Ιστορία δεν γράφουν οι κυβερνήσεις. Αλλά τα συνέδρια των κομμάτων που είναι στην κυβέρνηση. Ποιος θυμάται σήμερα το «Κόμμα και κράτος –Θόδωρος Τσουκάτος» στο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ του 1999; Παρ’ όλα αυτά, σε μια αναδρομική θεώρηση των πραγμάτων, το συνέδριο εκείνο, έκφραση απόλυτου καθεστωτισμού, είχε μέσα του το σπέρμα όλων όσων επέρχονταν σε απώτερο ή απώτατο χρόνο.

Γνωστή ως «χιονάτη» σε μεταγενέστερο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, λόγω της προσπάθειάς της να μαζέψει λευκά, η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου κόσμησε με τη μετρημένη παρουσία της το Τάε Κβον Ντο. Οπως και ο Πάνος Καμμένος με τους δικούς του που ήταν φανερό ότι αισθάνονταν σαν στο σπίτι τους εν μέσω συνέδρων ΣΥΡΙΖΑ. Από τον καθεστωτισμό της Μεταπολίτευσης, μονοκομματικό με σκληρές αντιπαραθέσεις αντίπαλων μηχανισμών, φθάσαμε στον καθεστωτισμό του μετα-Μνημονίου, πολυκομματικό με ιερές συμμαχίες. Η Αριστερά αγαπά το κόκκινο, αλλά για να υπάρξει η κυβέρνηση Τσίπρα συνήργησαν ανερυθρίαστα δυνάμεις που νόμιζαν ότι δεν είχαν πολλά κοινά, ώσπου τις ένωσαν ο λαϊκισμός και το πάθος για την εξουσία.

Ολα αυτά δεν σοκάρουν πια κανέναν. Οι εναγκαλισμοί, οι ασπασμοί και τα χτυπήματα στην πλάτη περίσσευαν στο 2ο Συνέδριο. Λογικό –ο αριβισμός ολοκληρώνεται τη στιγμή της άφιξης. Παρ’ όλα αυτά, είναι η πολιτική αυτοϊκανοποίηση σε συνδυασμό με την ανοσία που προδιαγράφει την αρχή του τέλους. Το ξεκίνημα μιας παρακμής χωρίς επιστροφή υπό συνθήκες απόλυτης αποθέωσης.

Το ΠΑΣΟΚ του ’99 έχανε ήδη σε ποσοστά, αλλά είχε μπροστά του τον σεισμό του Χρηματιστηρίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ του ’16 ψάχνει ένα γκελ στο χρέος ή στην ποσοτική χαλάρωση ή στην έξοδο στις αγορές. Μόνο που αντίπαλός του δεν είναι πια ο Σόιμπλε ή τα άχρωμα κοστούμια του ΔΝΤ. Είναι η παγερή σιωπή μιας κοινωνίας που παραμένει ασυγκίνητη από το πώς μπορεί να είσαι κυβερνώσα Αριστερά παρέα με τη χειρότερη Δεξιά. Αλλά θυμάται τις υποσχέσεις για τον ΕΝΦΙΑ. Ενώ ξέρει πως, αν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ παροτρύνονται να προτιμούν το κόμμα από την κυβέρνηση, είναι γιατί το κόμμα έχει τις πλάτες του κράτους.