Γνωρίζει ότι θα βρίσκεται στο τιμόνι ενός από τα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου έως το τέλος της ζωής του. Και όμως, αντί να επαναπαυτεί στις δάφνες του και στα περισσότερα από 17 διεθνή βραβεία του, πίσω από τα γυαλιά και το αυστηρό ύφος του –το οποίο σπάνια χαλαρώνει με ένα χαμόγελο –επιχειρεί να προσαρμόσει το μουσείο που διοικεί επί 24 χρόνια, διαδεχόμενος τον πατέρα του που κατείχε την ίδια θέση επί 26 χρόνια, στις ανάγκες του 21ου αιώνα ανοίγοντας παραρτήματα σε διαφορετικές γωνιές της αχανούς χώρας του αλλά και του πλανήτη.
Είναι ο δρ Μιχαήλ Μπορίσοβιτς Πιοτρόφσκι, ο διευθυντής του Μουσείου Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης. Εκείνος που πριν από δύο χρόνια υποδέχτηκε στις αίθουσες του μουσείου του που γιόρταζε τα 250 χρόνια από την ίδρυσή του, ως δώρο-δάνειο τον Ιλισό, ένα από τα αετωματικά γλυπτά του Παρθενώνα που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο, προκαλώντας την μήνιν της Ελλάδας και όσων υποστηρίζουν το αίτημα περί επαναπατρισμού των Γλυπτών του Παρθενώνα. Μόλις την περασμένη Δευτέρα έδωσε διάλεξη στο Μουσείο της Ακρόπολης, ενώ λίγους μήνες πριν είχε ανταλλάξει εκθέματα με το μουσείο –που αναμένει τα Γλυπτά κάποια ημέρα να βρουν μονίμως τη θέση τους στις αίθουσές του –επιβεβαιώνοντας το αξίωμα πάνω στο οποίο έχει χτίσει την καριέρα του: ο διάλογος και η διπλωματία μπορούν να λύσουν τα προβλήματα.

«Ο Παρθενώνας ανήκει σε όλο τον κόσμο. Η παρουσία των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο παίζει έναν υπέροχο ρόλο –ακόμη και αυτή η ιστορία της διαμάχης –για να μάθει ο κόσμος τι είναι ο Παρθενώνας. Η απόφαση για τον επαναπατρισμό των Γλυπτών είναι διπλωματική και πολιτική. Στο μεταξύ πρέπει να δουλέψουμε όλοι μαζί και να μην αφήνουμε τέτοια θέματα να αποτελούν εμπόδιο στη συνεργασία μεταξύ μουσείων. Να δημιουργούμε μια ατμόσφαιρα ώστε οι πολιτικές αποφάσεις να γίνονται εύκολες, να μην υπάρχει πόλωση» λέει ο 71χρονος ειδικός στην αρχαιολογία και την τέχνη του ισλαμικού κόσμου.

ΚΛΕΜΜΕΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ. Κι αν η περίπτωση των Γλυπτών του Παρθενώνα απαιτεί διπλωματία, ποια τακτική θα πρέπει να υιοθετηθεί για τις κλεμμένες αρχαιότητες που βρίσκονται στα μεγάλα μουσεία του κόσμου; «Είναι σύνθετο ζήτημα. Η τέχνη ανήκει σε όλους. Δεν νομίζω ότι πρέπει όλα να επιστραφούν στις χώρες προέλευσης. Κάτι μπορεί να επιστραφεί, αλλά κάτι να μείνει στα μεγάλα μουσεία για να μπορεί να τα βλέπει όλος ο κόσμος. Στο Ερμιτάζ έχουμε έργα τέχνης από μέρη που ανήκαν στη ρωσική αυτοκρατορία, εκατομμύρια άνθρωποι τα βλέπουν σήμερα και αναπτύσσεται διάλογος. Ξέρετε, πολλές φορές οι επαναπατρισμοί γίνονται στο πλαίσιο τουριστικών ή οικονομικών συμφερόντων και δεν συνδέονται με την πολιτιστική ταυτότητα.

Εχει τόσες ανάγκες ο πολιτισμός σε κάθε χώρα σε σχέση με τις σπουδές, τις ανασκαφές, τη συντήρηση και την αναστήλωση που δεν χρειάζεται να καταναλώνουμε ενέργεια σε τέτοιες διαμάχες. Αυτά τα θέματα πρέπει να μένουν μακριά από τους πολιτικούς και να λύνονται μεταξύ μουσείων» εκτιμά. «Πρέπει να υπερασπιστούμε τον πολιτισμό» συνεχίζει. «Η παγκόσμια κατάσταση στον χώρο του πολιτισμού είναι πολύ καλύτερη από ό,τι εκείνη στην πολιτική και στην οικονομία και πρέπει να το εκμεταλλευτούμε αυτό, για να καταστήσουμε σαφές ότι είναι πολύ σημαντικός. Ανθρωπος χωρίς πολιτισμό δεν υφίσταται. Αν ο άνθρωπος δεν έχει μνήμη, παύει να είναι άνδρας ή γυναίκα. Είναι φυτό. Αν δεν έχει ιστορική μνήμη, δεν είναι τίποτα».

Ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ως διευθυντής του Ερμιτάζ; «Πριν από 20 χρόνια το κύριο πρόβλημα ήταν οικονομικό. Υστερα έγινε επιτακτικό το θέμα της επέκτασης. Σήμερα είναι η σχέση ανάμεσα στον επισκέπτη και το μουσείο. Το κοινό, ειδικά στη Ρωσία, επιθυμεί να υπαγορεύει τι θα δείξουμε και τι όχι και η κατάσταση επιδεινώνεται. Τώρα παίζεται το μιούζικαλ “Jesus Christ Superstar” και υπάρχουν ορισμένοι που ζητούν να κατέβει η παράσταση. Λένε “εμείς πληρώνουμε εισιτήριο, εμείς θα αποφασίσουμε τι θα δείξετε και τι όχι”. Αυτό δεν είναι σωστό. Το εισιτήριο αντιστοιχεί στο δικαίωμα πρόσβασης στον πολιτισμό και πρέπει ο θεατής να σεβαστεί την άποψη του μουσείου. Κάποιος πρέπει να πάρει τις αποφάσεις. Μπορεί το μουσείο να μην είναι η καλύτερη Αρχή, αλλά δεν υπάρχει καλύτερη. Μόνο ο Θεός είναι καλύτερη Αρχή! Δεν αντιμετωπίζουμε πρόβλημα λογοκρισίας από την κυβέρνηση και το αντιμετωπίζουμε από τους επισκέπτες. Είναι τρελό».

Η σχέση χρήματος και πολιτισμού δεν αφορά λοιπόν το Ερμιτάζ του 21ου αιώνα; «Η αλήθεια είναι πως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα είναι ότι τα μουσεία δεν μπορούν να αγοράσουν τίποτα επειδή όλα είναι υπερβολικά ακριβά, πιο ακριβά από ό,τι θα έπρεπε. Και οι αρχαιότητες και ειδικά τα έργα σύγχρονης τέχνης. Κι όταν είναι απρόσιτα για τα μουσεία, είναι απρόσιτα και για τον μέσο άνθρωπο. Είναι μόνο για τους εκατομμυριούχος. Δεν είναι δυνατόν οι διευθυντές των μουσείων να μιλάνε για χρήματα από το πρωί μέχρι το βράδυ. Είναι λάθος. Πρέπει να υπάρξει ένας διαχωρισμός ανάμεσα στον πολιτισμό και στο χρήμα. Πρέπει να υπάρξει λίστα προτεραιοτήτων».