Οι λαϊκές αγορές και τα σουπερμάρκετ είναι αναμφισβήτητα ένα από τα μεγαλύτερα σχολεία όσον αφορά τη σπουδή της ζωής στις πιο βαθιές και ουσιαστικές της πτυχές. Μια μελέτη ανέξοδη σε χρόνο και χρήμα, χωρίς επιπλέον να χρειάζεται να συγκεντρωθείς, όπως γίνεται με το διάβασμα. Οντας ταυτόχρονα κοντά με άλλους ανθρώπους, μια και η «συναναστροφή» περνάει ανετότερα στον καθένα τα μηνύματα που θα ήταν δυνατόν ν’ αντλήσει μέσα από τα βιβλία. Καταχρηστικά, βέβαια, χρησιμοποιείται η λέξη «σχολείο», αφού ό,τι μας επιβάλλεται ως γνώση υποχρεωτική σπάνια αφομοιώνεται επαρκώς, ενώ ό,τι φιλελεύθερα παρατηρούμε γύρω μας γίνεται κτήμα μας για πάντα. Οπως τόσο ωραία το έχει διατυπώσει άλλωστε η Κοκό Σανέλ: «Στη ζωή μου με πήγε μπροστά ό,τι δεν διδάχτηκα».
Το ακόμη πιο χαρακτηριστικό σε σχέση με τις λαϊκές αγορές και τα σουπερμάρκετ είναι πως κανείς μας δεν υποψιάζεται, από όσους ερχόμαστε σ’ επαφή μαζί τους στους χώρους αυτούς, πόσο πολύτιμος μπορεί να μας γίνεται από εδώ και μπρος μ’ ένα τόσο σημαντικό μάθημα που μας προσφέρει, αν και πρόκειται να παραμείνει για πάντα άγνωστός μας. Οπως αίφνης η μεσόκοπη γυναίκα, που ήταν τόση η ένταση και η προσήλωσή της ενώ διάλεγε αγγουράκια στο τμήμα μαναβικής ενός μεγάλου σουπερμάρκετ, όπως ακριβώς θα το έκανε αν εργαζόταν για έναν επιμελώς σχεδιασμένο προορισμό ζωής. Ετσι όπως τα ζούλαγε, απορρίπτοντας με μια απαξιωτική κίνηση τα τέσσερα στα πέντε, δεν μπορούσες να καταλάβεις αν ήταν τα σκληρά ή τα μαλακά που την ενδιέφεραν, το σίγουρο όμως είναι ότι ο τρόπος που τα επέλεγε την έδειχνε να θεωρεί ότι ο πάγκος ολόκληρος με τα αγγουράκια είχε στηθεί αποκλειστικά για την ίδια.
Χωρίς ν’ αμφιβάλλει ότι στη ζωή αυτή θα ήταν δυνατόν να μην της επιφυλάσσεται το καλύτερο κι ότι αν θα δυσκολευόταν να το κερδίσει σε άλλους χώρους, τα αγγουράκια ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να διεκδικήσει το δικαίωμά της αυτό. Δεν θα της περνούσε καν από το μυαλό –διαφορετικά η κίνησή της θα ήταν πιο συνεσταλμένη και διακριτική –πως ό,τι απέρριπτε η ίδια ως κάτι που το θεωρούσε κακό ένας επόμενος αγοραστής θα το έπαιρνε ως το καλύτερο που θα μπορούσε να αποκτήσει. Οπως θα της ήταν αδύνατον ακόμη και να φανταστεί ότι, επειδή ακριβώς με τόση λύσσα θεωρούν πάρα πολλοί πως ό,τι καλύτερο υπάρχει στον κόσμο προορίζεται αποκλειστικά για τους ίδιους, κατάντησε ένας άπειρος αριθμός ανθρώπων να τρέφεται με σκουπίδια.
Δεν αμφισβητούμε ότι και σωστό και νόμιμο και σε τελευταία ανάλυση πολύ ανθρώπινο είναι να επιθυμεί ή να επιδιώκει κανείς το καλύτερο για τον εαυτό του. Τα πράγματα χαλάνε από τη στιγμή που η εντελώς φυσική και αυθόρμητη αυτή κίνηση οργανώνεται σε τέτοιο βαθμό, ώστε από ευχέρεια επιλογής να μεταμορφώνεται σε ένα αίσθημα απειλητικής πλεονεξίας. Σχεδόν σαν να ομολογεί κανείς ότι αφού απέκτησε το καλύτερο, όλοι οι άλλοι μπορούν να βολευτούν με το περιφρονητέο και το απορριπτέο.