Είκοσι πέντε χρόνια μοναξιάς. Για ένα παιδί που η μόνη σίγουρη αλήθεια που γνωρίζουμε είναι μία φωτογραφία του πριν καν κλείσει τα δύο του χρόνια. Από αυτήν τη φωτογραφία και από αυτή την ηλικία στην οποία όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως καταγωγής, μοιάζουν μεταξύ τους, ο μικρός Μπεν, με φόντο το μακρινό 1991, μας κοιτάζει χαμογελαστός, αθώος και ανίδεος. Σαν ήρωας που πάγωσε μέσα στις σελίδες ενός μυθιστορήματος, που ζει χωρίς να μεγαλώνει, ακόμη και αν τελικά αποδειχθεί ότι έχει πεθάνει. Εξάλλου τι σημασία έχει η αλήθεια όταν το μυθιστόρημα είναι διαδραστικό και γράφεται σε συνεργασία με το θυμικό της κοινής γνώμης; Αυτό θα υποδείξει και το τέλος που το βολεύει και το ικανοποιεί. Αλλωστε πάντα το θυμικό είναι αυταρχικό, αδιαπραγμάτευτο και αυθαίρετο. Περισσότερο από τη φαντασία ενός συγγραφέα.

Είκοσι πέντε χρόνια απουσίας. Και άλλα τόσα παρουσίας στην επικαιρότητα. Τον Μπεν Νίνταμ τον απήγαγαν πλούσιοι Αμερικανοί, φτωχοί Ρουμάνοι, ερωτευμένοι Τσιγγάνοι, ίσως και περιπλανώμενοι εξωγήινοι. Και ξαφνικά, φέτος το καλοκαίρι άρχισαν οι έρευνες στο οικόπεδο στην Κω όπου τριγύριζε πριν χαθεί. Μέχρι και αρχαίο νεκροταφείο έφεραν στον φως οι ανασκαφές αλλά ούτε καν μια ολόκληρη αλήθεια. Τα μυστικά, τα ψέματα, η εικασία ότι το παιδί μπορεί και να σκοτώθηκε σε ατύχημα, ένα αυτοκινητάκι και ένας νεκρός πιθανός ένοχος που δεν μπορεί να υπερασπισθεί εαυτόν συνθέτουν φινάλε βολικό μεν, αλλά όχι αντάξιο της ιστορίας. Ετσι το «μυθιστόρημα», ουσιαστικά, θα μείνει ατέλειωτο και ο Μπεν ένα φάντασμα της ειδησεογραφίας που θα μας ατενίζει εσαεί με τη σοφία της αθωότητας.