Αύξηση της οικονομικής μεγέθυνσης τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη προβλέπει για την ερχόμενη διετία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία ωστόσο επισημαίνει τους κινδύνους που ελλοχεύουν για την ευρωπαϊκή οικονομία λόγω της πολιτικής αστάθειας που δημιουργείται κυρίως εξαιτίας του Brexit, ενδεχομένως δε και εξαιτίας της εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ.
Σε ό,τι αφορά ειδικά την Ελλάδα, η Επιτροπή αναφέρει στη σχετική έκθεσή της ότι ύστερα από μια ήπια συρρίκνωση του πραγματικού ΑΕΠ η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να ενισχυθεί σταδιακά το δεύτερο μισό του 2016 και να επιταχυνθεί σημαντικά το 2017. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η ενίσχυση του ΑΕΠ το 2017 θα είναι αποτέλεσμα του βελτιωμένου οικονομικού κλίματος μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, τη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών και τη βελτίωση της ρευστότητας στον επιχειρηματικό τομέα λόγω της αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών.

Συγκεκριμένα, η Επιτροπή αναμένει ήπια συρρίκνωση του ΑΕΠ το 2016 κατά 0,3%. Για το 2017 η Επιτροπή προβλέπει ότι η οικονομική ανάπτυξη θα επανέλθει «ισχυρή» και θα διαμορφωθεί στο 2,7% χάρη στη σταδιακή ομαλοποίηση του δημοσιονομικού τομέα και τη σταδιακή χαλάρωση των ελέγχων κεφαλαίων με την πάροδο του χρόνου. Το 2018, η Επιτροπή προβλέπει ότι το πραγματικό ΑΕΠ θα συνεχίσει να ενισχύεται με ταχύ ρυθμό και ο ρυθμός ανάπτυξης θα διαμορφωθεί στο 3,1%.

Σχετικά με την ανεργία η Επιτροπή προβλέπει ότι θα συνεχίσει να μειώνεται από τα υψηλά επίπεδα στα οποία βρίσκεται σήμερα, επισημαίνοντας ότι τον Ιούλιο του 2016 η ανεργία στην Ελλάδα μειώθηκε στο 23,2%, ενώ το 2015 η ανεργία είχε φτάσει το 24,9%.
Το 2016, η Ελλάδα προβλέπεται να επιτύχει τον στόχο του προγράμματος για πρωτογενή πλεόνασμα στο 0,5% του ΑΕΠ. Η επίτευξη των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα θα έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 2,5% του ΑΕΠ το 2016.

Καταλήγοντας, η έκθεση της Επιτροπής επισημαίνει ότι στο τέλος του 2016 οι ελληνικές Αρχές θα νομοθετήσουν τον προϋπολογισμό του 2017 και τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική για την περίοδο 2017-2020, προκειμένου να διασφαλιστεί η επίτευξη των στόχων του προγράμματος για πρωτογενή πλεονάσματα στο 1,75% του ΑΕΠ το 2017 και στο 3,5% του ΑΕΠ το 2018.