Αλυσιδωτές εκρήξεις ακολουθούν τη βομβιστική επίθεση με στόχο την εισαγγελέα Εφετών, Γεωργία Τσατάνη, ενώ τα θραύσματα από τα Εξάρχεια τραυματίζουν και την κυβέρνηση που δείχνει ανοχύρωτη απέναντι στα χτυπήματα του αντιεξουσιαστικού χώρου. Ταυτόχρονα, η σκοτεινή έκρηξη επιτείνει την έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί στους κόλπους των δικαστικών λειτουργών, καθώς η επίθεση στην εισαγγελέα συνδυάστηκε σχεδόν αναγκαστικά με την πολύμηνη στοχοποίησή της από κυβερνητικής πλευράς.

Η επανεμφάνιση της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς προκαλεί συναγερμό όχι μόνον γιατί το τυφλό χτύπημα αναβιώνει ζοφερές καταστάσεις του παρελθόντος, αλλά επειδή η τρέχουσα επικαιρότητα φαίνεται πλέον να τροφοδοτεί ένα αντάρτικο πόλεων –με προειδοποιήσεις, μάλιστα, ότι έπεται συνέχεια –που έχει και χαρακτηριστικά παρεμβατικότητας στις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις. Η ανοικτή σύγκρουση της Τσατάνη με το υπουργείο Δικαιοσύνης, πρωτίστως με τον αναπληρωτή υπουργό Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, σχεδόν ανοικτά ομολογείται από την οργάνωση ότι αποτέλεσε μια από τις αφορμές για τη βομβιστική επίθεση: η υπόθεση της Μαρφίν/Βγενόπουλου που χειριζόταν η εισαγγελέας Εφετών έχει περίοπτη θέση στο κείμενο των Πυρήνων για την ανάληψη της ευθύνης.

Η καταδίκη του πολιτικού κόσμου για το βομβιστικό χτύπημα στην καρδιά της Αθήνας είναι ομόθυμη, ενώ συνοδεύεται και από δηλώσεις εμψύχωσης των δικαστικών λειτουργών. Στην πραγματικότητα όμως το χτύπημα των Πυρήνων ανοίγει έναν νέο κύκλο πολιτικής αντιπαράθεσης, με την αντιπολίτευση να καταγγέλλει την κυβέρνηση για ανεκτικότητα απέναντι στους αντιεξουσιαστές, ενώ το ωστικό κύμα φαίνεται να ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά και στον δικαστικό χώρο. Το μήνυμα της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων περί «μάταιης προσπάθειας να καμφθεί το ανεξάρτητο φρόνημα των δικαστικών λειτουργών» δεν ερμηνεύεται από νομικούς κύκλους ως απλή σχολιογραφική παρέμβαση. Οι καταγγελίες της Γεωργίας Τσατάνη ότι έμεινε απροστάτευτη, καθώς είχαν ανακληθεί οι αστυνομικοί που τη φρουρούσαν, ενισχύουν το κλίμα αναστάτωσης στον ευρύτερο χώρο της Δικαιοσύνης, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που η ίδια είχε εγγράφως (από τις 24 Σεπτεμβρίου) προειδοποιήσει το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ότι αποτελούσε στόχο επιθέσεων.

Προφανώς, αντιλαμβανόμενος ότι η βομβιστική επίθεση αντανακλάται σε όλη τη δικαστική κοινότητα, ο υπουργός Δικαιοσύνης, Νίκος Παρασκευόπουλος, φρόντισε να εστιάσει στους λειτουργούς της Θέμιδος, καταδικάζοντας απερίφραστα το χτύπημα ως τρομοκρατική ενέργεια: «Η πολιτεία και η κοινωνία γνωρίζουν ότι καμιά τρομοκρατική ενέργεια δεν πρόκειται να κάμψει τη λειτουργία της Δικαιοσύνης. Οι απειλές ή και ενέργειες εκφοβισμού και τρομοκράτησής της πέφτουν στο κενό».

Για την αξιωματική αντιπολίτευση, ωστόσο, η επίθεση στην εισαγγελέα Εφετών δεν είναι ασύνδετη με άλλες μεγάλες υποθέσεις που εκκρεμούν στη Δικαιοσύνη –«συνιστά απόπειρα τρομοκράτησης των δικαστικών λειτουργών, την ώρα που καλούνται να αποφανθούν για μείζονος σημασίας υποθέσεις» ανέφερε ο εκπρόσωπος της ΝΔ, Γιώργος Κουμουτσάκος. Παράλληλα, θέτοντας εκ νέου ζήτημα ασφάλειας των πολιτών, διαμηνύει ότι η επανεμφάνιση της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς «εκθέτει συνολικά την κυβέρνηση που ολιγωρεί συστηματικά στην επιβολή του νόμου και της τάξης, ενώ στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ τάσσονται, έμμεσα ή άμεσα, στο πλευρό κατηγορούμενων για τρομοκρατία».