Στην περαιτέρω εξάπλωση των δικτύων νέας γενιάς (NGN) στηνκινητήκαι τη σταθερή τηλεφωνία θα διοχετεύσει η Wind Ελλάς μέρος των κεφαλαίων συνολικού ύψους 275 εκατ. ευρώ που άντλησε χθες από τις διεθνείς χρηματαγορές, μέσω της έκδοσης νέου πενταετούς ομολόγου, καθώς και από την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της.

Στην κινητή τηλεφωνία, η εταιρεία ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει τις επενδύσεις της στα δίκτυα 4G και 4G+ (η πληθυσμική κάλυψη αγγίζει ήδη το 75%), ενώ σε ό,τι αφορά τη σταθερή τηλεφωνία η Wind θα προχωρήσει στην υλοποίηση σχεδίου εγκατάστασης δικτύου οπτικών ινώνωςτοντελικό χρήστη, προσφέροντας υψηλές ταχύτητες σύνδεσης στο Διαδίκτυο (100-300 mbps).

Ειδικότερα, πέραν της έκδοσης ενός νέου πενταετούς ομολόγου ύψους 250 εκατ. ευρώ, η ρευστότητατηςWind ενισχύθηκε και από τους μετόχους της, μέσω της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της κατά 25 εκατ. ευρώ.

Σημειώνεται ότι οι αξιολογήσεις των οίκων Standard & Poor’s και Fitch βαθμολόγησαν με Β stable και Β-, αντίστοιχα, το νέο ομόλογο της εταιρείας.

Οπως η ίδια η εταιρεία ανακοίνωσε χθες, «τα νέα κεφάλαια θα αποπληρώσουν πλήρως τον υφιστάμενο δανεισμό, ύψους175εκατ.ευρώκαιθαενισχύσουντοπλάνοτης ψηφιακήςανάπτυξηςπου ήδηυλοποιείται καιτοοποίοθαανέλθει στα 500 εκατ. ευρώέωςτο2020,συγχρηματοδοτούμενοαπόίδιακεφάλαια, έναμέροςτουδανείουκαιαπότουςμετόχουςτης».

Η Wind χαρακτηρίζει την άντληση κεφαλαίων 250 εκατ. ευρώ από τις διεθνείς αγορές ως «σημαντική επιτυχία για την ελληνική επιχειρηματικότητα, καθώς είναι η μόνη ελληνική εταιρεία που αντλεί ένα τόσο μεγάλο ποσό, έχοντας το 100% της δραστηριότητας και των εσόδων της στην ελληνική αγορά».

Πάντως, το γεγονός αυτό (δηλαδή, της δραστηριοποίησης της Wind μόνο στην Ελλάδα), όπως και η συνολική εικόνατηςχώραςστιςξένες αγορές, συνετέλεσαν ώστε το επιτόκιο του κουπονιού του ομολόγου να διαμορφωθεί ψηλά,αγγίζοντας το10%. «Εάν η εταιρεία είχε δραστηριότητα και σε κάποια άλλη χώρα, αυτομάτως το επιτόκιο θα μειωνόταν κατά 3-4 μονάδες», σχολίαζαν τραπεζικές πηγές, προσθέτοντας ότι «υπό τις συνθήκες αυτές, δεναποτέλεσεέκπληξητο ύψος του επιτοκίου».