Ας μου επιτραπεί μια προσωπική αναφορά, που περιγράφει όμως χαρακτηριστικά τη Σμαράγδα Καρύδη. Και που, ίσως, εξηγεί γιατί αυτό το κορίτσι έχει κερδίσει τη συμπάθεια ακόμη και του πιο δύσπιστου κοινού. Πριν από δύο χρόνια, τότε που ο Νίκος Ρωμανός έκανε απεργία πείνας και η μισή Ελλάδα είχε βγει στα κάγκελα εναντίον της άλλης μισής, σε κάποια κοσμική εκδήλωση ένας τηλερεπόρτερ ζήτησε τη γνώμη της περί αυτού. Απάντησε κάτι αμήχανο το οποίο σχολίασα αρνητικά στην εφημερίδα. Δεν την ήξερα προσωπικά, ωστόσο την επόμενη ημέρα έλαβα από εκείνη έναμέιλ.Μου εξηγούσε τι εννοούσε, επεσήμανε ότι μπορεί και να την είχα αδικήσει, κατέληγε όμως στο να με ευχαριστεί με ένα έστω μη διατυπωμένο «Ας πρόσεχα!». Διότι, όπως έγραφε, την επόμενη φορά που θα της έβαζαν ένα μικρόφωνο μπροστά της, θα θυμόταν το σχόλιό μου και θα προτιμούσε να γίνει δυσάρεστη στον τηλερεπόρτερ παρά να απαντήσει ό,τι της έρθει για να ξεφύγει μια ώρα αρχύτερα από το σφυροκόπημα των φλας.

Αυτή είναι η Σμαράγδα Καρύδη και γι’ αυτό τη συμπαθούν όλοι είτε τη γνωρίζουν προσωπικά είτε όχι. Ενας κανονικός άνθρωπος που έχει σαφή επίγνωση της δημοφιλίας του, που δεν υποκρίνεται ότι τον ενοχλεί η δημοσιότητά του, θέλει όμως και μπορεί να μπαινοβγαίνει σε αυτήν όπως σε οποιαδήποτε άλλη συνθήκη της δουλειάς του. Δεν επιδιώκει να αποδείξει τίποτα, ούτε να πείσει κάποιους για κάτι. Και αυτό δεν ξεφεύγει από το θηριώδες ένστικτο του κοινού που όσο και να θέλει να τη φαντάζεται σταρ, κατά βάθος ξέρει ότι πρόκειται για ένα κορίτσι της διπλανής πόρτας που, ως προς τη δημόσια εικόνα του, απλώς διασκεδάζει να παίζει με ωραία φορέματα, λαμπερά μακιγιάζ και πόζες στον φακό. Και που κάνει αυτό το περί θετικής ενέργειας, από διαφημιστικό και επικοινωνιακό σύνθημα, τρόπο ζωής.

Βέβαια, στις δικές μου διπλανές πόρτες δεν θυμάμαι τόσο όμορφα κορίτσια. Και την αναφέρω ως κορίτσι διότι παραμένει «κορίτσι» ακόμη και στα 47 της χρόνια που έκλεισε τον περασμένο Αύγουστο. («Και να ήθελα, δεν θα μπορούσα να κρύψω την ηλικία μου με αυτόν τον “ρουφιάνο” το Ιντερνετ αφού, όταν γκουγκλάρεις το όνομά μου, το πρώτο που βγαίνει είναι ότι γεννήθηκα το 1969» λέει). Ο καλύτερος δυνατός συνδυασμός των γονιδίων του πατέρα της Ντίνου Καρύδη και της μητέρας της, επίσης ηθοποιού, Τζούλιας Αργυροπούλου έκλεισε για πρώτη φορά το μάτι στον φακό σε ηλικία τριών χρονών, υποδυόμενη την κόρη της Τζένης Καρέζη στην ταινία «Ερωτική συμφωνία». Από τότε, η πορεία της προς το θέατρο ήταν μονόδρομος. Τελείωσε τη σχολή του Εθνικού μια πολύ γόνιμη χρονιά, αφού συμμαθητές της ήταν ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, η Αννα Μάσχα, η Βίκυ Βολιώτη, ο Αλέξανδρος Λογοθέτης. Δεν φτάνουν οι λέξεις για να αναφερθούμε σε όλες τις τηλεοπτικές, κινηματογραφικές και θεατρικές της δουλειές, μια και μόνο στην τηλεόραση, από το 1992 που πρωτοεμφανίστηκε στα «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά», έχει συμμετάσχει ή πρωταγωνιστήσει σε περίπου είκοσι πέντε σίριαλ.

