Τα στελέχη της Κεντροαριστεράς συνεχίζουν τα ραντεβού, παρά το διαζύγιο ΠΑΣΟΚ και Ποταμιού. Ακόμη και οι πιο πιστοί στην ιδέα της ανασυγκρότησης του μεσαίου χώρου, ωστόσο, αυτή την περίοδο αποφεύγουν να εμφανιστούν αισιόδοξοι για τις πιθανότητες ενοποίησής του. Οσο για τα επιτελεία των δύο μεγαλύτερων κομμάτων; Το καθένα σχεδιάζει τη δική του στρατηγική επιβίωσης σε μια πολιτική σκηνή στην οποία πρωταγωνιστούν ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ.

Τι λέει όμως η δυνητική εκλογική τους δεξαμενή, δηλαδή οι ψηφοφόροι που αυτοτοποθετούνται στο πολιτικό φάσμα από τις σοσιαλδημοκρατικές παρυφές του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι την κεντροδεξιά πτέρυγα της γαλάζιας παράταξης; Σε αυτό το ερώτημα προσπάθησε να απαντήσει ένα σκέλος της έρευνας του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, που διενεργήθηκε για λογαριασμό της πολιτικής κίνησης του Γιάννη Ραγκούση Επόμενη Ελλάδα και το οποίο παρουσιάζουν σήμερα «ΤΑ ΝΕΑ».

Η μέτρηση έγινε υπό την επιστημονική διεύθυνση του καθηγητή Νίκου Μαραντζίδη, σε δείγμα 1.080 ατόμων. Σε όσους από τους συμμετέχοντες τοποθέτησαν εαυτούς στις θέσεις 3, 4, 5 και 6 της κλίμακας μεταξύ Αριστεράς – Δεξιάς και παράλληλα στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 δήλωσαν ότι ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Το Ποτάμι και ΝΔ τέθηκαν δύο επιπλέον ερωτήσεις. Πρώτα, «τι θα πρέπει να κάνουν οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς;» με επιλογές απάντησης: «Να ενωθούν γύρω από το ΠΑΣΟΚ. Να ενωθούν σε ένα ενιαίο κόμμα. Να ενσωματωθούν στη ΝΔ. Να ενσωματωθούν στον ΣΥΡΙΖΑ». Και στη συνέχεια σε τι είδους κυβέρνηση συνεργασίας θα επιθυμούσαν να συμμετέχει αυτό το νέο κόμμα. Μόνο με τη ΝΔ, μόνο με τον ΣΥΡΙΖΑ ή με κανέναν από τους δύο;

ΤΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ. Η επιλογή του συγκεκριμένου δείγματος για αυτές τις ερωτήσεις δεν ήταν τυχαία. Ο Νίκος Μαραντζίδης σημειώνει μια αντίφαση που συναντά σχεδόν σε όλες τις δημοσκοπήσεις που κάνει. «Αν και το Κέντρο ως εκλογική βάση κομμάτων έχει πια συρρικνωθεί, ως ιδεολογική κατηγορία ψηφοφόρων παραμένει σημαντική» τονίζει. Σύμφωνα μάλιστα με την ανάγνωσή του, αυτό ερμηνεύει και «τη μάχη που δίνουν τα δύο μεγάλα κόμματα για να μετακινηθούν προς το Κέντρο».

Η πλειονότητα λοιπόν των ερωτηθέντων, 52%, προτάσσει ως ενδεδειγμένη λύση την ενοποίηση των δυνάμεων του χώρου σε ένα νέο κόμμα. Εξίσου υψηλά ποσοστά συγκεντρώνει αυτή η θέση σε όλες τις ηλικιακές κατηγορίες, όλα τα μορφωτικά επίπεδα και ανεξαρτήτως της ψήφου στις κάλπες του Σεπτεμβρίου 2015. Ειδικά από όσους επέλεξαν Ποτάμι, το ζητούν σε ποσοστό 80%.

Ο Γιάννης Ραγκούσης «διαβάζοντας» την έρευνα αναφέρει πως «το πολιτικό πρόβλημα βρίσκεται στο αντιδεξιό, προοδευτικό στρατόπεδο. Εδώ υπάρχει η απόλυτη ρευστότητα, εδώ θα δοθεί η μεγάλη μάχη.Μάχη ανάμεσα στους δημαγωγούς και στους προοδευτικούς». Αν και σπεύδει να επισημάνει πως τα ευρήματα δεν επηρεάζουν τις επόμενες κινήσεις που έχουν αποφασίσει στην πολιτική του πρωτοβουλία. Εξού και προσθέτει ότι «το χρέος μας ως προοδευτικές δυνάμεις είναι να νικήσουμε τους λαϊκιστές και να ηγεμονεύσουμε στον αντιδεξιό χώρο κι όχι να γίνουμε υπουργοί του Μητσοτάκη».

ΣΦΑΙΡΕΣ ΕΠΙΡΡΟΗΣ ΤΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ. Από τους ερωτηθέντες στη μέτρηση μόνο το 10% ζητά να ενωθούν οι δυνάμεις του χώρου γύρω από το ΠΑΣΟΚ και 9% να ενσωματωθούν στον ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμη ένα άξιο αναφοράς στοιχείο της ποιοτικής ανάλυσης είναι πως από εκείνους που στις τελευταίες εκλογές ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ –και απασχολούν τους περισσότερους στον προοδευτικό χώρο μιας και είναι αυτοί που μετακινούνται –μόνο το 7% δηλώνει πως πρέπει οι δυνάμεις του χώρου να ενωθούν γύρω από το ΠΑΣΟΚ. Ή, όπως το θέτει κυνικά πρώην στέλεχος του κόμματος, «στην ουσία λένε ότι δεν πρόκειται να γυρίσουν στο ΠΑΣΟΚ». Ακόμη πάντως και όσοι ψήφισαν ΠΑΣΟΚ τον Σεπτέμβριο 2015, εμφανίζονται διχασμένοι. Το 46% ζητά νέο κόμμα και το 44% συστράτευση δυνάμεων γύρω από το ΠΑΣΟΚ.

Αλλά και στο ζήτημα των κυβερνητικών συνεργασιών –που έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στο ναυάγιο των συνομιλιών ΠΑΣΟΚ και Ποταμιού –το δείγμα δίνει ενδιαφέρουσες απαντήσεις. Από αυτούς που δηλώνουν ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ στις τελευταίες εκλογές, το 40,5% προτιμά την είσοδο του νέου φορέα σε ένα κυβερνητικό σχήμα με τη ΝΔ και μόνο το 8,5% επιλέγει την ενσωμάτωση στον ΣΥΡΙΖΑ. Στους δε ψηφοφόρους του Ποταμιού η πλειονότητα, 58%, δεν επιθυμεί τη συγκυβέρνηση ούτε με τη ΝΔ ούτε με τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το 31,5% επιλέγει τη ΝΔ και ούτε ένας τον ΣΥΡΙΖΑ.