Οπως ακριβώς λέει ο τίτλος. Οχι όμως με τον τρόπο που φαντάζεστε ή τον τρόπο που θα το εννοούσε κάποιος άλλος δρομέας. Δεν ήμουν εξάλλου ποτέ ο παχύσαρκος που τρέχοντας έχασε πολλά κιλά και άλλαξε η ζωή του. Δεν είχα προβλήματα υγείας ή ψυχολογικά τα οποία ξεπέρασα με το τρέξιμο. Τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω! Αντίθετα, όταν ξεκίνησα να τρέχω, ήμουν ήδη σε κανονικό βάρος –βέβαια με το τρέξιμο χάσαμε μερικά ακόμα κιλά –και υγιής.

Το τρέξιμο ήταν ένα ακόμα χόμπι για εμένα, ένα ακόμα παιχνίδι. Ειδικά το πρώτο «ρομαντικό» διάστημα ήταν μια μαγεία, ένα νέο ταξίδι με όλα τα συναισθήματα που φέρνει το άγνωστο. Κάθε φορά έκανα ένα νέο ρεκόρ χρόνου ή απόστασης. Εστω και αν ήταν το ταπεινό φράγμα των 10.000 μ., ο ενθουσιασμός δεν περιγραφόταν, σαν να έβγαινε από τα εφηβικά χρόνια. Η αίσθηση ότι όλα μπορείς να τα καταφέρεις, η αίσθηση της ανταμοιβής για κάτι που κυριολεκτικά ίδρωσες για αυτό, η αίσθηση ότι ο κόπος σου έπιασε τόπο. Προσμονή για την επόμενη προπόνηση και αγωνία για τον επόμενο αγώνα όπου θα προσπαθούσα να πετύχω κάποιο νέο ατομικό ρεκόρ. Μελέτη και ψάξιμο για όλα αυτά τα καινούργια που ζούσα! Πρώτη φορά ήρθα σε επαφή με το σώμα μου, κατάλαβα τα όριά μου, τα όρια της καρδιάς μου, των πνευμόνων μου, των ποδιών μου.

Γιατί όμως ο βαρύγδουπος τίτλος; Πώς άλλαξε η ζωή μου; Με δυο τρόπους. Πρώτον, με έκανε να ανοιχτώ περισσότερο στους ανθρώπους. Είμαι αρκετά εσωστρεφής και το τρέξιμο, παρότι είναι άθλημα ατομικό, δεν είναι απαραίτητα και μοναχικό. Τρέχοντας στο Πεδίον του Αρεως έγινα μέρος μιας μεγάλης παρέας δρομέων. Δεν χρειάστηκε πολύς καιρός ώστε όλοι όσοι αλωνίζαμε καθημερινά με τις ώρες το πάρκο να γίνουμε φίλοι και φυσικά έπειτα από τόσα χρόνια με πολλούς να αποκτήσουμε στενούς –μη δρομικούς –δεσμούς.

Ο δεύτερος τρόπος ήρθε μέσω κάμερας! Από παλιότερα είχα ασχοληθεί πολύ με τη φωτογραφία. Οταν, λοιπόν, πρωτοξεκίνησα να παίρνω μέρος σε αγώνες πριν από πέντε-έξι χρόνια δεν ήταν εύκολο να βρει ένας δρομέας καλής ποιότητας εικόνες. Το ένα, λοιπόν, έφερε το άλλο. Κάθε Κυριακή στηνόμουν με τη μηχανή και περίμενα φίλους και γνωστούς να τους φωτογραφίσω. Ωσπου μια μέρα σκέφτηκα «δεν βγάζω και τους υπόλοιπους; Ο εξοπλισμός υπάρχει, εγώ είμαι εδώ, κανείς δεν θα το κάνει τόσο καλά». Συνειδητοποίησα πως υπήρχε μια ανάγκη που έπρεπε να καλυφθεί. Οπότε και αυτό έκανα. Στην αρχή εθελοντικά, έπειτα πιο επαγγελματικά. Και μάλλον πρέπει, δυστυχώς ή ευτυχώς, να παραδεχθώ ότι είμαι καλύτερος φωτογράφος παρά δρομέας!

Η φωτογραφική ενασχόληση τις περισσότερες Κυριακές μού στερεί την ευκαιρία να συμμετάσχω σε αγώνες. Κακό πράγμα για τη δρομική εξέλιξή μου, γιατί οι κούρσες σε βάζουν σε μια σειρά. Είναι μια πρώτης τάξεως προπόνηση, σε κρατούν σε εγρήγορση, ενώ δεν παύει να είναι ένας ωραίος τρόπος να περάσεις το πρωί της Κυριακής, να συναντήσεις φίλους και να πείτε δυο κουβέντες. Εγώ, που τις Κυριακές φωτογραφίζω, προσπαθώ να καλύψω το κενό αυξάνοντας ρυθμούς τις περιόδους που οι αγώνες σταματούν, όπως π.χ. το καλοκαιρινό τρίμηνο. Ελπίζω κάποια στιγμή, αφού σοβαρέψω την προπόνησή μου, να πετύχω και εγώ το δρομικό όνειρο του τριώρου στον Μαραθώνιο. Για τα δικά μου δεδομένα είναι κάτι πολύ δύσκολο. Αλλά γι’ αυτό λέγεται και όνειρο.

Ο Γιώργος Σπύρος είναι 35 ετών, τρέχει συστηματικά και –επίσης συστηματικά –δίνει το «παρών» σε μικρούς και μεγάλους αγώνες με την κάμερά του. Φωτογραφίες του μπορείτε να δείτε στο www.energyphotos.gr