“Εμείς καταφέραμε να εξυγιάνουμε τα προγράμματα του ΕΣΠΑ 2007 – 2013, να κατατάξουμε τη χώρα 1η στην απορρόφηση ανάμεσα στα 28 κράτη – μέλη της Ε.Ε., να εκκινήσουμε πέντε φορές πιο γρήγορα το νέο ΕΣΠΑ σε σχέση με το προηγούμενο, να τακτοποιήσουμε τις οφειλές των παλιών αναπτυξιακών νόμων και να ψηφίσουμε ένα νέο νόμο, που έτυχε της ευρύτατης αποδοχής των παραγωγικών φορέων.

Τέλος, καταφέραμε να «ξεπαρκάρουμε» μέρος των χρημάτων των παλιών χρηματοοικονομικών εργαλείων, να κρατήσουμε ανοιχτή τη «γραμμή» χρηματοδότησής τους προς τις επιχειρήσεις μέχρι το τέλος του 2016 και ταυτόχρονα να έχουμε έτοιμη τη νέα γενιά πολύ πιο εξελιγμένων και αποδοτικών χρηματοοικονομικών εργαλείων πριν λήξουν τα παλιά”.

Αυτά υπογράμμισε ο υφυπουργός Οικονομίας Αλέξης Χαρίτσης, απαντώντας σε σημερινές δηλώσεις του βουλευτή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου, σχετικά με την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων.

Ο υφυπουργός ανέφερε στη δήλωσή του και τα εξής: “Η κατάσταση τον Ιανουάριο του 2015, όταν ευτυχώς για τον τόπο ο κ. Κωνσταντινόπουλος αποχαιρετούσε τη θέση του υφυπουργού Ανάπτυξης, είχε ως εξής:

Τα μισά προγράμματα του ΕΣΠΑ 2007 – 2013 (έντεκα μήνες πριν τη λήξη της περιόδου) κινδύνευαν να οδηγήσουν τη χώρα σε απώλεια πολύ σημαντικών πόρων, με ορισμένα από αυτά να είναι σε απελπιστική κατάσταση από πλευράς απορρόφησης (π.χ. Ψηφιακή Σύγκλιση μόλις στο 60%), ενώ την ίδια στιγμή είχαν ενταχθεί, χωρίς κανένα στοιχείο ωριμότητας ή κοινωνικής σκοπιμότητας έργα αξίας 10 δισ. ευρώ παραπάνω από τον διαθέσιμο προϋπολογισμό, υπονομεύοντας το επόμενο ΕΣΠΑ και επιβαρύνοντας τους λιγοστούς διαθέσιμους εθνικούς πόρους.

Σε αυτό το «κατόρθωμα» είχε συμβάλει τα μέγιστα ο κ. Κωνσταντινόπουλος. Η ίδια εικόνα υπήρχε και στον αναπτυξιακό νόμο (6 δισ. ευρώ εντάξεις έργων, χωρίς να έχει προβλεφθεί ούτε μισό ευρώ για να πληρωθούν οι επενδύσεις).

Αντίστοιχη υπήρξε και η «επιτυχία» της προηγούμενης κυβέρνησης στο σκέλος των ειδικών χρηματοοικονομικών εργαλείων.

Περισσότερα από 1,5 δισ. ευρώ είχαν δεσμευτεί από την προηγούμενη κυβέρνηση σε χρηματοοικονομικά εργαλεία, παρουσιάζοντας το σύνολο αυτών των χρημάτων ως απορρόφηση, ενώ στην πράξη μέχρι τον Ιανουάριο του 2015 δεν είχε φτάσει στις επιχειρήσεις ούτε το 30% αυτών των χρημάτων”.