Στη γνωστή πολιτική των «σημειωμάτων» κατέφυγαν πάλι χθες τα ηνωμένα κυβερνητικά επιτελεία. Κι αυτό για να περάσουν γενεές δεκατέσσερις τη «συμφωνία αλήθειας» της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με στοχευμένες επιθέσεις κατά επώνυμων στελεχών της. Είναι προφανές ότι οι κυβερνώντες επιμένουν όχι απλώς σε μια στρατηγική της έντασης, αλλά στη διαιώνιση της διαβρωτικής ατμόσφαιρας που κυριάρχησε στη συνεδρίαση της περασμένης Δευτέρας στη Βουλή για τη «διαπλοκή» –συζήτηση που έγινε με πρωτοβουλία της συμπολίτευσης.

Τα «σημειώματα» συντηρούν έτσι ένα δεύτερο κανάλι πολιτικής επικοινωνίας που συχνά εκτρέπεται σε ένα ανώνυμο υβρεολόγιο. Δεν πρόκειται, άλλωστε, για επίσημες δηλώσεις που γίνονται επωνύμως. Αλλά για χαρακτηρισμούς που εκφέρονται ανεπισήμως ώστε να δώσουν τροφή πρώτα στο Διαδίκτυο και ύστερα σε πρόθυμα δημοσιεύματα. Αν η δημόσια ζωή έχει γνωρίσει πολύ κακές στιγμές όταν η πόλωση έφθασε κατά καιρούς στο ναδίρ, αυτές ωχριούν μπροστά στην κυβερνητική σημειωματογραφία. Αυτή βρίθει χαρακτηρισμών που δηλητηριάζουν τον δημόσιο διάλογο και δυναμιτίζουν κάθε προσπάθεια για συναίνεση. Το ερώτημα είναι σε τι αποβλέπουν: Στο να ικανοποιήσουν τα πρωτόγονα ένστικτα της πολιτικής αντιπαράθεσης; Ή μήπως στο να βοηθήσουν κάπως τη συσπείρωση –τομέα όπου εμφανώς πάσχει η συμπολίτευση;

Στο Παρίσι πάντως –όπου ακόμη περιμένουμε την επίσημη διάψευση πως ο Ολάντ ποτέ δεν άκουσε τον Πούτιν να του λέει ότι ο Τσίπρας έψαχνε να βρει πού θα τυπώσει δραχμές –έχουν τον όρο «nostalgie de la boue». Ελληνιστί, νοσταλγία της λάσπης. Είναι ένας κομψός τρόπος για να περιγραφούν οι παρορμήσεις των κυβερνώντων στην ανεπίσημη ανωνυμογραφία.