Αν οι γονείς ή τα αδέλφια σας πέθαναν νωρίς από καρδιαγγειακή νόσο, μην αποθαρρύνεστε: υπάρχουν τρόποι να περιορίσετε δραστικά κάθε γενετική προδιάθεση γι’ αυτήν.

Μία νέα μελέτη αποκαλύπτει πως όσοι έχουν ισχυρό οικογενειακό ιστορικό για έμφραγμα ή ανακοπή δεν είναι καταδικασμένοι να ακολουθήσουν τη μοίρα των γονέων ή των αδελφών τους, διότι με μικρές αλλαγές στον τρόπο ζωής μπορούν να αντικρούσουν σθεναρά την κληρονομικότητα.

Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως όσοι δεν διαθέτουν αυτό το ιστορικό, έχουν ανοσία: αν ζουν πολύ ανθυγιεινά, μπορεί κάλλιστα να ακυρώσουν την καλή τους τύχη.

«Όταν το θέμα είναι τα καρδιαγγειακά επεισόδια, το DNA δεν είναι μοιραίο», τονίζει ο επικεφαλής ερευνητής δρ Σέκαρ Καθιρέσαν, αναπληρωτής καθηγητής Καρδιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και διευθυντής του Κέντρου Έρευνας Ανθρώπινης Γενετικής (CHGR) του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης.

«Καθένας από εμάς έχει τον έλεγχο του κινδύνου του, ακόμα κι αν την μέρα που γεννήθηκε τού είχε μοιραστεί κακό φύλλο».

Ο δρ Καθιρέσαν παρουσίασε τα νέα ευρήματα στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Καρδιάς (ΑΗΑ) στη Νέα Ορλεάνη, ενώ ταυτοχρόνως δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση New England Journal of Medicine.

Όπως είπε, μαζί με μεγάλη ομάδα επιστημόνων εξέτασαν τον γενετικό κίνδυνο καρδιαγγειακών επεισοδίων (έμφραγμα, ανακοπή καρδιάς, ανάγκη για αγγειοπλαστική ή μπάι πας) περισσότερων από 55.000 εθελοντών, με βάση 50 συγκεκριμένες γονιδιακές μεταλλαγές οι οποίες σχετίζονται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο.

Αξιολόγησαν επίσης τον τρόπο ζωής κάθε εθελοντή, με βάση τέσσερις παραμέτρους: το κάπνισμα, το σωματικό βάρος, τη διατροφή και το επίπεδο της φυσικής δραστηριότητας.

Για να θεωρήσουν πως κάποιος έκανε αρκετά υγιεινή ζωή έπρεπε να μην καπνίζει, να μην είναι παχύσαρκος, να κάνει κάποιου είδους άσκηση τουλάχιστον μία μέρα την εβδομάδα (π.χ. περπάτημα) και να ακολουθεί συστηματικά τουλάχιστον τις μισές από τις συστάσεις για υγιεινή διατροφή (π.χ. να τρώει τρία φρούτα και δύο σαλάτες την ημέρα ή να μην τρώει συχνά κρέας και γλυκά κ.λπ.).

«Ακόμα κι αν κάποιος ήταν υπέρβαρος, πάλι θεωρήσαμε πως ζει αρκετά υγιεινά αφού δεν είχε φτάσει στην παχυσαρκία», είπε χαρακτηριστικά ο δρ Καθιρέσαν. «Με άλλα λόγια, δεν αναζητήσαμε εκείνους τους λίγους που τηρούν πιστά όλες τις επίσημες συστάσεις για υγιεινή διαβίωση (όπως η γυμναστική επί 2,5 ώρες κάθε εβδομάδα), αλλά τους πολλούς που ακολουθούν έστω και μερικές από αυτές».

Όπως έδειξε η ανάλυση των στοιχείων, ακόμα και αυτό ήταν πολύ σημαντικό για την προστασία από τα καρδιαγγειακά επεισόδια.

Οι εθελοντές με υψηλό καρδιαγγειακό κίνδυνο και ανθυγιεινό τρόπο ζωής είχαν σχεδόν 11 στις 100 πιθανότητες να υποστούν καρδιαγγειακό επεισόδιο μέσα στα επόμενα 10 χρόνια.

Όσοι, όμως, ζούσαν αρκετά υγιεινά, μείωναν κατά το ήμισυ τον κίνδυνο αυτό και είχαν 5 πιθανότητες στις 100 να υποστούν έμφραγμα ή ανακοπή.

Αντίστοιχα, όσοι είχαν γεννηθεί χωρίς οικογενειακό ιστορικό και έτσι ήταν χαμηλού κινδύνου, είχαν 3% πιθανότητες να υποστούν καρδιαγγειακό επεισόδιο μέσα στην επόμενη 10ετία αν ζούσαν σχετικά υγιεινά, αλλά 5,8% πιθανότητες αν ζούσαν ανθυγιεινά.

Με άλλα λόγια, «ο τρόπος ζωής μπορεί να σε οδηγήσει ή να σε απομακρύνει από το έμφραγμα», κατέληξε ο δρ Καθιρέσαν.