«Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία δεν είναι τίποτε λιγότερο από μια τραγωδία για την αμερικανική δημοκρατία, μια τραγωδία για το Σύνταγμα και ένας θρίαμβος για τις δυνάμεις, εντός και εκτός των τειχών, του εθνικισμού, του αυταρχισμού, της μισογυνίας και του ρατσισμού. Η σοκαριστική νίκη του Τραμπ είναι ένα εμετικό γεγονός στην Ιστορία των ΗΠΑ και της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Στις 20 Ιανουαρίου 2017 θα αποχαιρετήσουμε τον πρώτο αφροαμερικανό πρόεδρο –έναν άνθρωπο με ακεραιότητα, αξιοπρέπεια και γενναιόδωρο πνεύμα –και θα παρακολουθήσουμε την ορκωμοσία ενός απατεώνα που δεν ενοχλήθηκε καθόλου από τη στήριξη δυνάμεων της ξενοφοβίας και της λευκής ανωτερότητας. Είναι αδύνατο να αντιδράσει κανείς με οτιδήποτε άλλο πέρα από φρίκη και βαθιά ανησυχία». Αυτά και άλλα πολλά έγραψε χθες εν θερμώ, λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, ο διευθυντής του «Νιου Γιόρκερ» Ντέιβιντ Ρέμνικ, σε ένα άρθρο του με τον κατηγορηματικό τίτλο: «Μια αμερικανική τραγωδία».

Τις ερχόμενες ημέρες, προειδοποίησε ο Ρέμνικ, οι σχολιαστές θα επιχειρήσουν να «εξωραΐσουν» τη νίκη του Τραμπ. Θα επιχειρήσουν να ανακουφίσουν τους αναγνώστες και τους τηλεθεατές με σκέψεις περί «έμφυτης σοφίας» και «θεμελιώδους αξιοπρέπειας» του αμερικανικού λαού. Θα υποβαθμίσουν τη σφοδρότητα του εθνικισμού που επιδείχθηκε, τη βάναυση απόφαση ανύψωσης ενός ανθρώπου που ταξιδεύει με επιχρυσωμένο αεροσκάφος, αλλά έντυσε την εκστρατεία του με τη λαϊκιστική ρητορική του αίματος και της γης. Ο Τζορτζ Οργουελ, ο πλέον ατρόμητος των σχολιαστών, δικαίως επισήμανε ότι η κοινή γνώμη δεν είναι περισσότερο εγγενώς σοφή από όσο εγγενώς ευγενείς είναι οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι μπορούν να συμπεριφερθούν βλακωδώς, απερίσκεπτα, αυτοκαταστροφικά τόσο στην ατομική όσο και στη συλλογική σφαίρα. Το μόνο που χρειάζονται κάποιες φορές είναι ένας επιτήδειος ηγέτης, ένας δημαγωγός που διαβάζει σωστά τα κύματα της πικρίας και τα καβαλάει φτάνοντας έτσι στη νίκη.

«Το θέμα είναι πως η σχετική ελευθερία που απολαμβάνουμε εξαρτάται από την κοινή γνώμη» έγραψε ο Οργουελ στο δοκίμιο «Freedom of the Park». «Ο νόμος δεν προσφέρει προστασία. Οι κυβερνήσεις φτιάχνουν νόμους, αλλά το κατά πόσον εφαρμόζονται και το πώς συμπεριφέρεται η αστυνομία εξαρτώνται από τη γενική διάθεση στη χώρα. Αν μεγάλος αριθμός ανθρώπων νοιάζεται για την ελευθερία του λόγου, θα υπάρχει ελευθερία του λόγου, ακόμα και αν ο νόμος την απαγορεύει. Αν η κοινή γνώμη είναι νωθρή, άβολες μειονότητες θα υποστούν διώξεις, ακόμα και αν υπάρχουν νόμοι που τις προστατεύουν».

Αργά το βράδυ της Τρίτης, ομολογεί ο Ντέιβιντ Ρέμνικ, καθώς έφταναν τα αποτελέσματα από τις τελευταίες αμερικανικές πολιτείες, ένας φίλος τον πήρε τηλέφωνο γεμάτος θλίψη, γεμάτος ανησυχία για το ενδεχόμενο συγκρούσεων, πολέμου. «Γιατί να μην εγκαταλείψουμε τη χώρα; Αλλά η απελπισία δεν είναι λύση. Να πολεμήσουμε τον απολυταρχισμό, να καταγγέλλουμε τα ψέματα, να αγωνιστούμε έντιμα και λυσσαλέα στο όνομα των αμερικανικών ιδεωδών. Αυτό απομένει να κάνουμε. Αυτό είναι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε».