Διχασμένη ξυπνά σήμερα η Αμερική έπειτα από την πιο πολωτική προεκλογική εκστρατεία στη σύγχρονη Ιστορία της. Ο βαθύς διχασμός αντανακλάται στο ότι στις 5 τα ξημερώματα ήταν ακόμα αμφίβολο το αποτέλεσμα σε κρίσιμες πολιτείες όπως η Βόρεια Καρολίνα, η Πενσιλβάνια και η Φλόριδα, στην οποία προηγείτο ο Ντόναλντ Τραμπ. Οι απαντήσεις των ψηφοφόρων στις έρευνες που έγιναν έξω από τα εκλογικά κέντρα δείχνουν πως πολλοί προσήλθαν απρόθυμα, ρίχνοντας τα βέλη τους στο κατεστημένο της Ουάσιγκτον και στο πολιτικό σύστημα.

Ο Ντόναλντ Τραμπ ενίσχυσε αυτά τα αρνητικά αισθήματα αφήνοντας και πάλι ανοικτό το ενδεχόμενο να μην αποδεχθεί το αποτέλεσμα των εκλογών, λέγοντας ότι ήδη έχουν φθάσει σε εκείνον πληροφορίες για παρατυπίες στην εκλογική διαδικασία. Δεν ανέφερε περισσότερες λεπτομέρειες, όμως είναι ξεκάθαρο ότι άφησε το ζήτημα ανοιχτό, ιδιαίτερα στην περίπτωση που χάσει. Επίσης στελέχη της καμπάνιας του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου προσπάθησαν να μπλοκάρουν την εκλογική διαδικασία στη Νεβάδα, επειδή λόγω της μεγάλης προσέλευσης παρατάθηκε για δύο ώρες. Ζήτησαν να μην καταμετρηθούν οι ψήφοι των ωρών αυτών, καθώς η Νεβάδα είναι μια κρίσιμη πολιτεία με αμφίβολο αποτέλεσμα. Η δικαστής που εξέτασε το αίτημα πάντως το απέρριψε, λέγοντας ότι το βρίσκει «βαθιά ανησυχητικό».

Ανησυχητικό όμως για το μετεκλογικό κλίμα είναι ότι η πλειοψηφία των ψηφοφόρων στις δημοσκοπήσεις έχει αρνητική γνώμη και για τους δύο υποψηφιους, έπειτα από αυτή την μαραθώνια προεκλογική εκστρατεία που ξεκίνησε στις αρχές του 2015. «Και οι δύο δεν είναι καλοί υποψήφιοι, αλλά προτιμώ να ψηφίσω για τον «κακό» παρά για τον χειρότερο»», δήλσε η 20χρονη Στεφανι Ρίκο που στήριξε την Κλίντον. Αυτή την προσέγγιση επιβεβαιώνει και έρευνα που έγινε έξω από τα εκλογικά τμήματα. Από όσους προσήλθαν στις κάλπες μόνο το 6% δήλωσε ενθουσιασμένο από την κατάσταση, 21% δήλωσε ικανοποιημένο, ενώ 46% δήλωσε μη ικανοποιημένο και 23% εξαγριωμένο. Δηλαδή το 69% των πολιτών που ψήφισαν διάκεινται αρνητικά στην πολιτική κατάσταση. Τον βαθύ διχασμό της χώρας αποκαλύπτει και μια άλλη δημοσκοπική ερώτηση. Την ώρα που ο πρόεδρος Ομπάμα απολαμβάνει δημοτικότητα 54% οι ψηφοφόροι ρωτήθηκαν πώς κρίνουν την πολιτική του. Το 29% είπε πως θέλουν να συνεχισθεί, το 18% να γίνει πιο προοδευτική (μαζί κάνουν 47%) ενώ το 46% να γίνει πιο συντηρητική.

Η Χίλαρι Κλίντον πάντως κατήγαγε την πρώτη της νίκη. Το μικρό νησί Γκουάμ στο Δυτικό Ειρηνικό Ωκεανό, τα αποτελέσματα του οποίου συνάδουν τα τελευταία 32 χρόνια με τον νικητή των εκλογών, της έδωσε ποσοστό 71,6% ενώ ο Τραμπ συγκέντρωσε μόνο 24,2%.

Οι ψηφοφόροι πήγαν στις κάλπες με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις να δίνουν προβάδισμα στην Κλίντον 44% έναντι 39% του Τράμπ. Η δημοσκόπηση του πρακτορείου Reuters και της εταιρίας Ipsos έδινε πιθανότητες 90% στην Χίλαρι Κλίντον να γίνει η πρώτη γυναίκα πρόεδρος των ΗΠΑ. Ομως οι αμερικανοί ψηφοφόροι δεν σταματούν να εκφράζουν την ανησυχία τους για την πορεία της χώρας. Δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα περισσοτέρων από 10.000 ατόμων αφότου άσκησαν το εκλογικό τους δικαίωμα, έδειξε ότι η πλειοψηφία εκφράζει έντονη ανησυχία σχετικά με το μέλλον της χώρας ενώ είναι περιορισμένη η εμπιστοσύνη στα πολιτικά κόμματα. Η πλειοψηφία επίσης εκτιμά ότι η οικονομία είναι οικοδομημένη με τρόπο να εξυπηρετεί κυρίως τους εύπορους. Το 75% θεωρεί ότι οι ΗΠΑ χρειάζονται έναν ισχυρό ηγέτη «για να πάρει πίσω τη χώρα από τους πλούσιους και ισχυρούς» ενώ το 57% απαντά πως «όλο και περισσότερο δεν με εκφράζει αυτό στο οποίο έχουν μετατραπεί οι ΗΠΑ».

Μια προεκλογική εκστρατεία στην οποία κυριάρχησαν οι έντονες προσωπικές επιθέσεις φαίνεται ότι αφήνει βαριά τη σκιά της στους ψηφοφόρους. Μια μέρα μετά τις εκλογές η ατμόσφαιρα στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πιο ζοφερή και απαισιόδοξη απ’ ό,τι ήταν πριν τέσσερα χρόνια με τα 2/3 των ψηφοφόρων να δηλώνουν απογοητευμένοι ή ακόμα και θυμωμένοι με τη λειτουργία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.

Καθώς χθες διεξήχθησαν και εκλογές για όλες τις έδρες της Βουλής των Αντιπροσώπων, σύμφωνα με τα αποτελέσματα οι Ρεπουμπλικανοί θα διατηρήσουν τον έλεγχο του σώματος για τα επόμενα έξι χρόνια. Μέχρι τα ξημερώματα δινόταν μάχη για τον έλεγχο της Γερουσίας, καθώς χθες έγιναν εκλογές για το 1/3 των εδρών της.