Εντονο παρασκήνιο και χοντρό παζάρι βρίσκεται σε εξέλιξη γύρω από τη ρύθμιση των οφειλών των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων με το «καλημέρα» της δεύτερης αξιολόγησης. Το διακύβευμα είναι ποιες και πόσες επιχειρήσεις θα κριθούν βιώσιμες και ποιες θα οδηγηθούν σε λουκέτο.

Στο πόκερ που παίζεται από τους δανειστές, την ελληνική κυβέρνηση, τις επιχειρήσεις μικρές και μεγάλες αλλά και τις τράπεζες, οι μικρομεσαίοι φοβούνται, και ίσως όχι άδικα, ότι μπορεί να αποδειχθούν οι μεγάλοι χαμένοι του παιχνιδιού.

Με βασική προϋπόθεση τη βιωσιμότητα, ο εξωδικαστικός συμβιβασμός θα αποτελέσει την κρησάρα για το μεγάλο ξεκαθάρισμα της αγοράς, κατά το οποίο πολλοί θα αναγκαστούν να βρεθούν εκτός.

Ετσι, αυτό που φοβούνται οι μικρομεσαίοι αν τελικά προκριθούν αυτοματοποιημένα κριτήρια για την αξιολόγηση της βιωσιμότητάς τους, είναι ότι το αποτέλεσμα θα είναι ο ξαφνικός θάνατος για χιλιάδες επιχειρήσεις, οι οποίες τα χρόνια της κρίσης δοκιμάστηκαν σκληρά και σήμερα με την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί βρίσκονται ένα βήμα πριν από το λουκέτο.

ΟΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ. Οπως λένε, ένα πλήρως αυτοματοποιημένο σύστημα δεν θα είναι σε θέση να εξετάζει τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε επιχείρησης και ενδέχεται να πετάξει εκτός αγοράς ακόμα και επιχειρήσεις που με σωστές κινήσεις και μελετημένο business plan θα μπορούσαν να επιβιώσουν.

Επιπλέον, σύμφωνα με τους ίδιους, ο ξαφνικός θάνατος θα επιφέρει και βροχή παρενεργειών συνολικά στην αγορά: θα αυξηθεί η ανεργία, χιλιάδες προμηθευτές, αλλά και τράπεζες, ακόμα και το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία θα μετρήσουν απώλειες από οφειλές που δεν πρόκειται ποτέ να πληρωθούν.

Για τον λόγο αυτό επιδιώκουν και αντιπροτείνουν στην κυβέρνηση και στους δανειστές τη θέσπιση ημιαυτοματοποιημένων κριτηρίων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τα οποία θα είναι περισσότερο ευέλικτα και θα αξιολογούν ταυτόχρονα τα ποιοτικά στοιχεία της επιχείρησης και τις προοπτικές ανάπτυξής της.

Επιπλέον ζητούν η ισχύς του νόμου να έχει διευρυμένη διάρκεια τουλάχιστον ενός έτους ώστε να γίνει δυνατή η μαζικότερη συμμετοχή μικρομεσαίων, αλλά και να παρέχεται η δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών που δημιουργήθηκαν από το 2009 και μετά, δηλαδή κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.

Πονοκέφαλο αποτελεί για τους μικρομεσαίους και το ζήτημα εκατοντάδων υπερχρεωμένων πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι ιδιοκτήτες των οποίων επιθυμούν τον τερματισμό της λειτουργίας τους κυρίως λόγω συνταξιοδότησης, αλλά εξαιτίας των χρεών τους δεν μπορούν να το κάνουν. Γι’ αυτό και ζητούν να υπάρχει πρόβλεψη στο πλαίσιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού και για αυτές, ενώ θέτουν θέμα και για τη θέσπιση της δεύτερης ευκαιρίας για νέους επιχειρηματίες, οι οποίοι μπορεί να έχουν κληρονομήσει χρέη ή είχαν οριστεί εγγυητές σε δάνεια που έγιναν ληξιπρόθεσμα.

ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ. Και ενώ οι μικροί παζαρεύουν την επιβίωσή τους, για τις μεγάλες επιχειρήσεις οι διεκδικήσεις στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων επικεντρώνονται σε καλύτερους όρους όσον αφορά τις διευκολύνσεις που θα δίνονται, αλλά και στο ύψος του κουρέματος και σε ποιες όφειλες θα γίνεται.

Το γεγονός ότι το νομοθετικό πλαίσιο που συζητείται θα εξασφαλίζει την είσοδο του συνόλου των επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους, στη διαδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, δίνει ξεκάθαρο προβάδισμα στις μεγάλες επιχειρήσεις οι οποίες κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου θα είναι υπερχρεωμένες.