Προσωπικά, θα ανέφερα δύο «κλικ» στην καριέρα της. Το ένα είναι η συμμετοχή της, το 2001, στην ταινία του Λάκη Λαζόπουλου «Ο καλύτερός μου φίλος». Με τις εντυπωσιακές γυμνές σκηνές έβαλε, χωρίς να το επιδιώξει, υποψηφιότητα για τον τίτλο του επόμενουsexsymbol στην ελληνική σόουμπιζ. Αλλά η Σμαράγδα αποδείχθηκε πολύ σκληρή για να «πεθάνει» επικοινωνιακά κάτω από το βάρος μιας ταμπέλας. Τέσσερα χρόνια μετά, με τον καρτουνίστικο ρόλο της χαζοβιόλας Ντάλιας στο «Παρά πέντε», γύρισε το παιχνίδι και χωρίς να απεμπολήσει το τεκμήριο της γοητείας της καθιερώθηκε ως μια εξαιρετική κωμική ηθοποιός.

Η προσωπική της ζωή θα μπορούσε κατά καιρούς να γίνει σκανδαλοθηρικό ανάγνωσμα, αλλά δεν έγινε ποτέ. Αρχικά γιατί δεν ήταν τόσο διάσημη ούτε και υπήρχαν τόσο πολλά κουτσομπολίστικα περιοδικά και σάιτ όπως σήμερα. Στη συνέχεια, απέδειξε ότι τον σεβασμό δεν τον απαιτείς, τον κερδίζεις, αφού ακόμη και η πιοgossipδημοσιογραφία σεβάστηκε τη σχέση της με τον Θοδωρή Αθερίδη που δημοσιοποιήθηκε τη στιγμή που οι ίδιοι επέλεξαν. Οι δυο τους έχουν συνεργαστεί πολλές φορές κυρίως στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Φέτος κάνουν και πάλι νταμπλ. Στη σκηνή του θεάτρου Μικρό Παλλάς με την, άπαιχτη στην Ελλάδα, εξαιρετική κωμωδία τουΦλοριάν Ζελέρ«Το ψέμα» που παίζεται με επιτυχία από τις αρχές Οκτωβρίου. Και στη μεγάλη οθόνη, από 15 Δεκεμβρίου, με τους «Υπέροχους ψεύτες», μια μεγάλη ιταλική κινηματογραφική επιτυχία που διασκεύασε και σκηνοθέτησε ο Αθερίδης.

Εχω την εντύπωση ότι η Σμαράγδα Καρύδη αν ήταν, για παράδειγμα, δικηγόρος και όχι ηθοποιός, θα ζούσε ακριβώς την ίδια ζωή που ζει σήμερα. Θα απολάμβανε την παρέα των φίλων της (οι πιο στενοί είναι η Βίκυ Βολιώτη, της οποίας έχει βαφτίσει και το παιδί, ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, ο Μιχάλης Μαρίνος, ο Γιώργος Καπουτζίδης, η Ελενα Σκουλά), θα ξεκαλοκαίριαζε στο σπίτι της στην Αίγινα, θα μοιραζόταν το χιούμορ της στο Instagram, θα ανησυχούσε για το μέλλον της χώρας, θα εκνευριζόταν όταν πεινούσε, θα προσπαθούσε να συμμαζέψει τον χειμαρρώδη και γλυκύτατο πατέρα της και θα διηγούνταν τον τρόπο που διάλεξε να αυτοκτονήσει η συριανή, επίσης Σμαράγδα, προγιαγιά της όταν έμαθε ότι σκοτώθηκε στα μεγάλα γυμνάσια ο λευκαδίτης σύζυγός της: άνοιξε, καταχείμωνο, όλα τα παράθυρα του σπιτιού, ξάπλωσε με το κομπινεζόν στο πάτωμα και περίμενε να πεθάνει από το κρύο. Ο μικρός τότε γιος της ορκίστηκε στη μνήμη της να παντρευτεί μια γυναίκα που θα την έλεγαν επίσης Σμαράγδα.