Πόζαρε στον φακό με το μαύρο μπλουζάκι του που ανέγραφε: «Ερχομαι από μακριά, Οδυσσέας Ελύτης». Ο Κώστας Ζουράρις, σήμερα συνεργαζόμενος βουλευτής με τους ΑΝΕΛ, έχει πάντα τον τρόπο να κλέβει την παράσταση. Ακόμη κι αν δεν είναι ο ίδιος πρωταγωνιστής. Κι αυτό αφού, στο 2ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ προσήλθε απλώς ως προσκεκλημένος, κάθησε πλάι στη Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου μέχρι που τα φλας άστραψαν πάνω του. Ως γνωστόν, οι σταρ δεν μπορούν να κρυφτούν. Ευρυμαθής, αιρετικός, λοξός, ο Ζουράρις διακονεί τον δημόσιο βίο σχεδόν πενήντα χρόνια και με όλους τους τρόπους. Θα ήταν παράδοξο να είχαμε κυβέρνηση Αριστεράς και αυτός να μην έβρισκε τον τρόπο να εισέλθει στο κάδρο. Παρότι για περίπου δύο δεκαετίες υπήρξε επικριτικός για τους παλιούς του συντρόφους.
Η ζωή όμως κάνει κύκλους και ο Ζουράρις ύστερα από μακρύ ζεϊμπέκικο ιδεών και στοχασμών με κέντρο του πάντα το ρεύμα της νεο-Ορθοδοξίας επέστρεψε έστω και ως γκεστ στις αγκάλες της ανανεωτικής Αριστεράς. Εν τω μεταξύ είχε κάνει κι αυτή τους κύκλους της. Ο Ζουράρις είναι όμως πάντα ετοιμοπόλεμος για την έκπληξη. Για παράδειγμα κι ενώ φλερτάρει με έναν ιδιότυπο πατριωτισμό, δεν μπορεί κανείς να μην υπομνηματίσει θετικά την ομιλία του κατά την ψήφιση του Συμφώνου Συμβίωσης στη Βουλή. Εκεί με σχεδόν συγκινητικό λόγο και ενθυμούμενος τον πατέρα του, διαπρεπή σεξολόγο – αφροδισιολόγο αλλά και αστό κομμουνιστή με εξορίες, παρέδωσε ένα μικρό μάθημα ανεκτικότητας και πολεμικής στην ομοφοβία πηγαίνοντας κόντρα ακόμη και στη γραμμή του δικού του κόμματος.
…και την ανάποδη
Οι πατούσες του όμως είναι καμένες. Και το μακρύ ταξίδι του στους πολιτικούς σχηματισμούς (ΚΚΕ εσ., ΚΚΕ, Παπαθεμελής, Σπίθα του Μίκη Θεοδωράκη, Καμμένος) δεν είχε ακριβώς την κατάληξη που ο ίδιος δίδασκε ή ονειρευόταν. Γιατί απέχει φαντάζομαι η ρητορεία των ΑΝΕΛ από τη σύζευξη μαρξισμού και των κοινοβιακών καταβολών της Ορθοδοξίας που ο Ζουράρις φαντάστηκε μεταξύ ακριβού κρασιού και τυριού το μακρινό ’80. Οπως επίσης φαντάζομαι ο σκληρός ρεαλισμός της αριστερής διακυβέρνησης έχει απόσταση από τον ακτιβισμό του ίδιου στο Βραχάσι Λασιθίου ενάντια στη συνένωση του χωριού του με τον Δήμο Νεάπολης. Με μακρά θητεία στους κύκλους του Παρισιού (εντεταλμένος διδασκαλίας και όχι καθηγητής), ασκημένος στο άθλημα του ναρκισσευόμενου ρήτορα, ο Ζουράρις είναι περισσότερο μια περσόνα που ανδρώθηκε σε μεταμεσονύχτια τηλεοπτικά πάνελ παρά ένας στοχαστής που έχει καταθέσει συνεκτικό έργο. «Αυτές οι ελληνοκεντρικές αντιφατικές εκστασιάσεις για ένα δήθεν ξεχωριστό ον, τον Ελληνορωμηό ή για έναν οιονεί περιούσιο λαό, που οι εισαγόμενοι εξ Εσπερίας θεσμοί και ιδέες νοθεύουν τη μοναδικότητά του, όζουν αναχρονιστικού εθνικισμού και βέβαια δεν ευσταθούν επιστημονικά» έγραφε ο Αριστόβουλος Μάνεσης στον πρόλογό του στο ζουράρειο βιβλίο «Μισγάγκεια απερινόητη» το 1984.
Υπερασπιστής της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες, από τη μια, και υπερασπιστής του γάμου μεταξύ ομοφύλων, από την άλλη, ο Ζουράρις μοιάζει να προβοκάρει την πραγματικότητα –η οποία είναι σήμερα απολύτως εύθραυστη και δεν χωράει την παραδοξολογία. Ο θεσσαλονικιός πολιτειολόγος με τα γιλέκα και τα μαύρα τισέρτ μπορεί να είναι απολαυστικός σε πάνελ, ομιλίες ή ραδιόφωνα μιλώντας για τη νηστεία, τη Στανίση ή για τον ΠΑΟΚ. Ο ίδιος όμως μοιάζει απλώς να έχει μετατάξει την περσόνα του στη Βουλή, μοιάζει να συνεχίζει να κάνει την πλάκα του με πιο θεσμικά μέσα. Αυτό μπορεί να ήταν ενδιαφέρον πιο παλιά, σήμερα όμως που η χώρα βρίσκεται σε επιτροπεία (με στήριξη και του δικού του κόμματος) και σε διαρκή κρίση, μοιάζει με μελαγχολικό αστείο.