Δεν πίστευαν στα μάτια τους προ ημερών οι οδηγοί στη λεωφόρο Καλλιρρόης. Μια επιπλέον λωρίδα ήταν στη διάθεσή τους. Κι εκείνα τα αντιαισθητικά αλουμινένια προστατευτικά που στηρίζονταν σε τσιμεντένια βάθρα και κύκλωναν την πρόσοψη του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης ήταν πια παρελθόν. Σαν κάποιος να έλυσε τα μάγια μακριά από το καταραμένο κτίριο, κι επιτέλους το άφησε να ανασάνει. Ωστόσο οι περισσότεροι δεν υποψιάζονταν πως η μεγάλη στιγμή έχει φτάσει και πως τη Δευτέρα οι πρώτοι επισκέπτες –χωρίς προσκλήσεις, χωρίς να κοπεί κορδέλα, χωρίς αριθμητικούς περιορισμούς και χωρίς πολλές τυμπανοκρουσίες –θα περάσουν επιτέλους το κατώφλι του κτιρίου που θα αποτελέσει την έδρα του ΕΜΣΤ. Κι αν σκέφτηκαν να αναζητήσουν πληροφορίες στην ιστοσελίδα του μουσείου, θα διαπίστωσαν ότι παρόλο που είχε ανακοινωθεί ότι θα ανέβαινε ανανεωμένη ήδη πριν από έναν μήνα, τελικώς ακόμη και ώς την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, στην οθόνη εμφανιζόταν ως «υπό κατασκευή» καθώς απαιτείται νέος διακομιστής (server), η προμήθεια του οποίου είναι σε εξέλιξη.

Για ποιο λόγο λοιπόν το πολυαναμενόμενο μουσείο που έλειπε από την πόλη –γεγονός που καθιστούσε την Αθήνα τη μοναδική ευρωπαϊκή πρωτεύουσα χωρίς μουσείο σύγχρονης τέχνης –ανοίγει χωρίς λαμπερά εγκαίνια; Υστερα από σχεδόν μια και πλέον δεκαετία καθυστερήσεων, διαξιφισμών και αναμονής που είχαν ως αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί σύγχρονο Γιοφύρι της Αρτας κι εκθεσιακή απουσία που έχει αγγίξει τη διετία δεν θα άξιζε μια γιορτή, ακόμη κι αν βρισκόμαστε σε βαθιά οικονομική κρίση;

ΙΣΟΓΕΙΟ ΚΑΙ ΥΠΟΓΕΙΟ. Οι χαμηλοί τόνοι που επέλεξε να διατηρήσει το ΕΜΣΤ οφείλεται στο γεγονός ότι το μουσείο μισανοίγει. Ναι μεν πλέον οι επισκέπτες δεν θα μπαίνουν από την πίσω πόρτα –εκείνη της λεωφόρου Συγγρού –όπως συνέβαινε για τις ώς τώρα περιορισμένου αριθμού θεατών εκδηλώσεις που ξεκίνησαν το καλοκαίρι, αλλά θα περνάνε επισήμως την κατακόκκινη είσοδο που στέφεται από το ακαλαίσθητα τοποθετημένο ακρωνύμιό του (οι αρμόδιοι αναζητούν λύσεις για να το διορθώσουν). Θα έχουν πρόσβαση όμως μόνο στο υπόγειο και το ισόγειο. Ουδείς θα μπορεί να ανέβει στους τρεις ορόφους που προορίζονται για τη μόνιμη συλλογή –ξεκίνησε το 2000 εκ του μηδενός και σήμερα αριθμεί περισσότερα από 1.100 έργα –εκ των οποίων τώρα θα παρουσιαστεί ένα πολύ μικρό μέρος. Κι αυτό διότι δεν υπάρχουν ακόμη οι υποδομές για να λειτουργήσει πλήρως. Δεν διαθέτει ούτε επαρκές προσωπικό, ούτε υπογεγραμμένο οργανόγραμμα που απαιτείται για τις προσλήψεις. Ούτε χρήματα για να στήσει όπως προβλέπεται από τις εγκεκριμένες μελέτες τη μόνιμη συλλογή του. Ούτε βασικές υποδομές, τις οποίες θα κάλυπτε η τριών εκατ. δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος που χάθηκε, επειδή το μουσείο δεν τηρούσε συγκεκριμένες προδιαγραφές εντός χρονοδιαγραμμάτων, και θα πρέπει να διεκδικηθεί εκ νέου. Ούτε όμως και το ποσό που απαιτείται για τα λειτουργικά του έξοδα που εκτιμώνται σε 700.000 έως 1 εκατ. ευρώ σε καθεστώς πλήρους λειτουργίας την ώρα που η ετήσια κρατική επιχορήγηση είναι 450.000 ευρώ.

Τι θα συμβεί όμως από τη Δευτέρα στο κτίριο που για χρόνια έμενε τυλιγμένο σε λινάτσες και σκαλωσιές και όταν επιτέλους αποκαλύφθηκε θύμιζε φάντασμα, ακόμη κι όταν στο εσωτερικό του, τον Μάιο του 2015 βρήκαν στέγη οι υπάλληλοι του μουσείου, ο αριθμός των οποίων σήμερα φτάνει τους 19, ενώ όταν σε κανονική λειτουργία απαιτούνται περί τους 90; Το μουσείο θα επιχειρήσει να συνδεθεί και πάλι με το κοινό του, το οποίο είχε κερδίσει με σταθερά βήματα μέσω των περιοδικών του εκθέσεων και το οποίο ακολουθούσε τη νομαδική πορεία του ιδρύματος από την έδρα του, στο παλιό εργοστάσιο Φιξ, στον πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου κι Αποστόλου Παύλου, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και στο Ωδείο Αθηνών. Ουσιαστικά θα συνεχίσει τις περιοδικές του εκθέσεις –αρχής γενομένης με έναν διάλογο έργων της μόνιμης συλλογής του με εικαστικές δημιουργίες που ανήκουν στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Αμβέρσας –μέχρι να αποκτήσει τις προϋποθέσεις για να τεθεί σε καθεστώς πλήρους λειτουργίας, ποντάροντας επιπλέον στην περιέργεια του κοινού που θα θελήσει επιτέλους να γνωρίσει το εσωτερικό του πολύπαθου κτιρίου. Γεγονός που θα του επιτρέψει και τη χαρά ότι συμβάλλει τρόπον τινά στις οικονομικές του ανάγκες μέσα από τα εισιτήρια (στα 5 ευρώ το κανονικό, στα 3 το μειωμένο) και παράλληλα να απαλλαγεί από την ετικέτα του κλειστού και απρόσιτου.

ΔΥΟ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ. Τα εγκαίνια της Δευτέρας σημαίνουν τη νίκη του στρατοπέδου που πίστευε στο μερικό άνοιγμα του μουσείου σε αντίθεση με το αντίπαλο που υποστήριζε στην πλήρη λειτουργία του, διαμάχη που αποτέλεσε κι έναν από τους βασικούς λόγους απομάκρυνσης της ιδρυτικής διευθύντριας του ΕΜΣΤ Αννας Καφέτση από τον τότε υπουργό Πολιτισμού Κώστα Τασούλα και την αντικατάστασή της από τη νυν διευθύντρια Κατερίνα Κοσκινά. Το μέλλον θα δείξει ποια πλευρά είχε δίκιο. Αν τελικά το ΕΜΣΤ ανακτήσει το κοινό του μέσω περιοδικών εκθέσεων και τρεφόμενο από το οξυγόνο των επισκεπτών του ανθίσει πλήρως και συντόμως. Ή αν το «εν μέρει» άνοιγμα αποδειχθεί άλλοθι για να τελματώσουν οι όποιες εξελίξεις επιβεβαιώνοντας τη ρήση «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού».

info

H περιοδική έκθεση «Κρίσιμοι διάλογοι: Αθήνα – Αμβέρσα» εγκαινιάζεται στην έδρα του ΕΜΣΤ, Καλλιρρόης και Φραντζή, τη Δευτέρα στις 19.00. Εως 31/1/2017