«Με βάζετε να φυλάω τα δίχτυα κι όλο μετακινείτε το τέρμα». Από χθες που ολοκληρώθηκε ο ανασχηματισμός με τις παραδόσεις – παραλαβές των υπουργείων, η αίσθηση είναι πως η νέα κυβέρνηση ρυμουλκείται όλο και πιο πολύ στον ευρωρεαλισμό και στις δανειακές υποχρεώσεις της. Η παραπάνω φράση τα λέει όλα.
Κοινώς, από χθες άρχισε ο τρίτος πολιτικός κύκλος του ΣΥΡΙΖΑ με προφανή στόχο την επιτάχυνση της απαγκίστρωσης από το Μνημόνιο (ή βαθύτερης πρόσδεσης σε αυτό;). Ενας πολιτικός κύκλος με όλα τα παράξενα και αντιφατικά που διατρέχουν το εγχείρημα και τους μεταβολισμούς του κυβερνώντος αριστερού κόμματος.
Χαρακτηριστικά που μπερδεύουν όσους κάνουν το λάθος να επιχειρούν να αποκωδικοποιήσουν το σήμερα με όρους του χθες ή με όρους αστικών κομμάτων, προσώπων, φατριών. Κόμμα-καμικάζι, μόλις προσφάτως εξέβαλε σε συνεδριακές αποφάσεις, παρότι ο τρόπος που πάντα καταλύει τα πράγματα η εξουσία δεν άφησε τελικά πολλά περιθώρια για να κυβερνήσει το κόμμα με τις πτέρυγές του αλλά η κυβέρνηση με ολίγη από κόμμα.
Ας μη βιαστούν πάντως όσοι ψάχνουν κρίσεις στο δάσος του κυβερνητισμού να βρουν ρήγματα στον ΣΥΡΙΖΑ. Για την ακρίβεια, τα ρήγματα θα ενεργοποιηθούν σε συνθήκες διαφορετικές από τις σημερινές. Και τότε ίσως ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ θα αποτελέσει ύλη για έναν νέο σχηματισμό. Σήμερα όμως όλες οι δυνάμεις ιεραρχούν την αξιολόγηση, την ποσοτική χαλάρωση, τη διευθέτηση του χρέους, που χρειάζεται ίσως να θυμόμαστε πως αφορά τη χώρα και όχι μόνο τη συγκεκριμένη πολιτική παράταξη.
Σε αυτό το πλαίσιο και δεδομένου πως ο επικεφαλής των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, δηλαδή ο Τσακαλώτος, είναι ταυτόχρονα και ο συνδετικός κρίκος με τους 53, μην περιμένουν διάφοροι αποσπάσεις, διασπάσεις κ.τ.λ. Το τέρμα εξάλλου παραμένει παρότι μετακινούμενο. Παρ’ όλα αυτά, ο ανασχηματισμός φρονηματισμού σε κέντρα, σε επιχειρηματίες και στον ξένο παράγοντα ήταν παραπάνω από εμφανής. Η επιτάχυνση της δεύτερης αξιολόγησης και η διαχείριση του πλήθους παραμένουν οι όροι που διαφοροποιούν τον ΣΥΡΙΖΑ και τον ενισχύουν στα μάτια των ξένων.
Βεβαίως, ο ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει φθορά. Τον βρίζουν οι αριστεροί ως συστημικό. Δεν τον χωνεύει το σύστημα ως ανεξέλεγκτο. Ταυτόχρονα, δεν πείθει για την ανάταξη της χώρας αλλά απλώς για τη συνέχιση της όποιας κανονικότητας. Κι όμως. Οι κυβερνήσεις δεν πέφτουν με δημοσκοπήσεις και με σκληρό ροκ στα social media από διάφορους χομπίστες. Οι κυβερνήσεις πέφτουν όταν χάνεται η εμπιστοσύνη σε αυτές. Και όταν έχει προκύψει υλικά και πολιτικά η νέα κοινωνική συμμαχία που πολιορκεί το παλιό. Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο τώρα. Μόνο η μοναξιά του τερματοφύλακα.