Στο βιβλίο της «Οι πηγές του ολοκληρωτισμού», η Χάνα Αρεντ σημειώνει ότι οι αρχικές επιτυχίες των Ναζί και άλλων ολοκληρωτικών κινημάτων κατά τις δεκαετίες του ’20 και του ’30 οφείλονταν στην υποστήριξή τους από πολιτικά αμέτοχες μέχρι τότε μάζες, που αναζητούσαν απελπισμένα την οικονομική και κοινωνική ανακούφισή τους. Εχοντας αποκοπεί από τον πολιτικό λόγο και αγνοώντας την πρόσφατη Ιστορία, οι μάζες αυτές αποδέχονταν τα ωμά ψέματα των λαϊκιστών ηγετών και υιοθετούσαν τις φανταστικές περιγραφές τους για την πραγματικότητα. Οταν καταλάβαιναν την πλάνη τους, ήταν πια αργά.

Συνηθίζουμε να αντιμετωπίζουμε τους ολοκληρωτισμούς ως ένα σκοτεινό κεφάλαιο της ευρωπαϊκής Ιστορίας. Ομως η φιλόσοφος μας έχει προειδοποιήσει εδώ και πάνω από μισό αιώνα: το πρόβλημα της ανθρωπότητας δεν είναι τόσο ότι μπορεί να εμφανιστεί αύριο ένας νέος Χίτλερ ή Στάλιν, αλλά ότι το μικρόβιο του ολοκληρωτισμού δρα και στις δημοκρατικές μας κοινωνίες. Ετσι μόνο μπορεί να εξηγηθεί το φαινόμενο Τραμπ. Κι αν τελικά γλιτώσει η Αμερική και ολόκληρος ο πλανήτης από αυτό τον επικίνδυνο τσαρλατάνο, θα το οφείλει στον ρόλο που έπαιξαν οι δημοκρατικοί θεσμοί.

Οι δηλώσεις της Ολγας Γεροβασίλη μετά την ανακοίνωση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας θα μπορούσε να είναι το παραλήρημα ενός συναισθηματικά φορτισμένου πολίτη που πιστεύει το παραμύθι ότι 15.000 παιδιά πηγαίνουν σε παιδικό σταθμό επειδή η κυβέρνηση στρίμωξε για τρεις ημέρες μερικούς ανάλγητους επιχειρηματίες και τους υποχρέωσε να διαθέσουν λίγο από τον πλούτο τους για χάρη του κοινωνικού συνόλου. Ανάλογου επιπέδου ρητορικά σχήματα διαβάζουμε και ακούμε καθημερινά από διάφορους φανατικούς ή ανόητους. Η Γεροβασίλη όμως είναι κυβερνητική εκπρόσωπος. Ακόμη κι αν η ίδια βρισκόταν εκείνη τη στιγμή σε εύθραυστη ψυχολογική κατάσταση, ακόμη κι αν μετά τον διαρκώς αναβαλλόμενο ανασχηματισμό δεν θα βρίσκεται πια στη θέση της, αυτά που διάβαζε ήταν η επίσημη θέση της κυβέρνησης. Και η θέση αυτή είχε έντονα ολοκληρωτικό χαρακτήρα.

Μια οποιαδήποτε δημοκρατική κυβέρνηση θα είχε προσφύγει στις κάλπες ακόμη και πριν από τη βαριά αυτή πολιτική ήττα, όταν θα είχε αντιληφθεί ότι δεν διαθέτει πλέον το λαϊκό έρεισμα. Η κυβέρνηση αυτή όμως είναι αποφασισμένη να εξαντλήσει όλα τα περιθώρια για να παραμείνει στην εξουσία. Το κόλπο είναι γνωστό: η καθημερινή κατασκευή εχθρών. Πρώτα ήταν οι τρόικες, εσωτερικού και εξωτερικού, ακολούθησαν τα μέσα ενημέρωσης και τώρα ήρθε η σειρά των δικαστών. Από χθες, όμως, υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά. Η κυβέρνηση δεν διακηρύσσει πλέον ότι «είμαστε κάθε λέξη από το Σύνταγμα αυτής της χώρας», όπως είχε πει ο Πρωθυπουργός τον Φεβρουάριο του 2015 στις προγραμματικές του δηλώσεις. Δεν εκφράζει πλέον την πεποίθησή της ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο θα τη δικαιώσει. Παραβιάζει συνειδητά το Σύνταγμα και καταγγέλλει αυτούς που της το υποδεικνύουν. Το μικρόβιο του ολοκληρωτισμού εξαπλώνεται.

Και γι’ αυτό έχει ιδιαίτερη βαρύτητα η έκκληση του Βαγγέλη Βενιζέλου προς όλους τους πολίτες «που πιστεύουν στη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και την σταθερή πορεία της πατρίδας μας να αντιδράσουνστο όνομα του Συντάγματος».