Μέσω του εξωδικαστικού συμβιβασμού θα μπορούν, όπως φυσικά και οι υπόλοιπες, να ρυθμίζουν όλα τα χρέη προς τράπεζες, Δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία και λοιπούς ιδιώτες πιστωτές, θα κρίνονται όμως κατά περίπτωση και όχι μέσω κάποιας αυτοματοποιημένης διαδικασίας, τουλάχιστον σύμφωνα με την πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης. Μάλιστα ως προς το περιεχόμενο των λύσεων δεν θα υπάρχουν περιορισμοί, καθώς οι ρυθμίσεις θα μπορεί να αφορούν πολυετείς επιμηκύνσεις της περιόδου αποπληρωμής, διαγραφές μέρους των οφειλών και άλλους τρόπους ρύθμισης ή αναδιάρθρωσης του χρέους. Η εξέλιξη αυτή, όπως λένε παράγοντες της αγοράς, φαίνεται να ικανοποιεί τις μεγάλες επιχειρήσεις που στο παρελθόν είχαν αποκλειστεί από τον νόμο Δένδια, ο οποίος έβαζε όρια σύμφωνα με τον τζίρο των επιχειρήσεων.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ. Οσο για τις τράπεζες, το ζητούμενο για αυτές είναι να πιάσουν τους στόχους που τους έχουν τεθεί για την μείωση των κόκκινων δανείων με τις μικρότερες δυνατές απώλειες. Εγείρουν ωστόσο θέματα που αφορούν συγκεκριμένες κατηγορίες δανείων, όπως εκείνα που έχουν δοθεί σε επιχειρήσεις με εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου για τα οποία υποστηρίζουν ότι δεν θα είχαν δοθεί αν δεν συνοδεύονταν από τη σχετική εγγύηση. Επιπλέον υποστηρίζουν ότι ο εξωδικαστικός μηχανισμός θα πρέπει να αφορά μόνο τη διάσωση βιώσιμων μικρομεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων, οι οποίες δημιουργούν θέσεις εργασίες και όχι ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων που μπορούν να κάνουν χρήση του νόμου για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα.

Οι δανειστές, παρά την επί της αρχής συμφωνία για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό που δηλώνουν κυβερνητικά στελέχη ότι έχει επιτευχθεί, πιέζουν ασφυκτικά την κυβέρνηση να νομοθετήσει ένα πλαίσιο κάθε άλλο παρά ελαστικό για να τελειώσει οριστικά το θέμα των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων. Επιμένουν μάλιστα σε πλήρως αυτοματοποιημένο σύστημα αξιολόγησης για όλα τα στάδια του εξωδικαστικού συμβιβασμού ώστε να μην υπάρχουν παράθυρα για διακριτική μεταχείριση σε επόμενα στάδια των διαδικασιών.

Καθώς εξελίσσεται η διαπραγμάτευση, η κυβέρνηση βλέπει να χάνει το παιχνίδι των μικρομεσαίων από τα χέρια της αφού η επιμονή των δανειστών σε αυτοματοποιημένο σύστημα αξιολόγησης είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε ξαφνικό θάνατο πολλούς από αυτούς, στους οποίους η κυβέρνηση είχε «επενδύσει» και προεκλογικά.

Και αυτό γιατί ενώ η μανιέρα της κυβέρνησης ήταν να δοθεί έμφαση στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, η αδυναμία παρεμβάσεων στο τραπεζικό σύστημα κράτησε όλο το προηγούμενο διάστημα τις κάνουλες των τραπεζών κλειστές και από τις 400.000 επιχειρήσεις που ελπίζει σήμερα να κάνουν χρήση των νέων διατάξεων του εξωδικαστικού οι δανειστές ψαλιδίζουν με τα κριτήρια που επιθυμούν κατά πολύ τον αριθμό αυτό. Ετσι οι μέχρι σήμερα εξελίξεις δείχνουν ότι οι μικρομεσαίοι θα είναι τα πρώτα θύματα στο ξεσκαρτάρισμα των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων που έρχεται.

Αυτόματοι μηχανισμοί

Αγκάθι για τις μεγάλες επιχειρήσεις αποτελούν τα κριτήρια που θα τις κατατάσσουν στις βιώσιμες, αλλά και το πώς θα είναι δομημένος ο μηχανισμός αναδιάρθρωσης, ο οποίος θα αποκλείει στρατηγικούς κακοπληρωτές, ώστε να επικεντρώνεται στη διάσωση υγιών επιχειρήσεων