικής ικανότητας» (προϋπολογισμού), αναδιανεμητικών πολιτικών κ.λπ.; Η εντύπωση που υπάρχει είναι ότι η κυβέρνηση μάλλον δεν είναι έτοιμη γα μια τέτοια εκχώρηση κυριαρχίας.

Επομένωςμ τόσο στο θέμα του χρέους όσο και αυτό της «ατελούς ευρωζώνης» κατασκευάζονται νέα αφηγήματα (ή μύθοι) περισσότερο για εσωτερική κατανάλωση και λιγότερο ως στοιχεία μιας συνεκτικής στρατηγικής για τη χώρα και την Ευρώπη.

Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών