Δεν μεγαλώνουμε και δεν γερνάμε μόνο μαζί με τους φίλους μας ή με τους γνωστούς μας. Αν οι άνθρωποι που συναναστρεφόμαστε μπορεί να μας θυμίσουν κάποια στιγμή πώς ήμασταν πριν από δέκα, από είκοσι ή και από τριάντα χρόνια, υπάρχουν ακόμη συγκλονιστικότεροι μάρτυρες των αλλαγών μας, έστω και αν δεν πρόκειται να ανοίξουν ποτέ το στόμα τους για να μας πούνε μια κουβέντα. Οπως δεν πρόκειται συνειδητά να τους απευθύνουμε κι εμείς τον λόγο, εκτός και αν χρειαστεί να ζητήσουμε μια πληροφορία ή κάτι σχετικό με τη δουλειά τους, μια επικοινωνία δηλαδή εντελώς τυπική και συμβατική.
Υπάλληλοι καταστημάτων που καπνίζουν αρειμανίως στις εισόδους τους, κλητήρες σε δημόσιες υπηρεσίες, μικρέμποροι με τις απλωμένες σε καρότσια πραμάτειες τους στις γωνίες πολυσύχναστων δρόμων, υπαίθριοι –υπάρχουν ακόμη –εφημεριδοπώλες με ένα τόσο ασκημένο μάτι ώστε πολύ πριν τους αντιληφθεί ο αγοραστής, τον έχουν επισημάνει οι ίδιοι και έχουν στραφεί προς το μέρος του ώστε να μην υπάρξει η παραμικρή καθυστέρηση στη στιγμιαία δοσοληψία. Θα ήταν αδύνατο να φανταστεί κάποιος πως όλοι αυτοί οι άνθρωποι που φαίνεται να μη μετράνε για τη ζωή μας στο ελάχιστο, ώστε να πιστεύουμε πως αν ήταν κάποιοι άλλοι στη θέση τους δεν θα άλλαζε απολύτως τίποτε για εμάς, διατηρούν τελικά μια τόσο ζωντανή εικόνα μας που σπάνια θα την αναγνώριζε κανείς τόσο ακριβή σε ανθρώπους ενταγμένους αδιαλείπτως στην καθημερινότητά μας.
Δεν έχουμε παρά να προσέξουμε πόσο αισθητή γίνεται σε μας τους ίδιους η αιφνίδια απουσία τους, αν συμβεί να αλλάξουν πόλη, δουλειά ή ακόμα αν αρρωστήσουν και πεθάνουν, καθώς αδικαιολόγητα μας πιάνει μια τρομερή αγωνία να μάθουμε τι ακριβώς τους έχει συμβεί. Και όπως συνήθως, δεν γνωρίζουμε καν το μικρό τους όνομα –πόσω μάλλον το επίθετό τους –μας γίνεται επιτακτική ανάγκη να εξιχνιάσουμε την άγνωστη σε εμάς συνέχειά τους, σάμπως η απώλειά τους να βάζει σε κίνδυνο την ίδια μας τη ζωή.
Αισθανόμαστε αιφνιδίως ότι δεν ήμασταν μόνο εμείς που είχαμε αυτή την ουδέποτε εκφρασμένη συνείδηση της παρουσίας τους, αλλά στον ίδιο βαθμό μετρούσαμε κι εμείς γι’ αυτούς και τώρα που έχουν λείψει, μας χρειάζεται οπωσδήποτε να το πληροφορηθούμε.
Σαν να έχουν υφάνει, όλοι αυτοί οι φαινομενικά συμπτωματικοί και τυχαίοι άνθρωποι στη ζωή μας, ένα δίχτυ τόσο πολύτιμο για την εσωτερική μας ασφάλεια ώστε αρχίζουμε να υποψιαζόμαστε για πρώτη ίσως φορά πως η περιλάλητη επικοινωνία συντελείται ασφαλέστερα ερήμην μας, παρά όταν την προσπαθούμε, την επιδιώκουμε και έχουμε αποφασίσει να δώσουμε τα πάντα γι’ αυτήν.
Χρόνια ολόκληρα άγνωστοί μας άνθρωποι μάς ήταν πραγματικά πολύτιμοι και εξίσου σημαντικοί ήμασταν εμείς γι’ αυτούς, συμπεριφερόμασταν όμως όλοι μας σάμπως το αποκαλυπτικό και το αδιανόητο να ήταν κάτι το δεδομένο και το αυτονόητο.