Για τα αίτια και τις ενδεχόμενες συνέπειες της εκλογής Τραμπ έχουν ειπωθεί σχεδόν τα πάντα. Ο κόσμος βρέθηκε μπροστά στο ανήκουστο και έχει χρέος να προσπαθήσει να μην οδηγηθεί στο ανήκεστο. Με τις ΗΠΑ του Τραμπ να είναι πιθανό να μειώσουν τον διεθνή ζήλο τους σε όλα τα κρίσιμα μέτωπα –της οικονομίας, της ασφάλειας, του περιβάλλοντος -, η Ευρώπη βρίσκεται ήδη μπροστά όχι πια στην πρόκληση (μια πρόκληση που μέσα στην κρίση πήγε χαμένη), αλλά μπροστά στην ανάγκη να δράσει διαφορετικά.

Πιο επείγον, ακόμα και από την οικονομία, όπου η Ευρώπη έχει ίσως ένα χαρτί να παίξει σε περίπτωση που οι ΗΠΑ διολισθήσουν στον προστατευτισμό, είναι το πεδίο της διεθνούς ασφάλειας. Η Ευρώπη γεννήθηκε για να προστατέψει τους λαούς της από πολέμους και κάθε είδους βίαιες διενέξεις, αλλά, θύμα ίσως της επιτυχίας της, επαναπαύτηκε θεωρώντας ότι θα φρόντιζαν για πάντα ο μεγάλος δυτικός σύμμαχος (οι ΗΠΑ) και το βολικό πολιτικο-στρατιωτικό σχήμα του Μεταπολέμου (το ΝΑΤΟ). Με τον νέο αμερικανό πρόεδρο αυτά φαίνονται να τίθενται σε αμφισβήτηση: για να παρέχει ασφάλεια η Αμερική, οι σύμμαχοι θα πρέπει να πληρώσουν (σήμερα οι ΗΠΑ συνεισφέρουν το 70% του προϋπολογισμού του ΝΑΤΟ). Ο φόβος των χωρών του πρώην «ανατολικού μπλοκ» σε σχέση με τη Ρωσία, η επικείμενη έξοδος της Βρετανίας, μεγαλύτερης σήμερα στρατιωτικής δύναμης εντός ΕΕ, καθώς και η παραδοσιακά συγκρατημένη στάση της Γερμανίας σε κάθε σχέδιο κοινής ή πιο ενισχυμένης άμυνας περιπλέκουν τα πράγματα. Η συζήτηση όμως πρέπει να αρχίσει –αλλιώς η αίσθηση, καταρχάς, και ίσως και η πραγματικότητα της ευρωπαϊκής ασφάλειας θα δεχτούν ισχυρό πλήγμα.

Ηγετικό ρόλο θα μπορούσε –θα έπρεπε –να αναλάβει η Ευρώπη στην πιθανή περίπτωση που οι ΗΠΑ του Τραμπ αποσύρονταν από τις σχετικές με την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής δεσμεύσεις τους και ιδίως από τη Συμφωνία του Παρισιού. Το γεγονός ότι η Συμφωνία αυτή πρόλαβε οριακά να τεθεί σε εφαρμογή πριν από την εκλογή Τραμπ δίνει περιθώρια ελιγμών και χρόνου. Ωστόσο η Ευρώπη, που κυρίως ξεκίνησε αυτόν τον αγώνα (ο στόχος τέθηκε το 2008-2009 και στη συνέχεια παρέσυρε τον υπόλοιπο πλανήτη), έχει κάθε λόγο να τον συνεχίσει, διασφαλίζοντας κατά κύριο λόγο τη συμμαχία με τις τρίτες χώρες και κυρίως την Κίνα. Θα παρασύρει άραγε μια αλλαγή στάσης των ΗΠΑ σε συνδυασμό με σκληρή αντικινεζική ρητορική, τον δεύτερο μεγαλύτερο ρυπαντή του κόσμου να κάνει κι αυτός πίσω; Και τι -διπλωματικά αλλά κυρίως οικονομικά –αποθέματα θα έχει τότε μια Ευρώπη που μέχρι στιγμής ακολουθεί και δεν ηγείται στον διεθνή στίβο;

Γιατί αυτό είναι τελικά το μεγάλο στοίχημα: να βγει η Ευρώπη από το καβούκι της και να γίνει, ιδίως σε περίπτωση που οι «νέες» ΗΠΑ οπισθοχωρήσουν στον τομέα των δικαιωμάτων και της δημοκρατίας, ένα παράδειγμα και μια ελπίδα για τους λαούς. Το ζήτημα είναι: με ποια ηγεσία και με ποιο σχέδιο σε τούτη την εποχή του καλπάζοντος λαϊκισμού. Στοιχειώδης ρεαλισμός δεν αφήνει προς το παρόν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας.

Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος