Εναν κύκλο ρήξης της κυβέρνησης με τους δικαστικούς λειτουργούς προοιωνίζεται ο μεταχρονολογημένος πειθαρχικός έλεγχος κατά του αντιπροέδρου του ΣτΕ Θανάση Ράντου, που διέταξε το υπουργείο Δικαιοσύνης στον απόηχο των συνεχιζόμενων διασκέψεων του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου για τις τηλεοπτικές άδειες. Νομικοί παράγοντες συνδέουν ευθέως τη στοχοποίηση Ράντου με την καταγραφή δυνάμεων στις επίμαχες διασκέψεις, ενώ εκλαμβάνουν την έκρηξη των δικαστικών ενώσεων ως αφετηρία μιας «εξέγερσης» που θα μπορούσε να μεταβάλει και τις ισορροπίες ανάμεσα στην εκτελεστική και τη δικαστική εξουσία.

Παράλληλα, η κίνηση του υπουργού Δικαιοσύνης Νίκου Παρασκευόπουλου προκαλεί πολιτική θύελλα, καθώς ερμηνεύεται ως απροκάλυπτη απόπειρα εκβιασμού του ανώτατου δικαστή, ο οποίος συμμετέχει στην κρίσιμη διάσκεψη και φέρεται να διατυπώνει σοβαρές επιφυλάξεις ως προς τη συνταγματικότητα του νόμου Παππά. Το πολιτικό κλίμα, μάλιστα, γίνεται ακόμη βαρύτερο, αφού η κυβερνητική επιχείρηση κατά του αντιπροέδρου του ΣτΕ συνοδεύεται από διαρροές και υποκλοπές προσωπικών στοιχείων, που παραπέμπουν σε παρακρατικές δραστηριότητες, όπως ανοικτά καταγγέλλεται από το αντιπολιτευτικό τόξο.

Η εικόνα αυτή υπαγόρευσε, ουσιαστικά, και τη σκληρή αντίδραση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και της Ενωσης Διοικητικών Δικαστών –που εκφράζουν τον αποτροπιασμό τους και μεταφέρουν την ανησυχία τους για «την κατάντια στην οποία διολισθαίνουν τα δημόσια ήθη». Η συνέργεια στην κίνηση του υπουργού Δικαιοσύνης από την πλευρά της «Αυγής», η οποία στόχευσε ονομαστικά τον δικαστή με πρωτοσέλιδο χτύπημα, και η συνδυασμένη προσωπική επίθεση που εξαπέλυσαν κατά του Θανάση Ράντου ο βουλευτής Νίκος Νικολόπουλος και περιθωριακά ιστολόγια συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός προσεισμικού τοπίου.

Επιχείρηση αποδόμησης. Η έκρηξη δικαστικών Ενώσεων και αντιπολίτευσης επικεντρώνεται στην επιχείρηση αποδόμησης του αντιπροέδρου του ΣτΕ μέσω της επαναφοράς στο προσκήνιο μιας υπόθεσης που χρονολογείται από το 2014 και συνδέεται με την προσωπική ζωή του. Με πειστήρια από την υποκλαπείσα ηλεκτρονική αλληλογραφία του, ο ανώτατος δικαστής καταγγέλλεται –και πλέον ελέγχεται πειθαρχικά –για εύνοια σε νεότερη δικαστή, με την οποία συνδεόταν προσωπικά. Η κουτσομπολίστικη πτυχή της υπόθεσης αποτελούσε επί μήνες αντικείμενο συζητήσεων στους διαδρόμους του ΣτΕ, αλλά η χρονοκαθυστέρηση στην αντίδραση του υπουργείου Δικαιοσύνης είναι προφανές ότι συνδυάζεται με τον κυβερνητικό σχεδιασμό για ένα νέο τηλεοπτικό τοπίο και την επικείμενη κρίση του ΣτΕ –εν ολίγοις, με ένα αρνητικό ισοζύγιο που εκτιμάται ότι διαμορφώνεται στους κόλπους του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου.

Πίσω από τη στοχοποίηση Ράντου, δικαστικοί κύκλοι δεν βλέπουν τόσο μια προσπάθεια να μεταβάλει ο δικαστής τη θέση του όσο τη δημιουργία ενός πιεστικού κλίματος που θα τον ανάγκαζε να αποσυρθεί από τη σύνθεση που εξετάζει την υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών. Σε μια τέτοια εξέλιξη, ελλείψει αναπληρωματικών μελών, η υπόθεση θα παραπεμφθεί σε νέα σύνθεση και θα συζητηθεί από την αρχή –επιτρέποντας στην κυβέρνηση να ολοκληρώσει τον σχεδιασμό της χωρίς άμεσα νομικά εμπόδια.

Πολιτική θύελλα. Τον στόχο αυτό πίσω από τον πειθαρχικό έλεγχο Ράντου αναδεικνύει και η ΝΔ, κάνοντας λόγο για «πρωτοφανή θεσμικό εκφυλισμό» και για κυβερνητική επιχείρηση που «ρίχνει μαύρο στη δημοκρατία». «Στην προσπάθειά τους να επηρεάσουν την έκβαση της υπόθεσης, επιτίθενται σε δικαστές και ευτελίζουν συνολικά τη Δικαιοσύνη. Με πρακτικές παρακράτους επιχειρούν την ηθική εξόντωση όποιου στέκεται εμπόδιο στα σχέδιά τους» είναι το δριμύ γαλάζιο κατηγορώ.

Τη στοχοποίηση του αντιπροέδρου του ΣτΕ με τις εν εξελίξει διασκέψεις για τις τηλεοπτικές άδειες συνδέει χωρίς την παραμικρή επιφύλαξη και Το Ποτάμι, εξαπολύοντας ευθείες βολές κατά του Νίκου Παρασκευόπουλου. «Το καθεστώς ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι αποφασισμένο να χρησιμοποιήσει όλες τις μεθόδους προκειμένου να φιμώσει όλους όσους θεωρεί ότι θα σταθούν εμπόδιο στα σχέδιά του» διαμηνύει η Σεβαστουπόλεως.

Η κυβέρνηση απέφυγε χθες μια επί της ουσίας απάντηση, μπροστά στις αλυσιδωτές εκρήξεις για την υπόθεση Ράντου. Η κυβερνητική εκπρόσωπος Ολγα Γεροβασίλη αρκέστηκε να διαβεβαιώσει ότι η κυβέρνηση προχωρά «με αποφασιστικότητα και σεβασμό στους νόμους και τους θεσμούς» και πως «η νομιμότητα θα επικρατήσει σε πείσμα όσων δίνουν μάχες οπισθοφυλακής για χάρη της διαπλοκής».