«Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ»: «Μπορείτε να περάσετε το δεξί σας χέρι πάνω από το κεφάλι σας, σαν να βγάζετε ένα καπέλο;». Η φωνή της κοινωνικής λειτουργού από το τηλέφωνο, αυστηρή και ακλόνητη, σχεδόν ανίδεη της γελοιότητας των υποδείξεών της. Κι όμως, βάσει αυτών θα κριθεί το επίδομα υγείας του Ντάνιελ Μπλέικ, ενός 59χρονου ξυλουργού που, ύστερα από ένα βαρύ καρδιακό επεισόδιο, χρειάζεται τη βοήθεια της πολιτείας και έρχεται αντιμέτωπος με ένα καφκικών διαστάσεων σύστημα που είναι επίτηδες στημένο ούτως ώστε να τον ταπεινώσει, να τον εκμηδενίσει και έτσι να τον οδηγήσει στην παραίτηση –ή ακόμα και στον θάνατο. Δεν πρόκειται δηλαδή για μια αβλεψία του κράτους: αυτός είναι ο στόχος του εξαρχής.

Υπερβολικό; Σχηματικό; Κι όμως, όλα εδώ δείχνουν τόσο αληθινά, τόσο χειροπιαστά. Οι χώροι, όλοι πραγματικοί, μακριά από τις ευκολίες ενός κινηματογραφικού στούντιο (μάθημα που ο Λόουτς κρατά από τις κορυφές του ιταλικού νεορεαλισμού). Και οι –ταξικά –λιλιπούτειοι ήρωες στέκονται ενωμένοι και παραταγμένοι ενάντια στον απάνθρωπο αυτόν γίγαντα, έτοιμοι να χάσουν τα πάντα, εκτός από την αξιοπρέπειά τους.

Ο Ντάνιελ Μπλέικ λοιπόν εισβάλλει σ’ αυτό το κρατικοποιημένο και ψηφιακό παρόν («δουλεύουμε εκ φύσεως ψηφιακά» του λένε, «κι εγώ εκ φύσεως με μολύβι» τους απαντά), αντιλαμβάνεται αμέσως την ορθολογιστική τους οργάνωση ως ευνουχιστική της προσωπικότητάς του και παράλληλα συνειδητοποιεί πως οφείλει να αναλάβει δράση για να μη βρεθεί στον δρόμο. Οι δε υπάλληλοι της –ιδιωτικής –υπηρεσίας που εγκρίνει τις αιτήσεις του απέχουν πολύ από τους γκροτέσκους, κυνικούς εντολοδόχους που θα συναντούσατε σε ένα, ας πούμε, στρατευμένο φιλμ. Αντιθέτως, είναι ευγενικοί, ενίοτε χαμογελαστοί. Σκοτώνουν με το γάντι.

Με ένα σενάριο αδρά δομημένο (η έρευνα πίσω από τον μύθο, ολοφάνερη σε κάθε σκηνή) και με μια απολύτως ευθύβολη σκηνοθεσία, ο 80χρονος Λόουτς αποτυπώνει στο αριστουργηματικό αυτό φιλμ ορισμένες από τις κορυφαίες στιγμές της καριέρας του: μια σκηνή σε μια αποθήκη τροφίμων για άπορους οδηγείται σε ένα κρεσέντο τόσο άψογα στημένο και εκτελεσμένο που σε πιάνει εντελώς απροετοίμαστο και σε γονατίζει πριν προλάβεις να καταλάβεις τι έχει συμβεί. Η οδύνη και η οργή ακολουθούν. Γιατί πλέον έχεις αντιληφθεί πως ο Ντάνιελ Μπλέικ είμαστε εμείς.

Βαθμοί: 9

Ρουμάνικο χιούμορ

«Αφερίμ»: Μια από τις πιο ιδιόμορφες ταινίες που έχω δει τελευταία, το ρουμάνικο «Αφερίμ» ξεκινά από τις περιπέτειες ενός «σερίφη» και του γιου του που, στη Βλαχία του 1835, αναζητούν έναν δραπέτη Τσιγγάνο. Αυτό που ξεδιπλώνεται όμως στον ασπρόμαυρο σινεμασκόπ καμβά του (χάρμα οφθαλμών η φωτογραφία) αποτελεί ένα πολυσύνθετο πλέγμα επιρροών που ξεκινούν από τον Τζιμ Τζάρμους και φτάνουν μέχρι και τους αδελφούς Κοέν. Το αποτέλεσμα συναρπαστικό, οξυδερκές και, ανά φάσεις, αναπάντεχα ξεκαρδιστικό –απολύτως δικαιολογημένη η βράβευσή του με Αργυρή Αρκτο στο τελευταίο Φεστιβάλ Βερολίνου.

