Συνέβη πριν από χρόνια. Για τις ανάγκες μιας συνέντευξης και φωτογράφισης «σε οικογενειακό κλίμα», βρέθηκα στο σπίτι ενός πολιτικού που είχε αναχθεί σε «ισχυρό άνδρα» της κυβέρνησης. Παρών και ο μικρότερος γιος του, γύρω στα επτά. Ενα επικοινωνιακό παιδί που κάθε τόσο μου έλεγε: «Κυρία, κυρία, να σας πω κάτι;». Τελικά, μου το είπε. «Ξέρετε ποιος είναι ο χειρότερος, ο πιο κακός άνθρωπος στον κόσμο;». Και συνέχισε φωνάζοντας με μανία το όνομα του, τότε, πρωθυπουργού. «Βάζει πολλή δουλειά στον μπαμπά μου και δεν τον αφήνει να γυρίσει στο σπίτι πριν κοιμηθώ, ούτε να έρθει να με πάρει από το σχολείο».
Το θυμόμουν καθώς έβλεπα τον δεκάχρονο Μπάρον Τραμπ, μοναδική φιγούρα δίπλα στο πλάνο με τον πατέρα του, στην πανηγυρική του εμφάνιση μετά το κλείδωμα των αποτελεσμάτων. Το Πρώτο Παιδί των ΗΠΑ, ντυμένο σαν κονφερανσιέ με κοστούμι και γραβάτα, νυσταγμένο, σαστισμένο, να μην ξέρει πού να βολέψει τα χέρια του, έτοιμο λες να αποδράσει από το στιγμιότυπο που, προφανώς, θα το κυνηγάει σε ολόκληρη τη ζωή του και την ιστορικότητα του οποίου ευχαρίστως θα αντάλλασσε με ένα κύπελλο παγωτό φιστίκι. Τα παιδιά δίπλα σε πολιτικούς υποτίθεται ότι προσδίδουν μια συμβολική παράμετρο αθωότητας. Από τότε όμως που ο τρίχρονος Τζον Κένεντι τζούνιορ, μόνος απέναντι στην Ιστορία, χαιρετούσε στρατιωτικά το φέρετρο του πατέρα, έχουν αλλάξει πολλά. Τα πιτσιρίκια πλέον δεν κουκουλώνουν. Αποκαλύπτουν. Και η αμηχανία του Μπάρον δίπλα στον 45ο πρόεδρο των ΗΠΑ είναι σαν να φωνάζει: «Τελειώνετε με τα δικά σας. Εχετε κι ένα δικό μου μέλλον να φροντίσετε».