Ο Τομ Χέιντεν, ο ακτιβιστής της δεκαετίας του ’60 που εξέφρασε μια ολόκληρη γενιά απογοητευμένων νέων Αμερικανών, γνωστός για τις διαμαρτυρίες του εναντίον του πολέμου του Βιετνάμ και για την πρώην σύζυγό του Τζέιν Φόντα, πέθανε σε ηλικία 76 ετών.

Ο θάνατός του επήλθε έπειτα από μακρά ασθένεια, δήλωσαν συγγενείς του, σημειώνοντας ότι είχε υποστεί εγκεφαλικό το 2015. Ο Χέιντεν, που είχε παλιότερα κατηγορηθεί από τους επικριτές του ως προδότης, εξελέγη στη Βουλή και τη Γερουσία της Καλιφόρνιας, όπου θήτευσε επί σχεδόν δύο δεκαετίες ως προοδευτική φωνή σε θέματα όπως το περιβάλλον και η παιδεία.

Το 1962, πριν από την κλιμάκωση του πολέμου του Βιετνάμ, τη δολοφονία του προέδρου Κένεντι, την πορεία για τα πολιτικά δικαιώματα στην Ουάσιγκτον και την εξάπλωση των κινημάτων για την οικολογία και τη γυναικεία απελευθέρωση, ο Χέιντεν είχε αναδειχθεί στη φωνή της συνείδησης της αμερικανικής νεολαίας. Ολα αυτά τα χρόνια παρέμεινε μια δυνατή φωνή εναντίον του πολέμου, γράφοντας βιβλία και δίνοντας ομιλίες στις οποίες υποστήριζε την ανάγκη μεταρρύθμισης των πολιτικών θεσμών στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο δήμαρχος του Λος Αντζελες Ερικ Γκαρσέτι έπλεξε το εγκώμιο του Χέιντεν στο twitter: «Εφυγε ένας πολιτικός γίγαντας και αγαπημένος φίλος. Ο Τομ Χέιντεν πάλεψε πιο σκληρά απ’ οποιονδήποτε άλλο γνωρίζω για όσα πίστευε». Ο Χέιντεν έγραψε και επιμελήθηκε 19 βιβλία, ανάμεσα στα οποία το «Reunion», τα απομνημονεύματά του από την εποχή των διαμαρτυριών και της πολιτικής αναταραχής τη δεκαετία του ’60. «Σπανίως, αν όχι ποτέ, στην αμερικανική ιστορία μια γενιά ξεκίνησε με υψηλότερα ιδεώδη και βίωσε μεγαλύτερο ψυχικό τραύμα απ’ όσα ζήσαμε στη σύντομη περίοδο μεταξύ 1960 και 1968» έγραψε.

Ο Χέιντεν ήταν εκεί από την αρχή. Το 1960, ενώ ήταν φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη της οργάνωσης Φοιτητές για μια Δημοκρατική Κοινωνία, που σύντομα εξαπλώθηκε με στόχο να σταματήσουν οι φυλετικές διακρίσεις και «να αλλάξουμε τον κόσμο». «Είμαστε μέλη μιας γενιάς που μεγάλωσε μέσα στις ανέσεις και μέσα από τα πανεπιστήμια παρατηρούμε άβολα τον κόσμο που κληρονομούμε» ξεκινούσε η ιδρυτική διακήρυξη που καλούσε στη δημιουργία ενός επαναστατικού κοινωνικού κινήματος στα πανεπιστήμια.

Το 1968 διοργάνωσε αντιπολεμικές διαδηλώσεις στη διάρκεια του συνεδρίου του Δημοκρατικού Κόμματος στο Σικάγο που εξελίχθηκαν βίαια και είχαν ως αποτέλεσμα την περίφημη δίκη των «7 του Σικάγου». Επειτα, σε μια δίκη που αρκετές φορές έμοιαζε με τσίρκο, ο Χέιντεν και άλλοι τρεις καταδικάστηκαν για πρόκληση εξέγερσης. Αργότερα αθωώθηκαν. Εκείνος ήταν ο μόνος από τους έξι συγκατηγορούμενούς του που διακρίθηκε στην κεντρική πολιτική σκηνή.

Το 1965 ο Τομ Χέιντεν επισκέφθηκε το Βόρειο Βιετνάμ χωρίς την άδεια των αμερικανικών Αρχών. Το 1967 επέστρεψε στο Ανόι και οι Βορειοβιετναμέζοι τού ζήτησαν να πάρει μαζί του πίσω στις ΗΠΑ τρεις αιχμαλώτους πολέμου. Στα απομνημονεύματά του παραδέχεται ότι η εποχή του ακτιβισμού του ήταν «η καλύτερη της ζωής» του. «Μου λείπουν τα 60s. Πάντα θα μου λείπουν».

Ορίζοντες

«Ο Τομ έφερνε στο σπίτι μας καταπληκτικούς διανοούμενους όπως ο Ντέμσοντ Τούτου, ο Αλβιν Τόφλερ και ο Χάουαρντ Ζιν» έγραψε η Φόντα. «Οργάνωνε διακοπές σε μακρινές χώρες, όπως το Ισραήλ και η Νότια Αφρική, όπου συναντούσαμε τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες κάθε τόπου. Μου άνοιξε ολόκληρους νέους ορίζοντες ιδεών».