Σε κούρσα για να προσελκύσουν εταιρείες, κυρίως όσες δραστηριοποιούνται στον τεχνολογικό και στον χρηματοπιστωτικό κλάδο, έχουν επιδοθεί η Λισαβόνα και η Φρανκφούρτη.

Στα πλαίσια των προσπαθειών αυτών, η Λισαβόνα διοργανώνει μέχρι και την Πέμπτη συνέδριο για τεχνολογικές εταιρείες με την ονομασία Web Summit στο οποίο θα παρευρεθούν 50.000 στελέχη. Η Φρανκφούρτη από την πλευρά της θέλει να προσελκύσει ακόμη περισσότερες εξειδικευμένες εταιρείες που βασίζονται στην υψηλή τεχνολογία για να παρέχουν χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες –οι εταιρείες αυτές είναι γνωστές και ως fintechs.

Μόνο από τη διοργάνωση του συνεδρίου αυτού η Λισαβόνα αναμένεται να έχει έσοδα που θα φθάσουν τα 200 εκατ. ευρώ –από κρατήσεις σε ξενοδοχεία και εστιατόρια μέχρι ταξί –σύμφωνα με στοιχεία του τουριστικού οργανισμού της πόλης που παρουσίασε το Bloomberg. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι γίνεται προσπάθεια για να εδραιωθεί η Λισαβόνα ως τεχνολογικό κέντρο της Πορτογαλίας και της ευρύτερης Νοτιοδυτικής Ευρώπης. Τα μεγάλα όπλα της πορτογαλικής πρωτεύουσας για να πετύχει τον στόχο αυτό είναι τα φθηνότερα ενοίκια σε σύγκριση με άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, οι καλές καιρικές συνθήκες με περίπου 300 ημέρες ηλιοφάνειας τον χρόνο και η μεγάλη προσφορά από στελέχη τα οποία έχουν γνώσεις, γνωρίζουν ξένες γλώσσες –κυρίως αγγλικά –και θέλουν να εργαστούν στον τεχνολογικό κλάδο. Είναι ενδεικτικό ότι το κόστος της απασχόλησης ενός εργαζομένου στην Πορτογαλία ανέρχεται, σύμφωνα με τα στοιχεία του 2015, σε 13,20 ευρώ την ώρα. Πρόκειται για ποσό κατά 55% χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat που επικαλείται το Bloomberg. Οι προσπάθειες των Πορτογάλων φαίνεται ότι έχουν αποτέλεσμα. Μόνο πέρυσι στη χώρα άνοιξαν σχεδόν 40.000 νέες εταιρείες, οι περισσότερες από το 2007.

Η Φρανκφούρτη από την άλλη πλευρά δεν χρειάζεται διαφήμιση αφού αποτελεί την καρδιά του επιχειρείν και ιδιαίτερα των τραπεζών στη Γερμανία. Εκεί μεγάλες τράπεζες όπως η Deutsche Bank προσκαλούν τεχνολογικές εταιρείες για συνεργασία, ενώ το ίδιο κάνει και η Commerzbank, η οποία χρηματοδοτεί τέτοιες νέες επιχειρήσεις (startups). Οι γερμανικές εταιρείες θέλουν να επωφεληθούν από startups για να αναπτύξουν νέες ψηφιακές υπηρεσίες και να προσελκύσουν περισσότερους πελάτες.