Στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο της «Το πρωτείο της πολιτικής», που κυκλοφόρησε πριν από δύο χρόνια από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, η αμερικανίδα κοινωνιολόγος Σέρι Μπέρμαν κάνει μια ιστορική αναδρομή της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη κατά τον 20ό αιώνα και αναζητεί τα αίτια της σημερινής της παρακμής. Εχει άραγε η παρακμή αυτή σχέση με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Χίλαρι Κλίντον στην Αμερική και ενδέχεται να της στοιχίσουν την προεδρία; Αν ο λαϊκισμός δεν γνωρίζει σύνορα, συμβαίνει το ίδιο και με τα αδιέξοδα της Κεντροαριστεράς; Η καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Barnard College απαντά στις ερωτήσεις των «ΝΕΩΝ».

Λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές και με τη μάχη να αποδεικνύεται αμφίρροπη, τι νιώθετε; Θυμό; Φόβο; Εκπληξη; Κούραση;

Ολα τα παραπάνω. Οι εκλογές αυτές είναι πρωτοφανείς στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, όχι μόνο επειδή ο Τραμπ είναι ένα νέο είδος υποψηφίου για μας, αλλά και επειδή η προεκλογική εκστρατεία είχε τόσο αρνητικό χαρακτήρα και αποκάλυψε τόση δυσπιστία και οργή προς τους πολιτικούς και την κυβέρνηση. Είναι σαφές ότι πολλοί Αμερικανοί νιώθουν δυσαρεστημένοι και αποξενωμένοι και, ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τις εκλογές, αυτό είναι ένα πρόβλημα το οποίο η αμερικανική δημοκρατία θα βρίσκει μπροστά της για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Η έλλειψη ενθουσιασμού για τη Χίλαρι Κλίντον θα μπορούσε να αποδοθεί, μεταξύ άλλων, και στο γεγονός ότι είναι γυναίκα; Είναι ο μισογυνισμός, μαζί με τον ρατσισμό, μια χρόνια ασθένεια της αμερικανικής κοινωνίας;

Ο σεξισμός παίζει πιθανότατα κάποιο ρόλο. Αν και είναι δύσκολο να το πούμε με σιγουριά, η Κλίντον είναι πιθανότατα θύμα δύο μέτρων και δύο σταθμών σε ό,τι αφορά τους άνδρες και τις γυναίκες πολιτικούς. Ισως στο υποσυνείδητό τους πολλοί άνδρες (αλλά και μερικές γυναίκες) κρίνουν πιο αυστηρά την αποφασιστικότητά της και τη φιλοδοξία της απ’ ό,τι θα έκαναν με έναν άνδρα. Ομως η υποψήφια των Δημοκρατικών είναι και σύζυγος ενός πρώην προέδρου που έχει κατηγορηθεί επανειλημμένα από τους Ρεπουμπλικανούς για διαφθορά, κι έτσι είναι προφανές ότι «υποφέρει» τόσο από το γεγονός ότι είναι μια Κλίντον, και η σύζυγος του Μπιλ Κλίντον, όσο και από το γεγονός ότι είναι γυναίκα.

Αφού κατηγορήθηκε ότι βρίσκεται κοντά στη Γουόλ Στριτ, η Χίλαρι Κλίντον μοιάζει να έχει επιστρέψει στις αριστερές ιδέες της νιότης της. Η στροφή 180 μοιρών που έκανε όμως στο Σύμφωνο Συνεργασίας των Δύο Πλευρών του Ειρηνικού (TPP) είναι πραγματικά κάτι αριστερό;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Κλίντον είναι κατά βάθος μια πολιτικός της Κεντροαριστεράς. Αντιμετωπίζει με κριτικό πνεύμα τις επιχειρήσεις και τις αγορές, χωρίς να αντιτίθεται σε αυτές. Η αντίθεσή της στο ΤΡΡ είναι μάλλον αποτέλεσμα αυτού του εκλογικού κύκλου παρά αποτέλεσμα της αλλαγής των θέσεών της. Με άλλα λόγια, ωθείται προς τα αριστερά περισσότερο από τον Σάντερς και τον Τραμπ, παρά από οποιαδήποτε επανασύνδεσή της με τις πιο αριστερές ιδέες που ενδεχομένως να είχε στα νιάτα της.

Ορισμένοι ευρωπαίοι ιστορικοί μιλούν για τη «μελαγχολία της Αριστεράς», έναν όρο που είχε πρωτοχρησιμοποιήσει ο Βάλτερ Μπένγιαμιν. Πιστεύετε ότι η Αριστερά έχει παραλύσει εξαιτίας μιας νοσταλγίας για τα χαμένα ιδανικά; Και πώς μπορεί να ξαναβρεί τον δρόμο της;

Η Αριστερά έχει πράγματι παραλύσει, και στο μεγαλύτερο μέρος της δεν μπορεί πλέον να κινητοποιήσει έναν πλειοψηφικό συνασπισμό ή να ηγηθεί κυβερνήσεων στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης. Υπάρχει αναμφισβήτητα μια νοσταλγία για το παρελθόν, και τη μεταπολεμική περίοδο ιδιαίτερα, όταν στην πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία της Ευρώπης κυριαρχούσε ένας «σοσιαλδημοκρατικός» συμβιβασμός. Με δεδομένες όμως τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν σήμερα η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες – παγκοσμιοποίηση, αύξηση των ανισοτήτων, όξυνση των διαφορών –, η Αριστερά φέρει μέρος της ευθύνης και για τη σημερινή κακή κατάσταση της δημοκρατίας, καθώς δεν μπόρεσε να προωθήσει πειστικές και ευδιάκριτες λύσεις στα σύγχρονα προβλήματα, οι οποίες θα εμπόδιζαν πολλούς ψηφοφόρους της, και ιδιαίτερα τους παραδοσιακούς της ψηφοφόρους από την εργατική τάξη, να στραφούν σε κόμματα της Ακρας Αριστεράς και της Ακρας Δεξιάς.

Η ενίσχυση ενός ανθρώπου όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος χλευάζει αξίες που θεωρούνται ιερές για τον δυτικό πολιτισμό, δείχνει μήπως ότι οι αξίες αυτές δεν είναι τελικά τόσο ισχυρές;

Ο Τραμπ είναι από την άποψη αυτή κάτι ανάλογο με τους λαϊκιστές σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως είναι το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία, η AfD στη Γερμανία, το UKIP στη Βρετανία. Ολοι αυτοί αποτελούν μάλλον τα συμπτώματα παρά τα αίτια των προβλημάτων της δημοκρατίας. Με άλλα λόγια, η άνοδος του λαϊκισμού δείχνει ότι η δημοκρατία έχει πρόβλημα – ότι δηλαδή ένας μεγάλος αριθμός πολιτών έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στην ικανότητα των ελίτ και των θεσμών της δημοκρατίας να τους αντιπροσωπεύουν και να ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους. Το κατά πόσο αυτή η εξασθένηση της ισχύος και της αποτελεσματικότητας της δημοκρατίας θα συνεχιστεί, είναι δύσκολο να το πει κανείς. Είναι πιθανό όμως η εξασθένηση να είναι ταχύτερη και πιο εντυπωσιακή σε χώρες όπου οι παραδόσεις και οι θεσμοί της δημοκρατίας είναι πιο νέοι και πιο αδύναμοι, για παράδειγμα στις δημοκρατίες του «τρίτου κύματος», όπως είναι εκείνες της Ανατολικής Ευρώπης, ίσως όμως και στην Ελλάδα.