Βαθμοί: 7

Λόγια ενάντια στα όπλα

«Μόνος στο Βερολίνο»: Το πολύκροτο διήγημα του Χανς Φαλέντα βρίσκει τον δρόμο του στην οθόνη, έστω και κουτσουρεμένο: Εδώ έχουν απομείνει οι δυο βασικοί ήρωες, ο Οτο και η Αννα Κουάγκερ, παγιδευμένοι ουσιαστικά στη ναζιστική Γερμανία μετά τον θάνατο του μοναδικού τους παιδιού στο μέτωπο. Η αντίσταση στο καθεστώς μοιάζει μονόδρομος. Κι εκείνοι σκορπούν στο Βερολίνο καρτ ποστάλ με αντιεξουσιαστικά (τουτέστιν, αντιναζιστικά) μηνύματα, θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή τους. Η σκηνοθεσία του γνωστού ηθοποιού Βενσάν Περέζ, ασφαλής και ακαδημαϊκή. Οι ερμηνείες όμως των Εμα Τόμσον, Μπρένταν Γκλίσον και Ντάνιελ Μπρουλ αρκούν για να εξυψώσουν το δράμα και τις σημάνσεις του.

Βαθμοί: 6

Θρίλερ με πολιτικό επίχρισμα

«Στη σκιά του φόβου»: Στην Τεχεράνη του 1988, ο σύζυγος της Σιντέχ υπηρετεί στον πόλεμο Ιράν – Ιράκ, και οι επιδρομές πλησιάζουν επικίνδυνα το διαμέρισμά τους. Φίλοι και συγγενείς αποχωρούν, η Σιντέχ όμως μένει μόνη με τη μικρή της κόρη που αρρωσταίνει όλο και περισσότερο. Μέχρι που οι δυο ηρωίδες συνειδητοποιούν πως ένα απόκοσμο πνεύμα τους στοιχειώνει. Ακρως αποτελεσματικό ως θρίλερ τρόμου, λιγότερο πειστικό πολιτικά (το φιλμ είναι χοντροκομμένο και ως φεμινιστική αλλά και ως αντικαθεστωτική αλληγορία). Δυο-τρεις σκηνές θα σας μείνουν για καιρό.

Βαθμοί: 6

Αδιέξοδα της κρίσης

«Invisible»: Ο Αρης, εργάτης εργοστασίου, απολύεται δίχως καμιά προειδοποίηση. Τα νοίκια τρέχουν, τα λογικά του χάνονται. Δίπλα του, ο εξάχρονος γιος του. Και μπροστά του, μονάχα αδιέξοδα. Ο ρεαλισμός που αποζητά το δράμα για να λειτουργήσει υποφέρει από τις σεναριακές απιθανότητες του δεύτερου μέρους, καθώς και κάποιες άστοχες ερμηνείες. Ο Δημήτρης Αθανίτης που υπογράφει τη σκηνοθεσία όμως δεν είναι κανένας τυχαίος: η σκηνή όπου ο (καλός) Στάνκογλου εισβάλλει σε ένα διαμέρισμα συναγωνίζεται άνετα τις αντίστοιχες των αμερικανικών παραγωγών. Και, τουλάχιστον σε μένα, η μελοδραματική στροφή του φινάλε βρήκε τον στόχο της.

Βαθμοί: 5

Η ζωή μας στο μικροσκόπιο

«Σνόουντεν»: Ο Ολιβερ Στόουν επιστρέφει αφηγούμενος την ιστορία του ανθρώπου που έθεσε δημοσίως το ζήτημα των προσωπικών μας ελευθεριών, αποκαλύπτοντας την ύπαρξη προγραμμάτων μαζικής παρακολούθησης των ΗΠΑ. Ο Τζόζεφ Γκόρντον Λέβιτ καλός στον πρώτο ρόλο, και η πορεία της μεταστροφής του, το αληθινό αφήγημα. Κι όμως, η ταινία πέρασε μάλλον αδιάφορη από το αμερικανικό κοινό. Είκοσι χρόνια πριν, ο διάλογος που θα είχε ξεσηκώσει θα φιγουράριζε σε κάθε πρωτοσέλιδο. Σημάδια των καιρών.

Βαθμοί: 5

Επί τροχάδην

«Blood Father: Βίαιη Δικαιοσύνη»: Ο Μελ Γκίμπσον θέτει τη ζωή του σε κίνδυνο για να προστατεύσει τη 17χρονη κόρη του, ενσαρκώνοντας έναν χαρακτήρα που αφού απολογείται για τα στραβοπατήματά του, αποφασίζει να κάνει το σωστό με κάθε κόστος. Ωραίο ως b-movie, με λιγότερη δράση όμως απ’ αυτή που υπόσχεται το trailer.

Βαθμοί: 5

– Προβάλλονται επίσης οι «Ευχούληδες», καρτούν βασισμένο στα γνωστά παιχνίδια, και το «7 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα», η avant-premiere του οποίου (όπου και θα το έβλεπα) ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή.