Το δραματικό τηλεφώνημα έγινε λίγο πριν από το μεσημέρι της Παρασκευής που ανακοινώθηκε το δημοψήφισμα. Οσα συζητήθηκαν θα μπορούσαν εκείνη την ώρα να προκαλέσουν σεισμικές δονήσεις, αφού τίποτε από αυτά δεν υπήρχε στη δημόσια ατζέντα –πρωτίστως επειδή έδειχναν αδιανόητα. Για το δημοψήφισμα, που προέκυψε μετά τα μεσάνυχτα, δεν έγινε κουβέντα, καθώς φάνηκε να το αγνοούν και οι δύο συνομιλητές. Οχι μόνον ως εξέλιξη, ακόμη και ως σενάριο εργασίας. Τα υπόλοιπα, ωστόσο, έδειχναν εξίσου συγκλονιστικά, αφού περνούσαν από το παράλληλο νόμισμα, την εθνικοποίηση των τραπεζών και μια έφοδο στο Νομισματοκοπείο.

Το τηλεφώνημα έχει ενδεχομένως μια ιστορική αξία επειδή στη γραμμή βρίσκονταν δύο κορυφαίοι θεσμικοί παράγοντες –που πέραν της ανταλλαγής απόψεων και πληροφοριών, κατ’ ουσίαν εξέτασαν το πλαίσιο μιας κοινής αντίδρασης μπροστά στο κενό. Οταν ο Γιάννης Στουρνάρας σήκωσε το τηλέφωνο και κάλεσε την Προεδρία της Δημοκρατίας, ετοίμαζε τις αποσκευές του για τη Βασιλεία και την παγκόσμια σύναξη των κεντρικών τραπεζικών. Ο Προκόπης Παυλόπουλος περίμενε τα νεότερα από τη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών, με περιορισμένη την αισιοδοξία για μια θετική κατάληξη. Σε τέσσερις ημέρες η χώρα θα μετεωριζόταν, χωρίς αλεξίπτωτο και την ασφάλεια ενός προγράμματος διάσωσης.

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΠΑΖΛ. Οσα συζήτησαν Παυλόπουλος και Στουρνάρας εκείνο το μεσημέρι θα μπορούσαν πιθανότατα να συμπληρώσουν το μεγάλο παζλ, στο οποίο δεκαπέντε μήνες αργότερα διάφορες πλευρές εξακολουθούν να προσθέτουν κομμάτια. Οπως εκείνο, για παράδειγμα, που φέρνει σήμερα στο προσκήνιο τις παρασκηνιακές συζητήσεις Πούτιν – Ολάντ για την επιχείρηση «δραχμή». Ο Στουρνάρας είχε απευθυνθεί στην Προεδρία και σήμανε συναγερμό, εκτιμώντας ότι ο Παυλόπουλος ήταν ο μοναδικός άνθρωπος στον οποίο θα μπορούσε να προστρέξει εκείνες τις στιγμές. Από μια οπτική, το μεσημέρι της 26ης Ιουνίου 2015 ήταν η πρώτη φορά που καταγράφηκε σύμπνοια ανάμεσα στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος.

Εκτοτε οι επικοινωνίες είναι αρκετές, αλλά θυμίζουν ζευγάρια που κάνουν τις δικές τους φιγούρες στο παγοδρόμιο. Σε κάποιες στροφές βρίσκονται κοντά, σε άλλες απομακρύνονται. Αλλά, εκατέρωθεν, γνωρίζουν καλά ότι αποτελούν κεντρικά πρόσωπα στην πίστα και κινούνται στους ρυθμούς της ίδιας μουσικής. Αυτό που ενώνει, ως ισχυρή συγκολλητική ουσία, τον Παυλόπουλο και τον Στουρνάρα είναι το ημερολόγιο: έως το 2020 αποτελούν τις μόνες σταθερές στο εγχώριο σύστημα εξουσίας –και είναι σχεδόν επιβεβλημένο να συμπορευθούν, ακόμη κι αν το σημερινό πολιτικό σκηνικό γίνει θρύψαλα. Πρόκειται για αναγκαία συνθήκη που προφανώς καθορίζει και το πλαίσιο της συνεργασίας.

ΚΑΡΑΜΑΝΛΙΚΟΙ – ΣΗΜΙΤΙΚΟΙ. Πέραν αυτού δεν αποτελεί καν κοινό μυστικό ότι τους χωρίζει μια πολιτική άβυσσος –εκείνη που χωρίζει τους καραμανλικούς και τους, ταυτισμένους με την περίοδο Σημίτη, εκσυγχρονιστές. Η διετία της ώσμωσης Σαμαρά – Στουρνάρα κάθε άλλο παρά διευκόλυνε για να υπερβούν τη διαχωριστική γραμμή. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 2014, το μπλοκ στη ΝΔ κατά του Στουρνάρα είχε καθοδηγητές: ο Νικήτας Κακλαμάνης έκοβε κι ο Προκόπης έραβε. Το μαχαίρι που ακόμη κρατά ο Κακλαμάνης φανερώνει ότι από τότε δεν έχουν σημειωθεί ουσιαστικές μεταβολές.

Ανοικτές υποθέσεις που παρακολουθεί στενά το καραμανλικό σύστημα, όπως οι εξελίξεις στην Τράπεζα Αττικής και το ζήτημα του ΚΕΕΛΠΝΟ, είναι βέβαιο ότι παρακολουθούνται και από την Προεδρία. Οπως και οι παρασκηνιακές συνάξεις για μια επαναφορά του Στουρνάρα στην κεντρική πολιτική σκηνή, με το τιμόνι της Κεντροαριστεράς στα χέρια. Εάν οι καραμανλικοί θεωρούσαν τον Στουρνάρα αριβίστα, είναι βέβαιο ότι τα δείπνα και οι αντικυβερνητικές αγωνίες των σημιτικών δεν αμβλύνουν αυτή την εικόνα και συντηρούν την καχυποψία. Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που ο διοικητής συνεχίζει να πυροβολεί με την ίδια ένταση τους Καραμανλή και Προβόπουλο για τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό του 2008-2009 και την πολιτικοοικονομική νιρβάνα εκείνης της περιόδου.

ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΔΙΑΥΛΟΙ. Ο ορθολογισμός, ωστόσο, που φαίνεται να καθοδηγεί την Ηρώδου του Αττικού και την Αμερικής, επιτρέπει να παραμένουν σταθερά ανοικτοί οι δίαυλοι ανάμεσα στους δύο πυλώνες, έστω και περιοριστικά μέσα στο στενό θεσμικό πλαίσιο. Στην Προεδρία έχουν έχουν πλήρη γνώση ότι, πέραν των ηγετών, το παιχνίδι για το ελληνικό ζήτημα παίζεται στο Eurogroup, τον ΕSM και την EKT –συνεπώς η σχέση με τον Ντράγκι θωρακίζει τον Στουρνάρα. Η ανάγνωση δεν διαφέρει από εκείνη που κάνουν και στο Μαξίμου, επιβάλλοντας τη διατήρηση των ισορροπιών με την Αμερικής, έστω και με σφιγμένα δόντια. Από την άλλη πλευρά, το ειδικό βάρος του Παυλόπουλου, σε σχέση και με τα ευρωπαϊκά κέντρα, αναγνωρίζεται στην Τράπεζα της Ελλάδος ότι αποτελεί κρίσιμη παράμετρο στην εποχή του τρίτου Μνημονίου –και η αποτελεσματική συνύπαρξη είναι μονόδρομος.

Ενα μήνυμα προς αυτή την κατεύθυνση είχαν φροντίσει να στείλουν από κοινού τον περασμένο Ιανουάριο, όταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επισκέφθηκε τον Μάριο Ντράγκι στη Φρανκφούρτη, συνοδευόμενος από τον κεντρικό τραπεζίτη. Μια διελκυστίνδα καταγράφεται ακόμη και για το ταξίδι στην ΕΚΤ: είναι ο Στουρνάρας που πήγε τον Παυλόπουλο στον Ντράγκι ή ο Παυλόπουλος που πήρε μαζί του τον Στουρνάρα; Η κοινή θέση τους υπέρ της έκδοσης ευρωομολόγων, που προέκυψε σε εκείνη τη μετάβαση στη Φρανκφούρτη, έχει αναμφίβολα μεγαλύτερη σημασία. Ούτως ή άλλως, εκείνο το ταξίδι ήταν το υψηλότερο σημείο στο οποίο βρέθηκε η σχέση τους που έκτοτε χειροτέρευσε, μακριά από τα βλέμματα των πολλών, πριν –αναγκαστικά, λόγω των θεσμικών ρόλων τους –ξαναβρεθεί σε τροχιά βελτίωσης.